Ζούμε σ’ έναν κόσμο, ο οποίος συχνά – πυκνά γίνεται εφιαλτικός. Έναν κόσμο πολέμων, πείνας και δυσκολιών. Από αυτήν την κατάσταση δεν ξέφυγε καμία κοινωνία …όσο ανεπτυγμένη κι αν ήταν. Άρα; Άρα η ανθρώπινη κοινωνία, όσο κι αν προόδευσε, δεν έχει ξεφύγει η ίδια από τη βασική της μορφή. Τη μορφή, που την αναγκάζει συχνά-πυκνά να δίνει τη μάχη της επιβίωσης. Στην πραγματικότητα δεν έχει “ενηλικιωθεί” η ίδια η ανθρώπινη κοινωνία. Δεν έχει κόψει τον “ομφάλιο λώρο” της από τη φύση που τη γέννησε. Παραμένει μια κοινωνία ζώων, η οποία σε κάποια στιγμή θα πρέπει να σκοτώσει ή να σκοτωθεί, προκειμένου να επιβιώσει το είδος. Μια κοινωνία ζώων, της οποίας η πρόοδος δεν αλλάζει τα βασικά της χαρακτηριστικά. Αντί να σε σκοτώσει το ζώο με τα νύχια του, θα σε σκοτώσει με ένα ρεβόλβερ. Δεν έχει βρει τη λύση, που θα της επιτρέψει να λύσει τα προβλήματά της, χωρίς να καταφύγει στα βασικά ανθρώπινα και άρα ζωικά ένστικτα.

Ένστικτα όμως σημαίνει επιβίωση και άρα υπεράνθρωπο αγώνα για τη διαιώνιση του είδους. Όταν όμως μιλάμε για αγώνα επιβίωσης του ανθρώπινου είδους, μιλάμε για μητριαρχία. Μετά από μια καταστροφή πάντα η κοινωνία επανέρχεται στη βασική της μορφή. Είτε μιλάμε για την κοινωνία των Πρωτόπλαστων, που έπρεπε να επιβιώσουν σε μια απόλυτα εχθρική φύση, είτε μιλάμε για μια κοινωνία σύγχρονων ανθρώπων, η οποία πρέπει να “σηκωθεί” μετά από μια ολέθρια πολεμική σύγκρουση, μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Οι άνδρες σ’ αυτήν την περίπτωση είναι αδύναμοι να φέρουν το βάρος της επιβίωσης και της διαιώνισης του είδους και το βάρος πέφτει στους ώμους της πανίσχυρης γυναίκας. Σε συνθήκες που οι άνδρες είναι θαμμένοι στη γη, πληρώνοντας ως συνήθως το τίμημα των φιλοδοξιών τους, η γυναίκα αναλαμβάνει τον ρόλο να “απαλείψει” το λάθος τους, το οποίο απειλεί την επιβίωση του είδους.
Κάθε φορά που η ανθρωπότητα, εξαιτίας των ανδρικών “οραμάτων”, κυλιέται “αιμόφυρτη” στις λάσπες και πρέπει να δώσει τον υπέρτατο αγώνα της επιβίωσης υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες, εμφανίζεται το “θηρίο”. Το πιο όμορφο και γλυκό θηρίο της φύσης είναι η απόλυτη εγγύηση ότι η ανθρωπότητα θα επιβιώσει μετά από κάθε περιπέτειά της …Η γυναίκα, η οποία, ως μητέρα, θ’ αναλάβει να νικήσει οποιονδήποτε απειλεί την επιβίωση των παιδιών της και άρα και των ανδρών. Η γυναίκα, που, για όσο διάστημα το απαιτούν οι ανάγκες των παιδιών της, μπορεί να σταθεί σαν ακλόνητος βράχος απέναντι σε όλα τα στοιχεία της φύσης. Η γυναίκα, που μπορεί για τις ίδιες ανάγκες ν’ αντισταθεί όχι μόνον στους δαίμονες που καταδιώκουν την ανθρωπότητα, αλλά και απέναντι στον Ίδιο τον Θεό.
