Τι συμβαίνει στο Υπουργείο Εργασίας του Λοβερδιστάν;
Δεν μπορούν οι “λευκοί” να λύσουν τα προβλήματα των “μαύρων”;
Τολμούν τα “σφάγια” να αρνούνται την σωτηρία του “αγά”;
Είναι μερικές καταστάσεις, τις οποίες ακόμα και ο πιο ευφάνταστος και γλαφυρός αφηγητής δεν μπορεί να τις περιγράψει στην απολυτότητα που τους ταιριάζει. Απολυτότητα, την οποία μπορεί να πιάσει μόνον η λαϊκή σοφία. Υπάρχει μια αθάνατη ελληνική παροιμία, την οποία την αφιερώνουμε στον “μάγειρα” Ανδρέα Λοβέρδο και το έργο του στο “μαγειρείο” του Υπουργείου Εργασίας. Ποια είναι αυτή; “Τον κώλο έχεις μάγειρα, σκατά θα μαγειρέψεις”! Τέτοια κατάσταση, που απαιτεί τη λαϊκή σοφία, είναι και η περιγραφή των “έργων και των ημερών” του Λοβέρδου στο Υπουργείο Εργασίας.
Μόνον η ελληνική παράδοση μπορεί να περιγράψει με την απόλυτη ακρίβεια τα έργα και τις ημέρες του Ανδρέα Λοβέρδου σ’ αυτό το υπουργείο. Μιλάμε για τον απόλυτο παραλογισμό. Μιλάμε για ένα πρωτοφανές κοινωνικό απαρχάιντ στην πατρίδα της Δημοκρατίας. Το υπουργείο εργασίας φέρεται σαν το Υπουργείο Αποικιών της Μεγάλης Βρετανίας. Άνθρωποι “κόβουν” και “ράβουν” “κοστούμια”, τα οποία δεν αφορούν τους ίδιους ως πρόσωπα. Φέρονται σαν τους λευκούς Βρετανούς, οι οποίοι έπαιρναν τα μέτρα των μαύρων στις αποικίες. Τι σχέση μπορεί να έχουν οι μαύροι της βρετανικής αποικιοκρατίας με τους σημερινούς Έλληνες εργαζόμενους; Καί οι δύο πέφτουν θύματα κοινωνικού και ταξικού ιμπεριαλισμού. Καί οι δύο πέφτουν θύματα “ανωτέρων”, οι οποίοι αναλαμβάνουν να λύσουν τα προβλήματα των “κατωτέρων”.
Στην εποχή της σκληρής βρετανικής αποικιοκρατίας τα προβλήματα των μαύρων δεν λύνονταν ποτέ, γιατί απλούστατα αυτοί, οι οποίοι επιχειρούσαν να τα λύσουν, ήταν μονίμως λευκοί. Στην καλύτερη γι’ αυτούς περίπτωση δεν μπορούσαν να τα λύσουν, γιατί απλά δεν τους αφορούσαν. Δεν τα κατανοούσαν …και όταν δεν κατανοείς ένα πρόβλημα, φυσικό είναι να μην μπορείς να το λύσεις. Αυτό, στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη περίπτωση δεν τα έλυναν, γιατί δεν τους συνέφερε να τα λύσουν. Δεν συνέφερε τους λευκούς να λύσουν τα προβλήματα των μαύρων, γιατί απλούστατα θίγονταν τα συμφέροντά τους. Μίκραιναν τα δικά τους τα “κομμάτια”, όταν επιχειρούσαν δικαιότερη κατανομή της “πίτας”.
Το ίδιο γίνεται σήμερα και στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα του κοινωνικού απαρχάιντ βιώνουμε μια ανάλογη κατάσταση. Κρατικοδίαιτοι “φωστήρες” προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα του ιδιωτικού τομέα. Δημόσιοι υπάλληλοι προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα των υπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα. Αυτό ακριβώς γίνεται σήμερα με έναν “κατάλευκο” Λοβέρδο, ο οποίος προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα των “μαύρων” εργαζομένων. Ο “λευκός” Λοβέρδος δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα των εργαζομένων, γιατί στην καλύτερη γι’ αυτόν περίπτωση δεν τα κατανοεί.