Η παντοδυναμία της γυναίκας αποδεικνύεται τόσο με τα ιστορικά στοιχεία όσο και με βάση τη λογική. Η πρώτη ανθρώπινη κοινωνία —και άρα η κοινωνία που έδωσε τη μεγάλη μάχη της επιβίωσης του είδους— ήταν μητριαρχική. Όταν το μυαλό του ανθρώπου δεν μπορούσε ν’ αποδώσει ούτε ένα καλάθι φρούτα μέσα σε μια παντελώς εχθρική φύση, η δύναμη της γυναίκας ήταν αυτή η οποία έδωσε την επιβίωση στο είδος. Ένα είδος ελάχιστα “εξοπλισμένο” για ν’ ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τα υπόλοιπα είδη της φύσης. Ένα είδος με τρομερά χρονοβόρες απαιτήσεις ενηλικίωσης των μελών του. Τα δώδεκα και δεκατρία χρόνια μπορεί να φαίνονται ασήμαντα υπό τις παρούσες συνθήκες, αλλά είναι εφιαλτικά ως υποχρέωση όταν γύρω σου “λυσσομανά” η φύση και σε χτυπάει αλύπητα μέρα και νύχτα. Όταν δεν μπορείς να θρέψεις τον εαυτό σου και έχεις “υποχρέωση” να συντηρήσεις έναν ακόμα άνθρωπο.
Η γυναίκα έδωσε στο ανθρώπινο είδος τη δυνατότητα να κυριαρχήσει στον Πλανήτη. Η γυναίκα έχτισε τα “θεμέλια” αυτής της κυριαρχίας, εφόσον αυτή εξασφάλισε την επιβίωσή του πάνω σ’ αυτόν. Η γυναίκα κέρδισε την πιο σημαντική του μάχη. Πρώτα επιβιώσαμε με τα γυμνά γυναικεία χέρια και μετά εμφανίστηκαν τα εξοπλισμένα ανδρικά. Η νίκη της γυναίκας έδωσε σ’ αυτό το “γυμνό” είδος τη δυνατότητα να επιβιώσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Πλανήτη. Να επιβιώσει υπό συνθήκες παγωμένων πόλων μέχρι υπό συνθήκες καυτών ερήμων. Κανένα άλλο θηλαστικό δεν είχε αυτήν την καθολική επιτυχία, γιατί απλούστατα κανένα θηλυκό είδος δεν συγκρίνεται σε ισχύ με τον θηλυκό άνθρωπο.
Αν αυτή η επίδειξη της εκπληκτικής ισχύος φαίνεται σαν μια “μακρινή” ανάμνηση, η οποία πλέον δεν μας αφορά, αυτό είναι λάθος. Η γυναίκα δεν θυσιαζόταν για τα παιδιά της μόνον στα “πέτρινα” χρόνια της αβυσσαλέας μάχης για την επιβίωση στη φύση. Η γυναίκα θυσιάζεται καθημερινά. Πραγματοποιεί καθημερινές τεράστιες θυσίες, οι οποίες είναι “βουβές” και δεν αναγνωρίζονται από κανέναν. Θυσίες, τις οποίες ο άνδρας ούτε που θα διανοούνταν να κάνει. Θυσίες, οι οποίες έχουν σχέση με τη λειτουργία της οικογένειας και θυσίες οι οποίες έχουν σχέση με τη λειτουργία της ίδιας της κοινωνίας. Δεν χρειάζεται να σκεφτεί πολύ κάποιος, για να τις ανακαλύψει.
Οι ανθρώπινες οικογένειες λειτουργούν στο σύνολό τους, γιατί η θυσία, που απαιτεί αυτή η λειτουργία, παρέχεται αφειδώς από τη γυναίκα. Μια γυναίκα μπορεί να θυσιάζεται καθημερινά εγκλωβισμένη σε έναν αποτυχημένο γάμο για χάρη των παιδιών της. Μπορεί να θυσιάζεται καθημερινά και επί τριάντα χρόνια, για να “ενηλικιωθεί” το βλαστάρι της και να το κάνει αυτό χωρίς κανένα ίχνος υστεροβουλίας. Μπορεί να θυσιάζεται, για να το δει να “φτάνει” εκεί όπου θεωρεί η ίδια ότι δικαιούται να “φτάσει”. Μπορεί να θυσιάζεται με μόνο “κέρδος” να καμαρώνει για το παιδί της. Μπορεί μια μητέρα να δουλεύει μέρα και νύκτα δύο και τρεις δουλειές, για να δει τον γιο της γιατρό για παράδειγμα. Να τον δει γιατρό και όταν αυτός ο γιατρός θα της δώσει ένα ποτήρι νερό, να του πει συγκινημένη ευχαριστώ. Να θεωρεί ως “ανταμοιβή” και δικαίωσή της για τριάντα χρόνια άπειρου κόπου και θυσίας της μικρής θνητής ζωής της ακόμα και μια συμβολική ανταπόδοση. Μπορεί και να δακρύσει από την “κοπιαστική” χειρονομία του.