Πώς να τα κατανοήσει; Εξ αποστάσεως; Όπως ένας λευκός του Λονδίνου δεν κατανοούσε τα προβλήματα των μαύρων στη Μποτσουάνα, έτσι και ο Λοβέρδος δεν κατανοεί τα προβλήματα των εργαζομένων. Τα αντιλαμβάνεται από “απόσταση”, εφόσον δεν “κατοικούν” στον ίδιο “χώρο”. Τα αντιλαμβάνεται όπως ένας εκτροφέας σκύλων τα προβλήματα των σκύλων του. Κάπως έτσι κατανοεί και ο Λοβέρδος τα προβλήματα των άλλων “ειδών”. Τα προβλήματα τόσο στο ασφαλιστικό όσο και στο εργασιακό.
Πώς θα κατανοήσει ο Λοβέρδος το πρόβλημα με τις συντάξεις πείνας των εργαζομένων, τη στιγμή που ο ίδιος έχει εξασφαλίσει τη δική του συνταξιοδοτική “άπλα”; Πώς θα κατανοήσει ο Λοβέρδος το πρόβλημα με τις περικοπές των μισθών, τη στιγμή που ο ίδιος επί καθεστώτος ΔΝΤ εισπράττει πολλαπλούς μισθούς; Πώς θα κατανοήσει ο Λοβέρδος τα σαράντα χρόνια εργασίας, που προτείνει για την “ωρίμανση” των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, τη στιγμή που ο ίδιος δέχεται τα δικά του βουλευτικά δικαιώματα να “ωριμάζουν” μέσα σε ελάχιστους μήνες; Μιλάμε για μεγάλη “απόσταση”. Ακόμα και με “κιάλια” κατανόησης να δει την κατάσταση, δεν θα αντιληφθεί τις λεπτομέρειές της. Γιατί; Γιατί ανήκει σε διαφορετικό “κόσμο” από αυτόν που προσπαθεί να “σώσει”.
Ο Λοβέρδος, που σήμερα έχει αναλάβει τη σωτηρία των “μαύρων” εργαζομένων είναι “λευκός”. “Κατάλευκος” στην πραγματικότητα. Τρεις συντάξεις θα πάρει ο Λοβέρδος. Μία ως καθηγητής Πανεπιστημίου, μία ως βουλευτής και μία ως δικηγόρος. Τρεις συντάξεις, στις οποίες το κράτος —και άρα εμείς ο λαός— καταβάλει τις εισφορές του. Αυτή είναι η τεχνητή “λεύκανση” εξαιτίας ενός κράτους, το οποίο άλλους τους αντιλαμβάνεται ως “παιδιά” του και άλλους ως “παραπαίδια” του. “Λευκότατο” παιδί αυτού του κράτους είναι ο Λοβέρδος. “Λευκός”… όσο όλοι όσοι τον στηρίζουν.
“Λευκό” παιδί μιας “λευκής” κυβέρνησης ενός άεργου Πρωθυπουργού. “Λευκός” είναι ο Λοβέρδος όσο “λευκοί” είναι ο Γιωργάκης, ο Κωστάκης, η Ντόρα ή ο Κυριάκος. Οι πάντες με “ώριμα” δικαιώματα συνταξιοδότησης από μικρή ηλικία. Οι πάντες άεργοι, που επιχειρούν να λύσουν τα προβλήματα των εργαζομένων. Ανώτεροι “λευκοί”, που δικαιούνται τα πάντα, χωρίς να κάνουν τίποτε. Απόλυτα διαφορετικοί από τους μαύρους”, οι οποίοι θα ανεβαίνουν στις σκαλωσιές μέχρι τα εβδομήντα χρόνια τους. Τα δικαιώματά τους δεν είναι σαν τα δικαιώματα των “μαύρων”, οι οποίοι θέλουν σαράντα χρόνια για να “ωριμάσουν”. Τα δικαιώματα των “λευκών” θέλουν μόνον σαράντα μήνες για να “ωριμάσουν”.