Μιλάμε για έναν πραγματικά απίθανο άνθρωπο. Ακόμα κι αν έχεις τη μικρότητα να την “αδικήσεις” σ’ αυτό το συμβολικό επίπεδο, αυτή θα παραμείνει πιστή στην αγάπη της. Θα παραμείνει προσηλωμένη στην αρχική της επιλογή. Θα είναι εκεί να περιμένει …”μήπως χρειαστεί κάτι το παιδί”. Ακόμα κι αν αυτό αποδειχθεί αχάριστο. Στον εαυτό της θα αναζητεί ευθύνες για τη συμπεριφορά του και όχι στον αχάριστο “γιατρό”. Αυτό το θηλαστικό δεν νικιέται με τίποτε. Όχι στους πόλους και στις έρημους, αλλά και στο διάστημα μπορεί να επιβιώσει. Θα επιβιώσει, γιατί πρέπει να εξασφαλίσει την επιβίωση των παιδιών της. Θα ζήσει όσο χρειάζεται, για να μην πεθάνουν τα παιδιά της. Αν υπάρχει μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να επιβιώσει το ανθρώπινο είδος σε ένα παντελώς αφιλόξενο περιβάλλον, αυτήν την πιθανότητα θα την εξασφαλίσει χάρη στη γυναίκα.
Το ίδιο τρομερή και ανυπέρβλητη είναι η θυσία της και για τη λειτουργία της ίδιας της κοινωνίας. Η θυσία του γυναικείου φύλου μέσα σε έναν κόσμο φτωχό, που επιβιώνει δύσκολα, είναι σχεδόν καθημερινή. Σε έναν κόσμο, που, λόγω της δυσλειτουργίας του, η πορνεία αποδίδει χρυσάφι, η γυναίκα παραμένει άκαμπτη στη θέση της. Ποιος μπορεί να αρνηθεί αυτό το χρυσάφι; Γιατί οι γυναίκες ματώνουν στα εργοστάσια; Γιατί στραβώνουν, πλένοντας σκάλες; Ποιος άνδρας θα μπορούσε να επιβιώνει πλούσια από πληρωμές γυναικών και θα πήγαινε στο εργοστάσιο για το μεροκάματο της φτώχειας; Οι άνδρες πληρώνουν από το υστέρημά τους τις πόρνες και δεν θα δοκίμαζαν ν’ αποκτήσουν πλεόνασμα με τον ίδιο τρόπο; Γιατί δεν το κάνουν αυτό οι γυναίκες; Δεν μπορούν; Δεν μπορούν να ξαπλώνουν στα κρεβάτια και μπορούν να ματώνουν στα εργοστάσια; …Δεν το κάνουν για τα παιδιά τους. Γιατί θεωρούν ότι δεν συμφέρει τα παιδιά τους να μπαίνουν στην κοινωνία ως παιδιά πορνών. Οι λίγες, που εκπορνεύονται, το κάνουν με τη βία και το χρυσάφι πηγαίνει σε ανδρικά χέρια.
Η δύναμη της κοινωνίας να διατηρεί την ηθική της υπόσταση, παρ’ όλη την αθλιότητα στην οποία κατά καιρούς βυθίζεται, οφείλεται στη δύναμη της γυναίκας. Στη δύναμή της ν’ αντιστέκεται στους πειρασμούς. Στη δύναμή της να προστατεύει τον εαυτό της. Στην δύναμη της να μην κάνει “εκπτώσεις” στη διαχείριση της ύπαρξή της. Αν οι γυναίκες για τον οποιονδήποτε λόγο έχαναν τη δύναμή τους, θα “τελειώναμε” ως είδος με συνοπτικές διαδικασίες. Αν οι γυναίκες σκέπτονταν με τα μυαλά του άνδρα και τις συνόδευαν οι ανδρικές αδυναμίες, δεν θα επιβιώναμε ούτε για μία γενιά. Θα “εγκαταλείπαμε” πανηγυρικά τον Πλανήτη. Μπορεί να το κάναμε με “στυλ” υπό καθεστώς μεθυστικών οργίων και άπειρης τεμπελιάς, αλλά σίγουρα θα τον εγκαταλείπαμε.