Αυτή η διαφορά των “ειδών” δημιουργεί άγνοια. Μια “απόσταση” άγνοιας, την οποία την κάνει ακόμα μεγαλύτερη η ίδια η προσωπική πορεία του Λοβέρδου. Γιατί το λέμε αυτό; Γιατί ο Λοβέρδος δεν είναι απλά άσχετος. Ο Λοβέρδος είναι ο απόλυτος εκφραστής της “λευκής” ζωής του τεμπέλη. Ο απόλυτος ορισμός της εύκολης “ζωής”, την οποία δεν έζησαν οι “άλλοι”. Ο Λοβέρδος έζησε την εύκολη ζωή του παρασίτου της μεταπολίτευσης. Τη ζωή του ανθρώπου, ο οποίος ποτέ δεν αγωνίστηκε για την επιβίωση. Τη ζωή αυτού, ο οποίος κατέθεσε την ψυχή του σε ένα κόμμα και αυτό ως αντιπαροχή του εξασφάλισε άπαξ την τροφή του σώματος. Τη ζωή αυτού, ο οποίος από το Πανεπιστήμιο και εντεύθεν “προοδεύει” μονίμως μετά από την “άριστη” κομματική “επιλογή” στα πανεπιστημιακά του χρόνια.
Σε σταλινική “δημοκρατία” έζησε και ανδρώθηκε ο Λοβέρδος. Σε “δημοκρατία”, την οποία δεν γνώρισαν οι υπόλοιποι Έλληνες. Σε “δημοκρατία”, όπου τα πάντα ξεκινούσαν και κατέληγαν στο κόμμα. Το όποιο κόμμα εξυπηρετούσε τον σταλινικό Λοβέρδο. Τον αυθεντικό σταλινικό Λοβέρδο. Ξεκίνησε με μια καλή εκπαίδευση στο ΚΚΕ και κατόπιν μετακινήθηκε στα αστικά κόμματα για τις “εισπράξεις”. Ξεκίνησε, μαθαίνοντας να προσκυνά “Στάλιν” και να έχει ο ίδιος απαιτήσεις “Μπρέζνιεφ”. Ό,τι τον ενδιέφερε ως πρόσωπο, το κόμμα τού το προσέφερε απλόχερα. Το κόμμα του έκανε την καλύτερη “πρόταση” για εργασία. Το κόμμα στη συνέχεια του εξασφάλισε τη σίγουρη επαγγελματική “αναρρίχηση”. Το κόμμα του εξασφάλιζε ακόμα και την κοινωνική του προβολή. Ειδικά για τον Λοβέρδο, το κόμμα του εξασφάλισε και την τηλεοπτική του “εισβολή” μέσα στα σπίτια των πολιτών.
Επειδή μας εκνευρίζει το γεγονός ότι κάποιοι εκμεταλλεύονται τη μνήμη “χρυσόψαρου” της κοινωνίας, να θυμίσουμε μερικά πράγματα για τον Λοβέρδο. Μιλάμε για έναν πραγματικό λαθρεπιβάτη της ζωής. Μιλάμε για μια “Καλομοίρα” της πολιτικής μας ζωής Μιλάμε για πραγματικό παράσιτο. Παράσιτο είναι ο “κολλητός” και συγκάτοικος του γνωστού Θέμου. Τον ταΐζουμε από τότε που υπάρχει. Καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή όλων των κομματικών Παρασίτων της μεταπολίτευσης είναι. Πολιτική καριέρα κάτω από τον κώλο ενός παπαγάλου έκανε. Μόνιμος θαμώνας του Τριανταφυλλόπουλου ήταν, μέχρι να εξασφαλίσει την πολυπόθητη αναγνωρισιμότητά του.
Αυτή η αναγνωρισιμότητά του είναι το μόνο επίτευγμα της ζωής του. Μια αναγνωρισιμότητα κενή —σαν αυτή της Καλομοίρας—, εφόσον δεν αποτελεί προϊόν εργασίας. Δεν είχε έργο, για να την εξασφαλίσει διαφορετικά. Πιο πολύ τον βοήθησε στη πολιτική του καριέρα ο “μακαρίτης” ο Φιντέλ, παρά το πολιτικό του έργο και η πολιτική του σκέψη. Σταυροπόδι και αμπελοφιλοσοφώντας σε μεταμεσονύκτιες τηλεοπτικές “ζούγκλες” μπήκε στη Βουλή. Έμαθε να κάνει κάθε τέσσερα χρόνια τον καραγκιόζη και τον γλείφτη, για ν’ αρπάζει τις ψήφους των γριών και των ανέραστων και έλυσε και τις ανώτερες ανησυχίες του.
Αυτός ο άνθρωπος, που ποτέ δεν βίωσε τις συνθήκες και βέβαια τα άγχη και τον πόνο του ελεύθερου επαγγελματία ή του εργαζόμενου, έρχεται να ισοπεδώσει όλα τα κεκτημένα τους …Τα με πόνο κατοχυρωμένα κεκτημένα …και μάλιστα στην πιο δύσκολη εποχή για τους εργαζόμενους. Μας ορκίζεται ότι “πονάει” με τα μέτρα που παίρνει. “Πονάει”… όπως πονάνε και πολλοί “σφαγείς” στα σφαγεία για τα σφάγια. “Πονάει” όμως και δεν πεθαίνει όπως τα “σφάγια”, γιατί απλούστατα τα μέτρα που παίρνει δεν αφορούν τον ίδιο. Αυτοί, τους οποίους αφορούν τα μέτρα αυτά, “πεθαίνουν” πραγματικά, ενώ για τον Λοβέρδο, που τα παίρνει, δεν σημαίνουν τίποτε απολύτως. Οι γραβάτες του Λοβέρδου είναι πιο ακριβές από τα χρήματα, τα οποία προτείνει σε ολόκληρα νοικοκυριά για να επιβιώσουν.
Ερχόμαστε λοιπόν στο πιο κρίσιμο θέμα. Ο “λευκός” Λοβέρδος απλά δεν κατανοεί τα προβλήματα, τα οποία επιχειρεί να λύσει ή μήπως δεν τον συμφέρει να τα κατανοήσει …ακόμα κι αν μπορούσε; Μήπως αυτός, ο οποίος εμφανίζεται σήμερα να “πονά” με τις άδικες λύσεις, θα “πονούσε” πολύ περισσότερο αν κατέθετε δίκαιες λύσεις; Πώς θα πείσει κάποιος τον πολίτη για την αναγκαιότητα των μέτρων, όταν αυτά τα μέτρα δεν τον αφορούν τον ίδιο; Πώς ζητάει από τους Έλληνες να επιδείξουν τον πατριωτισμό τους και να αποδεχθούν τα άδικα και σκληρά μέτρα, όταν δεν μπορεί να αποδείξει και ο ίδιος ότι είναι “πατριώτης”; Πώς ζητάει από τους Έλληνες να αποδείξουν με την επιβίωσή τους ότι αρκούν αυτά που τους δίνει, όταν η δική του επιβίωση δεν έχει σχέση μ’ αυτά;
Δύο μέτρα και δύο σταθμά έχει ο Λοβέρδος; Πώς ζητάει από τον πολίτη να θυσιαστεί στο όνομα το πατριωτισμού, για να σωθεί το κράτος, όταν ο ίδιος έχει το μεγαλύτερο κέρδος από αυτήν τη “σωτηρία”; Γιατί θα πρέπει να σωθεί ένα κράτος, όταν δεν μπορεί να σωθεί ο πολίτης; Να σωθεί το κράτος, για να μπορεί να πληρώνει τους Λοβέρδους; Να ξεπουλήσουν οι Έλληνες την πατρίδα τους, για να μπορεί το κράτος να παίρνει δάνεια, ώστε να πληρώνει τους Λοβέρδους; Αυτό είναι το λεπτό σημείο. Αυτό κάνει τον Λοβέρδο αναξιόπιστο να προτείνει λύση.