Ακόμα και το “σφάλμα” της μετάβασης στην αιμοβόρα πατριαρχία είναι αποτέλεσμα αυτής της απίστευτης γυναικείας ισχύος. Όταν η γυναίκα διαπίστωσε ότι η επιβίωση ήταν πλέον εξασφαλισμένη, αφέθηκε να “πειστεί” από τον άνδρα ότι αυτό το οποίο συμφέρει τα παιδιά της είναι πλέον η πρόοδος. Με την επιβίωση εξασφαλισμένη η γυναίκα θεωρούσε ότι δεν υπήρχε σοβαρό διακύβευμα και η προσωπική της θυσία την απασχολούσε ελάχιστα. Μπορούσε να την αντέξει, εφόσον θα υπήρχε θετικό αποτέλεσμα για τα παιδιά της. Όλο το μυστικό της απίθανης ισχύος της γυναίκας βρίσκεται στη σχεδόν παθολογική της αγάπη για τα βλαστάρια της. Μπορεί να θυσιαστεί γι’ αυτά χωρίς δεύτερη σκέψη. Δεν υπάρχει στο μυαλό της δεύτερη σκέψη. Πάνω από το πτώμα της πρέπει να περάσεις, για ν’ απειλήσεις αυτά τα βλαστάρια. Μπορεί να κόψει από τη σάρκα της, για να ταΐσει τα παιδιά της.
Αυτή η αυτοκτονική της διάθεση για υπηρεσία ήταν εκείνη που μας οδήγησε στην πατριαρχία. Η γυναίκα “υποχώρησε”, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα πιο πονηρά παιδιά της και άρα τους άνδρες. Από εκεί και πέρα στήριξε την επιλογή της μέχρι θανάτου. Στην κυριολεξία. Πείστηκε από τον “όφι” ότι συμφέρει τον “Αδάμ” να τρώει το απαγορευμένο “μήλο” και από τότε τον ταΐζει συστηματικά μ’ αυτό. Ο “Αδάμ”, δηλαδή, δεν ήταν ο άνδρας-σύντροφος της γυναίκας. Ο “Αδάμ” ήταν ο γιος της γυναίκας, ο οποίος μεγάλωσε, όταν αποφάσισε η γυναίκα να καθοδηγείται από τον “όφι”. Ο “Αδάμ” είναι ο άνδρας, ο οποίος γεννιέται μέσα σε καθεστώς πατριαρχίας. Ο “όφις” ήταν ο άνδρας, ο οποίος γεννήθηκε στο καθεστώς της μητριαρχίας και έπεισε τη γυναίκα ως σύντροφος τι συμφέρει και τι όχι τα παιδιά τους.
Η γυναίκα “χρεώνεται” παντοτινά το αμάρτημα, όχι επειδή ήταν η πονηρή που το “επινόησε”, αλλά επειδή το ανέχτηκε και το υπηρέτησε. Το υπηρέτησε εις βάρος των δικών της συμφερόντων. Το “χρεώνεται”, γιατί αυτή ήταν η ισχυρή, που επέτρεψε αυτήν την εξέλιξη των πραγμάτων. Οι ισχυροί χρεώνονται τις αποφάσεις και όχι οι ανίσχυροι. Οι άνδρες πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς, γιατί τους γεννά ένα τέτοιο θηριώδες όν και τους εξασφαλίζει τη σίγουρη επιβίωση. Οι άνδρες πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς, γιατί τους ερωτεύεται ένα τέτοιο θηριώδες ον και μπορεί μόνο του ν’ αναλάβει ακόμα και το σύνολο σχεδόν του κόστους της επιβίωσης των απογόνων τους. Ακόμα κι όταν αυτοί είναι παντελώς ανεπαρκείς για τον ρόλο τους.
Αυτά είναι τα ένστικτα επιβίωσης του ανθρώπινου είδους και αυτά τα ένστικτα στον απόλυτο βαθμό τα εκφράζει η γυναίκα. Η γυναίκα, που από τη φύση της είναι προετοιμασμένη να παίρνει το βάρος αυτής της ευθύνης. Η γυναίκα, που μεταφέρει αυτά τα “ένστικτα” ατόφια μέσα στον χρόνο, είτε το απαιτούν οι συνθήκες είτε όχι. Η γυναίκα, που, για να είναι πάντα “μάχιμη” για το καλό του “είδους”, πρέπει να είναι γρήγορα και πάντα έτοιμη να ενηλικιωθεί και άρα ν’ αναλάβει τον μοναδικό της ρόλο.
Αυτό και μόνον να το σκεφτεί κάποιος, μπορεί να καταλάβει την εφιαλτική “ευθύνη” που βαραίνει τους ώμους της γυναίκας. Όχι μόνον τώρα, αλλά πάντα.
Για να καταλάβει κάποιος το “βάρος”, αρκεί να σκεφτεί το εξής απλό. Ένα κοριτσάκι, που μόλις έχει βγει από την εφηβεία της, πρέπει να είναι έτοιμο να πάρει αποφάσεις για ένα χρονικό διάστημα, το οποίο θα είναι τουλάχιστον ίσο και ίσως μεγαλύτερο από το χρονικό διάστημα που έχει ζήσει το ίδιο. Λέμε τουλάχιστον, γιατί η γυναίκα δεν γεννά μόνον τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες με την πιο μακρά “ενηλικίωση” συν τον έναν περίπου χρόνο που απαιτεί η ίδια η τεκνοποίηση. Μια δεκαοκτάχρονη κοπέλα, δηλαδή, πρέπει να είναι έτοιμη να πάρει αποφάσεις, οι οποίες θα την “κλείσουν” ως γυναίκα για άλλα τόσα χρόνια.
Το κορίτσι, που δεν γνωρίζει την κοινωνία, γιατί δεν έχει ζήσει μέσα σ’ αυτήν, θα πρέπει ν’ αποφασίσει όχι μόνον για τον εαυτό της αλλά και για κάποιον άλλον στα ίδια χρόνια. Το ανώριμο παιδί μετά από λίγες ημέρες θα πρέπει να πάρει αποφάσεις όχι μόνον ώριμης γυναίκας, αλλά και συνετής μητέρας, εφόσον η ποιότητα των αποφάσεών της θα πρέπει να έχει ισχύ δεκαοκτώ χρόνια μετά. Γιατί; Γιατί θα κληθεί να πάρει μια απόφαση, που θα την “απαλλάσσει” από το “βάρος” της όταν θα είναι τριανταέξι χρονών …Αν την “απαλλάξει” ποτέ, όπως συμβαίνει σήμερα.
Σε μια ηλικία, που τα αγόρια συμπεριφέρονται σαν παιδιά με τις “ευλογίες” της οικογένειας, τα κορίτσια καλούνται να σηκώσουν στους ώμους τους το “βάρος” της οικογένειάς τους και βέβαια και της κοινωνίας για το σύνολο του φύλου τους …σε μια ηλικία, που οι άνδρες αντιμετωπίζονται ως οι κατ’ εξοχήν ανεύθυνοι της κοινωνίας. Αυτοί, που μεθούν και όταν παρεκτρέπονται ζητούν την “κατανόηση” ακόμα και του νόμου, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας τους και άρα της ανωριμότητάς τους. Αυτοί, που μας αρκεί να γυρίσουν από το γήπεδο χωρίς μώλωπες. Αυτοί, που μας αρκεί να επιστρέψουν από την έξοδό τους αρτιμελείς. Αυτοί, που αντιμετωπίζουν τα προβλήματα των παιδιών και είμαστε ευτυχείς όταν τα “καταφέρνουν”. Στην ηλικία που η πιο “σοβαρή” απόφαση για έναν νεαρό άνδρα θα είναι τι μάρκα αυτοκίνητο να πάρει, η γυναίκα πρέπει ν’ αποφασίσει για το σύνολο σχεδόν της ζωής της σε μια “εξίσωση” με άπειρες απροσδιόριστες “παραμέτρους”.
Αυτή η σταθερότητα που διακρίνει τις γυναίκες, σε συνδυασμό με τις μεταβλητές ανάγκες ενός συστήματος, το οποίο διαρκώς προοδεύει, το “εκθέτει”. Το αναγκάζει να φέρεται περίεργα και αυτό είναι ορατό από όλους. Το σύστημα, το οποίο δεν δίνει άδεια οδήγησης ή ταξιδιωτικά έγγραφα σε μια δεκαεξάχρονη, επειδή τη θεωρεί ανώριμη, είναι το ίδιο που απαγορεύει τις αμβλώσεις. Ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι δεν είναι ώριμο να οδηγήσει αυτοκίνητο ή να ταξιδεύσει μόνο του, αλλά είναι απόλυτα ώριμο να γεννήσει και ν’ αναθρέψει έναν άλλον άνθρωπο. Τόσο απόλυτα ώριμο, που ο νόμος είναι γενικός και τις αφορά όλες ανεξαιρέτως.