Τον Λοβέρδο δεν τον συμφέρει να “κατανοήσει” τα προβλήματα περισσότερο απ’ όσο φαίνεται ότι τα κατανοεί. Δεν συμφέρει τον “Σάξονα” Λοβέρδο να καταλάβει τα προβλήματα των “μαύρων” κατοίκων της “Μποτσουάνας”. Ο Λοβέρδος έχει λυμένα τα προβλήματά του εξαιτίας του κράτους και φυσικό είναι να αγωνιά για την κατάστασή του. Οι σημερινοί μισθοί του και οι μελλοντικές συντάξεις του από τα δημόσια ταμεία βγαίνουν σήμερα και ελπίζει ότι θα βγαίνουν και στο μέλλον. Γι’ αυτόν τον λόγο όχι απλά τον θεωρούμε αναξιόπιστο, αλλά θεωρούμε ότι, από τη στιγμή που εκτός από υπουργός είναι και δημόσιος υπάλληλος, υπάρχει πρόβλημα με ασυμβίβαστα. Ηθικό πρόβλημα, το οποίο δεν συνδέεται απαραίτητα με τη νομιμότητα, για να θυμηθούμε και έναν άλλον άεργο “λευκό”. Δεν μπορεί το ΙΚΑ, υπό τις εντολές του Λοβέρδου, να κόβει τις συντάξεις των εργαζομένων, οι οποίοι καταβάλλουν τις εισφορές τους και να έχει ως μεγαλύτερο οφειλέτη του το κράτος, το οποίο πληρώνει τον Λοβέρδο.
Αυτό είναι το ασυμβίβαστο, που συνδέεται με την έννοια της ανηθικότητας. Αν δεν χρωστούσε το κράτος στο ΙΚΑ, δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Από τη στιγμή που χρωστάει, δεν μπορεί ένας υπάλληλός του ν’ αποφασίζει για την πολιτική του. Έχει συμφέρον ο Λοβέρδος να δίνει το ΙΚΑ μικρές συντάξεις, για να περισσεύουν περισσότερα στον δικό του εργοδότη. Τον συμφέρει λοιπόν να σωθεί το κράτος, απαλλασσόμενο από τις υποχρεώσεις του, για να συνεχίσει να λειτουργεί όπως λειτουργεί. Τον συμφέρει τον Λοβέρδο να θυσιαστεί ο πολίτης, για να μην φτάσει το πρόβλημα στη δική του πόρτα. Τον συμφέρει να είναι το κράτος άδικο προς τους εργαζόμενους. Τον συμφέρει να είναι αναξιόπιστο στις υποχρεώσεις του και στα χρέη του απέναντι στους εργαζόμενους, για να είναι γενναιόδωρο απέναντι στους υπαλλήλους του.
Για όσο διάστημα αυτό θα ισχύει, ο Λοβέρδος θα είναι αναξιόπιστος. Για όσο διάστημα θα είναι ο ίδιος βολεμένος σε σωσίβια “λέμβο” του ελληνικού “τιτανικού”, δεν νομιμοποιείται να προτείνει λύσεις στους ναυαγούς “κολυμβητές”. Για όσο διάστημα θα κτυπά με τα “κουπιά” της εξουσίας αυτούς, οι οποίοι χαροπαλεύουν για να σωθούν, θα πρέπει να γνωρίζει ότι είναι ένας κοινός “δολοφόνος”. Ας παραιτηθεί ως κρατικός υπάλληλος από τη σίγουρη και υψηλόμισθη δημόσια θέση του και μόνον τότε ας επιχειρήσει να λύσει τα προβλήματα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα. Ας αποποιηθεί ως βουλευτής τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα, που “ωριμάζουν” με λίγους μήνες βουλευτικής “υπηρεσίας” και ας επιβάλει τα σαράντα χρόνια ωρίμανσης για τους υπολοίπους.