Πολλοί απορούν γιατί οι γυναίκες επί αιώνες παντρεύονταν σε ηλικίες που σήμερα οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται ως παιδιά. Δεκατριάχρονες, δεκατετράχρονες κλπ.. Το αποδίδουν στην “καθυστέρηση” της κοινωνίας, στην αμορφωσιά της γυναίκας κλπ.. Αυτό είναι λάθος και αυτό το “αποδεικνύει” η ίδια φύση. Η ίδια η φύση, που δίνει στη γυναίκα τη φυσική δυνατότητα να τεκνοποιήσει σ’ αυτές τις ηλικίες. Η “βιασύνη” δεν οφείλεται στη δυνατότητα της γυναίκας να τεκνοποιήσει, αλλά στην “υποχρέωση” που αναλαμβάνει μετά την τεκνοποίηση. Μια “υποχρέωση”, η οποία έπρεπε να “χωράει” μέσα στο προσδόκιμο όριο ζωής για τον κάθε άνθρωπο. Το χαμηλό όριο ηλικίας, που ζούσαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή, δεν επέτρεπε στη γυναίκα να “καθυστερεί”, για να ζήσει μια περίοδο ελευθερίας και αναζήτησης εμπειριών, όπως δικαιούται ο κάθε άνθρωπος.
Όταν η γυναίκα των ανεπτυγμένων κοινωνιών αναλαμβάνει υποχρέωση “βάθους” τουλάχιστον δεκαοκτώ ετών, σε ποια ηλικία έπρεπε να τεκνοποιήσουν οι προγιαγιάδες μας, όταν ο μέσος όρος ζωής για το ανθρώπινο είδος και για πολλούς αιώνες ήταν κάτω από τα πενήντα; Δεν έχει περάσει καν ένας αιώνας από τότε που οι άνθρωποι στα πενήντα τους ήταν γέροι και γριές. Υπάρχουν σήμερα μέρη στον Πλανήτη, που αυτός ο αιώνας δεν έχει περάσει καν.
Σήμερα κάποιοι άλλοι απορούν, γιατί οι ίδιες οι γυναίκες “αγχώνονται” για τα όριά τους, όταν πλησιάζουν τα τριάντα ή ακόμα χειρότερα όταν τα ξεπερνούν. Τεχνολογία υπάρχει, για να τεκνοποιήσει μια γυναίκα ακόμα και στην ηλικία της Σάρας. Τι συμβαίνει; Γιατί τόσο άγχος; Γιατί και πάλι η ανάλυση ξεκινάει από λάθος σημείο. Τη γυναίκα δεν την απασχολεί το τεχνικό μέρος της τεκνοποίησης. Δεν την απασχολούν ούτε οι “σωλήνες” ούτε οι “καταψύξεις” ωαρίων. Την απασχολεί το χρονικό μέγεθος της “υποχρέωσης”, που αναλαμβάνει μετά την “επιτυχή” τεκνοποίηση με ή χωρίς τεχνικά μέσα. Την απασχολεί να εξασφαλίσει την “ομπρέλα” προστασίας για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο. Την απασχολεί να είναι η ίδια σε καλή κατάσταση και να μπορεί να προσφέρει στα παιδιά της και όχι να είναι μια αδύναμη γριά ανίκανη να τα υπηρετήσει. Μια γυναίκα, που σήμερα θα τεκνοποιήσει μετά τα τριάντα, κάνει ένα “συμβόλαιο” με την αβεβαιότητα, τη φτώχεια, την ανάγκη και τον φόβο για το μέλλον μέχρι τις “πύλες” των γηρατειών της.