Αν είναι να σωθεί το κράτος μόνο και μόνο για να μπορεί να πληρώνει τους Λοβέρδους, να μην σωθεί καθόλου. Αν “βουλιάξει” το ελληνικό “καράβι”, να βουλιάξουν και οι “λέμβοι” του. Να καταστραφεί ολοσχερώς και να δούμε από εκεί και πέρα τι θα γίνει. Να μπούμε όλοι οι Έλληνες σε έναν κοινό “παρονομαστή” και ν’ αναζητήσουμε όλοι μαζί τη λύση. Αν η Ελλάδα είναι πράγματι μια “Μποτσουάνα”, να γίνουμε όλοι “μαύροι” και να δούμε πώς θα σωθούμε. Άλλωστε τι θα πει καταστροφή; Καταστροφή σε μια τέτοια περίπτωση είναι έννοια πολύ σχετική, εφόσον ούτε η Ελλάδα πεθαίνει ούτε ο ελληνικός λαός.
Άρα η “καταστροφή” είναι μια κατάσταση, την οποία πρέπει να την αναλύσουμε, για να την κατανοήσουμε. “Καταστροφή” δεν είναι το “τέλος”. Δεν μπορεί να είναι το “τέλος”, εφόσον οι παράγοντες, οι οποίοι εμπλέκονται σ’ αυτήν, είναι αθάνατοι. “Καταστροφή” μπορεί να είναι μια νέα “αρχή” με νέους όρους για όλους. Μπορεί, δηλαδή, αυτή η “καταστροφή” να σημαίνει ότι απλά περιορίζεται η δυνατότητα του κράτους να πληρώνει τους Λοβέρδους και τίποτε άλλο. Αν αυτή είναι η “καταστροφή”, να τη “δοκιμάσουμε”. Αν “καταστροφή” είναι να εξαλειφθούν οι “λευκοί”, να τη δοκιμάσουμε.
Έλεος πια με τους κρατικοδίαιτους σωτήρες. Ακόμα δεν κατάλαβαν οι ίδιοι ότι η δική τους αχρηστίλα και ανικανότητα μάς οδήγησαν στο σημερινό χάος; Ακόμα δεν κατάλαβε ο κόσμος ότι αυτοί οι εκ του ασφαλούς σωτήρες μάς οδήγησαν στο σημερινό χάλι του ΔΝΤ; Τι πρέπει να γίνει, για να καταλάβουμε όλοι ότι δεν μπορεί κάποιοι να είναι μόνιμα “στεγνοί”, όταν οι άλλοι “πνίγονται”; Μέχρι πότε οι ευνούχοι θ’ αναλαμβάνουν να μας υποδεικνύουν και να μας επιβάλουν τις ορθόδοξες στάσεις στο σεξ; Πόλεμος γίνεται στη “ζούγκλα” της οικονομίας και τα βολεμένα “κανίς” του δημόσιου “καναπέ” δεν μπορούν να αφοδεύουν εκεί όπου οι άλλοι τρώνε. Γι’ αυτόν τον λόγο μιλάμε για αποτυχημένους “μάγειρες” και τραγικές “συνταγές”.
Καραγκιόζη Λοβέρδε… κάποιος θα πιάσει το “κουπί” που τον χτυπάς και θα το σπάσει στο κεφάλι σου. Έξω υπάρχει πραγματική ζωή και πραγματική αγωνία επιβίωσης και δεν είναι στούντιο του Mega, για να βλέπει με κατανόηση η Τρέμη την “παράστασή” σου. Πλησιάζει η κοινωνία στα όριά της και πολλοί θα καταλάβουν ότι βρίσκονται στη λάθος ώρα να κάνουν τα λάθος πράγματα. Μη φτάσεις στο σημείο να ζηλεύεις τον ομοτράπεζο και “συναγωνιστή” σου Φιντέλ, που “έφυγε” νωρίς.