Εξ’ αντικειμένου πρέπει ν’ αποφασίσει για πράγματα τα οποία δεν ελέγχονται. Τι θ’ αναζητήσει; Την ανδρική ομορφιά; Σε τι θα την βοηθήσει αυτή η επιλογή, που, ακόμα και στο λίγο διάστημα που ισχύει, δεν θρέφει, δεν εξασφαλίζει, δεν προστατεύει; Δεν αποφασίζει για την επόμενη ημέρα και άρα για την ταυτότητα αυτού που θα ξυπνήσει πλάι της. Αποφασίζει για την ίδια και το παιδί της, που θα έχουν ανάγκες σε μια ηλικία στην οποία ούτε ομορφιά θα υπάρχει ούτε κατά πάσα πιθανότητα έρωτας, που να “αμβλύνει” όλες τις δυσκολίες. Άρα; Άρα τι θα εμπιστευτεί; Το υποκειμενικό ή το αντικειμενικό; Με τι “εφόδιο” θα επιλέξει να βαδίσει στη ζωή της; Με τον έρωτα, τον οποίο δεν γνωρίζει και ως εκ τούτου δεν μπορεί να εμπιστευτεί ή με το χρήμα, που είναι πάντα αξιόπιστο. Πολεμώντας την οικογένειά της για κάτι το οποίο δεν γνωρίζει ή συντρέχοντας με την οικογένεια, “μεταφέροντας” σ’ αυτήν μέρος του τρομακτικού βάρους της απόφασής της;
Εδώ εμφανίζεται και η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο φύλων και στο θέμα του σεξ. Η φυσική γυναίκα κάνει σεξ με τα απόλυτα κριτήρια με τα οποία αναζητεί τον σύντροφό της και πατέρα των παιδιών της.  Η γυναίκα μοιράζεται το κρεβάτι της με εκείνον που θα μπορούσε να μοιραστεί και τη ζωή της. Ο άνδρας μοιράζεται το κρεβάτι του μ’ εκείνη που μπορεί …και απλά είναι θέμα τύχης αυτό που μπορεί να είναι ταυτόχρονα κι αυτό που θέλει. Αυτή η διαφορά προκύπτει από την ιδιομορφία του κεφαλαίου, το οποίο έχει στη διάθεσή του το κάθε φύλο.
Η γυναίκα, από τη στιγμή που ωριμάζει σεξουαλικά, ξεκινά την αναζήτηση του συντρόφου της με πλήρες κεφάλαιο και άρα η επιλογή της από την αρχή θα μπορούσε να είναι τελική. Ξεκινά την αναζήτηση συντρόφου με ένα κεφάλαιο, το οποίο έχει φθίνουσες τάσεις και όχι το αντίθετο. Αντίθετα ο άνδρας ξεκινάει την ίδια αναζήτηση με ένα κεφάλαιο, το οποίο δεν θεωρεί ότι είναι το τελικό. Ξεκινάει με ένα κεφάλαιο, το οποίο έχει αυξητικές τάσεις. Μοιράζεται το κρεβάτι του με ό,τι αποδίδει το κεφάλαιό του τη δεδομένη στιγμή, “ονειρευόμενος” μελλοντικές “εισπράξεις” από μελλοντικά κέρδη. Εξ’ ορισμού δηλαδή θεωρεί ότι δεν έχει πάρει ό,τι νομίζει πως “δικαιούται”.
Γνωρίζοντας κάποιος όλα αυτά, μπορεί να καταλάβει και πότε την “πατάνε” τα δύο φύλα. Πότε κάνουν τα λάθη, τα οποία στη συνέχεια δεν μπορούν να ακυρώσουν. Η γυναίκα, εξαιτίας των μεγάλων “υποχρεώσεών” της και ο άνδρας εξαιτίας της κακής διαχείρισης του χρόνου του. Το κάθε φύλο, δηλαδή, την “πατά” με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικό λόγο. Πάντα όμως η θυσία συνδέεται μ’ αυτό το οποίο ονομάζουμε έρωτα. Τα δύο φύλα δεν φτάνουν στο “ραντεβού” του έρωτα εγκαίρως και όταν μετανιώσουν δεν προλαβαίνουν.
Η βασική αρχή για τις γυναίκες είναι ότι …όσο πιο “γρήγορα”, τόσο καλύτερα, ενώ για τους άνδρες …όσο πιο “αργά”, τόσο καλύτερα. Γιατί την πατάνε; Γιατί, όσο πιο “γρήγορα” για τη γυναίκα, σημαίνει τη λήψη των μεγάλων αποφάσεων της ζωής της σε μια πολύ νεαρή ηλικία χωρίς δικά της ασφαλή προσωπικά κριτήρια, χωρίς εμπειρίες και άρα με “δανεικά” από την οικογένειά της. Η οικογένειά της όμως ούτε ερωτεύεται ούτε καλείται να ξαπλώσει στο ίδιο κρεβάτι με την επιλογή της. Η οικογένειά της περιορίζεται στα αντικειμενικά και αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται στα οικονομικά κριτήρια της επιλογής.
Σ’ αυτό το σημείο “παίζει” το σύστημα με τη γυναίκα. Γνωρίζει τα χαρακτηριστικά της και τα εκμεταλλεύεται. Γνωρίζει την ισχύ και τις υποχρεώσεις της και παίζει με αυτά. Η εξουσία, δηλαδή, που θίγει τη γυναίκα, όχι μόνον δεν απειλείται από αυτήν, αλλά τη χρησιμοποιεί για να διαιωνίζει την παρουσία της. Πώς γίνεται αυτό; Η εξουσία με την ύπαρξή της δημιουργεί συνθήκες φτώχειας και καταστροφής. Αυτές οι συνθήκες αναγκάζουν τη γυναίκα να επιστρατεύσει τις δυνάμεις της, για να αντιμετωπίσει όλα τα ενδεχόμενα. Την αναγκάζουν να “υποχωρήσει” στο θέμα των προσωπικών της απαιτήσεων προς χάρη των μελλοντικών παιδιών της. Την αναγκάζουν να θυσιάσει τον εαυτό της για την εύκολη επιβίωση των βλασταριών της. Τα μητρικά ένστικτα της γυναίκας είναι τόσο ισχυρά, που δεν τίθεται καν θέμα αντίστασης.
Στην πραγματικότητα το σύστημα βάζει τη γυναίκα και κυνηγάει τη “σκιά” της. Το σύστημα, που είναι υπεύθυνο για τη φτώχεια και την προβληματικότητα της κοινωνίας, είναι το ίδιο που στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας αυτήν την αθλιότητα, “εκβιάζει” τις επιλογές της γυναίκας. Το σύστημα, που είναι υπεύθυνο για τη φτώχεια, τη χρησιμοποιεί για να τρομοκρατήσει τη γυναίκα. Με τον τρόπο αυτόν η δύναμη της γυναίκας γίνεται η απόλυτη αδυναμία της. Η δύναμή της και η αντοχή της στρέφεται εναντίον του εαυτού της. Πολύ πριν δηλαδή το σύστημα αναγκαστεί να την υποτάξει, την έχει πείσει να αυτοϋποταχθεί.
Έχοντας το σύστημα την εξουσία και τον πλούτο να μπορεί ν’ “ανταμείβει” εκείνους που το εξυπηρετούν, δημιουργεί μόνο του ανδρικά “πρότυπα”, παρασέρνοντας τη γυναίκα προς αυτά. Γνωρίζοντας τις ανάγκες της γυναίκας, “προωθεί” οικονομικά εκείνους που το εξυπηρετούν καλύτερα. Στην πραγματικότητα το σύστημα εξουσίας έχει δημιουργήσει συνθήκες αυτοτροφοδοτούμενης “έκρηξης”. Με τη λειτουργία του “συνθλίβει” τη γυναίκα και στη συνέχεια τη χρησιμοποιεί σαν “καύσιμο”, για να συνεχίσει τη λειτουργία του και άρα να εξακολουθεί να τη “συνθλίβει”.
Σε μια ανάλογη “παγίδα” πέφτει και ο άνδρας. Από τη στιγμή που θα ωριμάσει κι αυτός σεξουαλικά, μπαίνει στο “παιχνίδι” της αναζήτησης. Μπαίνει όμως ως “περαστικός”. Δεν κρίνει και δεν αξιολογεί όπως θα έπρεπε την εκάστοτε ερωμένη του. Γιατί; Γιατί περιμένει να γίνει “πετυχημένος”. Γιατί περιμένει να γίνει “εραστής” όλων των γυναικών και να διαλέξει από ένα τεράστιο σύνολο όποια θέλει. Όποια καλύπτει όλες τις “προδιαγραφές” της δικής του αξίας. Το αποτέλεσμα; Μπορεί να γνωρίσει την τέλεια γυναίκα γι’ αυτόν —ακόμα και στην αρχή της πορείας του— και να μην την αξιολογήσει όπως της αξίζει. Να την “προσπεράσει” και στη συνέχεια να την “πατήσει”. Η “επιτυχία” να μην έρθει ποτέ και γυναίκα ανάλογης ποιότητας να μην συναντήσει επίσης ποτέ.
 
 
Απόσπασμα από το ολοκαίνουργιο βιβλίο του Παναγιώτη Τραϊανού:
«2012… Η ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΘΑ ΣΩΣΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ»
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ
Share: