Ο ΑΓΡΟΤΗΣ της δοκιμασμένης χθεσινής και σημερινής πολιτικής των μεγάλων κομμάτων βιώνει μια πρωτοφανή κατάντια. Σήμερα είναι φτωχότερος από ποτέ. Η ανεξέλεγκτη ακρίβεια και η λεηλασία του κόπου του, τον έχουν καθηλώσει στην απόλυτη φτώχεια. 
Ο αγρότης με άγχος, στερήσεις και κόπο προσφέρει όσο μπορεί στην κοινωνία μέσα από την προσπάθειά του να συντηρήσει την οικογένειά του και —αν τα καταφέρει, συνειδητοποιώντας την άσχημη δική του κατάσταση— να σπουδάσει όπως-όπως και ό,τι κι ό,τι μέσα από δάνεια τα παιδιά του, υποθηκεύοντας τα  χωράφια του και τα σπίτια του. 

Δεν είναι δυνατόν ένα λίτρο γάλα, που απαιτεί άπειρο κόπο και κόστος παραγωγής να κοστίζει το ίδιο με μια απλή εμφιάλωση νερού από μια οποιαδήποτε πηγή. Δεν είναι δυνατόν ένας αγρότης να χρειάζεται να πουλήσει δέκα κιλά βαμβάκι ή δέκα κιλά μήλα ή δέκα κιλά σιτάρι, για ν’ αγοράσει ένα πακέτο τσιγάρα. Δεν είναι δυνατόν να πουλάς την ημερήσια παραγωγή γάλακτος μισού κοπαδιού, για να πάρεις ένα απορρυπαντικό. Η υποτίμηση των αγροτικών προϊόντων έναντι των υπολοίπων προϊόντων γίνεται σε όλα τα επίπεδα αντιληπτή.
Αν αυτά γίνονταν επί Τουρκοκρατίας, θα είχε ξεσπάσει ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ. Σήμερα γίνεται και κανένας δεν αντιδρά, γιατί τα κόμματα έχουν “υπνωτίσει” τον αγροτικό κόσμο και τον κοροϊδεύουν συστηματικά.
 

ΠΟΙΟΙ και ΓΙΑΤΙ ΚΟΡΟΪΔΕΥΟΥΝ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ
ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΑΓΡΟΤΗ.
 
Τα κόμματα της Αθήνας είναι υπεύθυνα για όλα τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου. Γιατί; Γιατί έχουν να υπερασπιστούν τα δικά τους συμφέ­ροντα. Τα συμφέροντα των αστών της Εκάλης και του Ψυχικού. Τα συμφέροντα των δικών τους παιδιών. Τα συμφέροντα των χορηγών τους. Όλοι αυτοί οι πλούσιοι του “αέρα” δεν έχουν περιουσία, η οποία να παράγει προϊόντα. Δεν κοπιάζουν, για να παράγουν προϊόντα. Βασίζονται στη λεηλα­σία των περιουσιών και των κόπων της επαρχίας προκειμένου να πλουτίσουν.
Το σύστημα αυτούς ευνοεί εις βάρος όλων των άλλων. Τους κάνει πλού­σιους, χωρίς να έχουν χρήματα. Τους δίνει ένα μπλοκ επιταγών και τους “αμολάει” στο ύπαιθρο να λεηλατήσουν τους αγρότες. Με την παγκόσμια “πρωτοτυπία” των μεταχρονολογημένων επιταγών, άλλοι διαθέτουν κεφάλαιο και παραγωγή και άλλοι εισπράττουν τον πλούτο της αγοράς. Το αποτέ­λεσμα; Ο αγρότης, που εργάζεται μέρα-νύχτα στα χωράφια του για να παράγει το προϊόν του, βγάζει λιγότερα από τον πονηρό έμπορο, που μέσα σε ένα απόγευμα θα μεταφέρει το δικό του προϊόν μέχρι τον προορισμό επεξεργασίας. Ο κτηνο­τρόφος, που εργάζεται μέρα-νύχτα ανάμεσα στα ζώα, βγάζει πολύ λιγότερα από τον πονηρό έμπορο, που θα πάρει το δικό του προϊόν, για να το πάει μέχρι το σούπερ μάρκετ.
Απλά είναι τα πράγματα. Τα προϊόντα παράγονται από σκληρά και βασανισμένα χέρια του μόχθου, αλλά τα ευρώ που προκύπτουν από τις πωλήσεις τους πηγαίνουν σε χέρια με μανικιούρ. Αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα. Άλλοι έχουν τα χωράφια και άλλοι παίρνουν τις σοδειές. Άλλοι σπέρνουν και άλλοι θερίζουν. Άλλοι ταΐζουν και άλλοι αρμέγουν. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν γίνει μεγιστάνες από το γάλα και δεν έχουν δει ποτέ στη ζωή τους ζωντανή αγελάδα. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν γίνει μεγιστάνες από τις πατάτες, άσχετα αν νομίζουν ότι τις μαζεύουν με σκάλες από τα “πατατόδενδρα”.
Αυτή είναι η φάμπρικα που ταΐζει τους κηφήνες της Αθήνας. Η επαρχία και τα χωράφια της είναι η “αποικία” της. Για να μην αντιδρούν οι “ιθαγενείς”, τα κόμματα των Αθηνών ακολουθούν μια μόνιμη πολιτική. Μια πολιτική, που έχει ως στόχο την υποβάθμιση του αγροτικού κόσμου. Την απόλυτη απαξίωσή του. Αυτός ήταν κι εξακολουθεί να είναι ο μόνιμος στόχος των αστικών κομμάτων. Να επιτρέπουν στους κολλητούς τους και τους συνεταίρους τους τη λεηλασία των εργαζομένων αγροτών. Αυτό “πουλάνε” στους χορηγούς τους. Εξυπηρετούν τα συμφέροντα της συμμορίας όλων αυτών που δεν εργάζονται και “κονομάνε” εις βάρος των κορόιδων.
Αυτούς υπηρετούν τα κόμματα. Αυτούς, που περνούν τον χρόνο τους τεμπελιάζοντας στο Κολωνάκι και όταν έρθει η ώρα της σοδειάς πηγαίνουν στις επαρχιακές τους “αποικίες”. Πηγαίνουν στους “ιθαγενείς” όλων των αγροτικών περιοχών, για να τους λεηλατήσουν. Σ’ αυτούς που βάζουν τις περιου­σίες και τον κόπο τους για να παράγουν και στο τέλος παίρνουν ψίχουλα. Σε όλους τους τομείς της αγροτικής παραγωγής το ίδιο γίνεται. Ο παραγωγός, ενώ θεωρητικά είναι ο πιο ισχυρός παράγοντας της διαδικασίας της παραγωγής, στο τέλος αδικείται και παίρνει τα ελάχιστα. Ίσα-ίσα για να επιβιώνει χρεοκοπημένος και όμηρος των τραπεζών, μέχρι να αδικηθεί ξανά την επόμενη χρονιά. Δεν τον εξοντώνουν πλήρως, απλά για να μην τον χάσουν από “πελάτη”. Κάποιος πρέπει να εργάζεται, για να επιβιώνουν οι τεμπέληδες.
Είτε μιλάμε για προϊόντα, τα οποία φτάνουν νωπά στην αγορά είτε μιλάμε για προϊόντα, τα οποία μεταποιούνται ή αποτελούν τις πρώτες ύλες τις βιομη­χα­νικής παραγωγής, πάντα τα ίδια γίνονται. Η αναλογία στο μοίρασμα των κερδών είναι παντελώς άδικη για τους αγρότες παραγωγούς.
Πηγαίνουν και παίρνουν από τους παραγωγούς εβδομήντα λεπτά το κιλό τα κεράσια, για να τα πουλήσουν επτά ευρώ στους καταναλωτές. Αναλογία κερδών ένα προς δέκα υπέρ των λαμογιών. Πηγαίνουν και παίρνουν το σιτάρι δεκαεπτά λεπτά το κιλό και το ψωμί φτάνει στον καταναλωτή 1,7 ευρώ. Αναλογία κερδών και πάλι ένα προς δέκα υπέρ των τρίτων. Πηγαίνουν και παίρνουν 35 λεπτά το βαμβάκι το κιλό και μια μπλούζα δεν φτάνει στον κατα­να­λωτή με λιγότερα από πενήντα ευρώ. Αναλογία κερδών ένα προς εκατόν πενήντα υπέρ των τρίτων. Μια αναλογία, η οποία εύκολα γίνεται ένα προς τριακό­σια ή τετρακόσια με την υπογραφή μιας διάσημης “τρελής” σχεδιάστριας.
Αυτή είναι δυστυχώς η κατάσταση. Λεηλατούνται ως παραγωγοί και πέφτουν οι ίδιοι στη συνέχεια θύματα κερδοσκοπίας ως καταναλωτές. Δεν εξαιρούνται από την κερδοσκοπία της αγοράς. Θα πληρώσουν και οι ίδιοι πανάκριβα το όποιο προϊόν δεν διαθέτουν οι ίδιοι ή θα πρέπει να το αγοράσουν μεταποιημένο. Αυτοί βάζουν μόνον τα έξοδα. Είναι παρόντες μόνον στα κόστη. Στα κέρδη απουσιάζουν. Οι αγρότες βάζουν χωράφια, δένδρα, κόπο, πετρέλαια, φάρμακα και άμεσους φόρους (ΦΠΑ) και όλοι οι υπόλοιποι, μεσάζοντες και λαμόγια, βάζουν μόνον την “ομορφιά” τους. Αυτοί οι “όμορφοι” είναι οι χορηγοί των μεγάλων κομμάτων.
Ζώντας σε μια εποχή, όπου την καθημερινή ειδησεογραφία την απασχολούν φαινόμενα εκβιασμών, χρήσιμο είναι να υπενθυμίσουμε ότι τα μεγαλύτερα θύματα εκβιασμού στην πατρίδα μας είναι οι αγρότες μας. Ενός εκβιασμού σκληρού, που πραγματοποιείται συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση και το οποίο κανένας δεν τον καταγγέλλει. Συμμορίες εμπόρων εκβιάζουν τους αγρότες και ρυθμίζουν τις τιμές των προϊόντων στα επίπεδα που ευνοούν μόνον τους ίδιους. Κάθε φορά που υπάρχει συγκομιδή αγροτικών προϊόντων, πραγματοποιούν ή απλά απειλούν με παράνομες εισαγωγές ομοειδών προϊόντων, απλά για να τους εκβιάσουν.
Με λίγα φορτηγά στα σύνορα, φορτωμένα με αμφιβόλου ποιότητας και άγνωστης προέλευσης φτηνά προϊόντα, εκβιάζουν τους παραγωγούς. Τους φέρνουν απέναντι σε παραγωγούς άλλων οικονομιών, τις οποίες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν. Το αποτέλεσμα είναι ο Έλληνας αγρότης να πληρώνεται σαν “Αιγύπτιος” αλλά να ζει πάμφτωχος σε μια πανάκριβη Ελλάδα. Αντιλαμβανόμαστε ότι όλοι αυτοί οι στυγνοί εκβιαστές αυτές τις παρανομίες δεν μπορούσαν να τις κάνουν χωρίς τις “πλάτες” του κράτους. Χωρίς τις “πλάτες” των κομμάτων, που ελέγχουν το κράτος.
Αυτά τα κόμματα είναι οι απόλυτοι εκφραστές της κοινωνικής υποκρισίας. Άλλα υπόσχονται στους κολλητούς τους στην Αθήνα και άλλα υπόσχονται στους αγρότες. Τους αγρότες όλοι αυτοί τους θέλουν μόνιμα φτωχούς, αγράμ­ματους κι ανενημέρωτους. Πόσες φορές τους επισκέφθηκαν μετά τις πρόσφατες εκλογές; Πόσες φορές δέχτηκαν να ακούσουν τα προβλήματά τους; Να είναι σίγουροι ότι το επόμενο ραντεβού μαζί τους θα είναι στις επόμενες εκλογές Τους θέλουν μόνον πειθήνιους ψηφοφόρους και τίποτε άλλο.
Πέρα από ψέματα και ανέξοδες υποσχέσεις δεν τους συμφέρει να πουν οτιδήποτε άλλο. Γνωρίζουν ότι, λίγο ν’ αλλάξει η αναλογία στην κατανομή των κερδών, η επαρχία θα ορθοποδήσει και θα αποκτήσει φωνή απέναντι στα κέντρα εξουσίας. Λίγο ν’ αλλάξουν τα ποσοστά της μοιρασιάς, ο αγροτικός κόσμος θα γίνει εύρωστος και η επαρχία θα σφύζει από ζωή. Κι όμως δεν θέλουν να μοιραστούν τίποτε από τα κέρδη τους. Έχουν άλλους να ταΐσουν από αυτά τα κέρδη. Όλα τα λαμόγια της Αθήνας και της επαρχίας.
Τους συνενόχους, οι οποίοι συνδράμουν στη λεηλασία. Κρατικούς υπαλλήλους, τραπεζίτες, καναλάρχες, διαφημιστές, δημοσιογράφους, τοπικούς λακέδες, ρουφιάνους και διαπλεκόμενους της επαρχίας (τους οποίους στηρίζουν και πολιτικά) κλπ.. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν θέλουν να περιφέρονται στην επαρχία άνθρωποι, οι οποίοι μπορούν να απειλήσουν τα κέρδη τους αυτά. Κάποιοι δεν ήθελαν και δεν θέλουν ο αγροτικός κόσμος —ως κεφαλαιοκρατικός— να επανακτήσει την ισχυρή του προσωπικότητα και να βαστάει τα μορφωμένα παιδιά του στην αγροτική δραστηριότητα.
Για όλους τους τεμπέληδες των Αθηνών είναι εχθρός τους η μόρφωση και ο πλούτος των αγροτών. Απειλεί τα συμφέροντά τους. Οι Αθηναίοι αστοί, τα μορφωμένα παιδιά του αγροτικού κόσμου τα ήθελαν στην πόλη, για να τα εκμεταλλεύονται εκ του ασφαλούς και όχι να τα βρίσκουν στα χωράφια των πατέρων τους και να τους εμποδίζουν στη λεηλασία. Τα ήθελαν κομμωτές και λογιστές στην πόλη και όχι δυνάμει βιομηχάνους της μεταποίησης της οικογενειακής τους παραγωγής. Τη χρυσοφόρα μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων την προόριζαν μόνον για τα δικά τους παιδιά. Τα παιδιά της Εκάλης, του Ψυχικού και του Κολωνακίου. Αυτή η προπαγάνδα είχε ως αποτέλεσμα να παραμένουν στην αγροτική παραγωγή γέροντες κι αγράμματοι νέοι, για να γίνονται εύκολη “λεία” των εμπόρων. Να γίνονται εύκολη λεία των αθηναϊκών καρτέλ.
Ας ψάξει κάποιος να δει ποιοι χρηματοδοτούν τους Κωστάκηδες και τους Γιωργάκηδες και θα βρει τους “δήμιους” του αγροτικού κόσμου. Είναι προφανές ότι το κράτος και τα κόμματα έχουν βρει τη λύση. Όλοι βάζουν τα χέρια τους στην παραγωγή του αγροτικού κόσμου και μετά μοιράζονται από κοινού τη λεία. Ας ψάξει κάποιος την κατάσταση και μέσα σ’ αυτήν θα βρει τις οργανωμένες συμμορίες των μπράβων και των κουμπάρων.
Όταν το κράτος δίνει στους υψηλόβαθμους υπαλλήλους και στα κομματικά διορισμένα στελέχη του σε ΔΕΚΟ και σε διάφορα ΤΕΑΔΥ μισθούς χιλιάδων ευρώ —βέβαια όλα με αντιπαροχές—, από κάπου τα βρίσκει. Απλά είναι τα πράγματα. Από κάποιους τα παίρνει, για να τα δίνει στους δικούς του. Όταν ένας υπάλληλος ή στέλεχος βγάζει πιο πολλά χρήματα ακόμα και από έναν μεγαλοκτηματία, ευνόητο είναι ότι υπάρχει κλοπή. Δεν είναι δυνατόν τα περισσότερα χρήματα στην αγορά να δίνονται για τα είδη διατροφής και αυτοί που τα παράγουν να είναι φτωχοί. Ο αγρότης καθηλώνεται στη φτώχεια, για να εισπράττει το κομματόσκυλο. Με χρήματα του αγροτικού κόσμου έχουν κτιστεί οι βίλες στις διάφορες Εκάλες.
Η υπομονή με τη λιτότητα και το σφίξιμο των ζωναριών “για ένα καλύτερο αύριο”, που προτείνουν στους αγρότες οι πολιτικοί διαμέσου των ΜΜΕ και των μεγαλοδημοσιογράφων, έχει πλέον εξαντληθεί και δεν έχει κανένα νόημα να αναφέρεται, όταν όλοι αυτοί οι συνένοχοι δίνουν το ακριβώς αντίθετο παράδειγμα και συλλαμβάνονται καθημερινά με τα χέρια βυθισμένα μέχρι τους αγκώνες μέσα στο “μέλι” της δημόσιας περιουσίας. Της περιουσίας του ελληνικού λαού. Καθημερινά οι βαλίτσες με τα εκατομμύρια ευρώ πηγαινοέρχονται και αλλάζουν χέρια με όλο και αυξανόμενη συχνότητα, σαν να αναμένεται τις επόμενες μέρες η κατάρρευση του κράτους.
Ξεπούλημα δημοσίου κεφαλαίου χωρίς να ερωτηθεί ο ιδιοκτήτης λαός, κομπίνες στο χρηματιστήριο, μίζες από παντού, ακάλυπτα ομόλογα, ανεξέλεγκτες χρηματοδοτήσεις κομμάτων, μυστικά κονδύλια υπουργείων, έξοδα αδικαιολόγητα και χωρίς παραστατικά, βρίσκονται στη λίστα του μενού των επικίνδυνων “καλοφαγάδων” της αχαρακτήριστης κι ανεξέλεγκτης πλέον κατάστασης. Ό,τι προλάβει ο καθένας ν’ αρπάξει, πρόλαβε. Η “ανεξάρτητη” και “αδιάφθορη” δικαιοσύνη έτσι κι αλλιώς “κοιμάται”.
Δεν μας έχουν πει όμως πόσα χρόνια ακόμα πρέπει να κάνουμε υπομονή για τις καλύτερες αυτές μέρες που θα έρθουν, αν ποτέ έρθουν και πόσο ακόμη πρέπει να δεχόμαστε να παρακολουθούμε το θέατρο των “κοιμισμένων”. Εδώ και πενήντα χρόνια ακούμε τα ίδια και τα ίδια. Ας μας πουν επιτέλους πόσα χρόνια ακόμα να περιμένουμε και να παρακολουθούμε δημοκρατικά αμέτοχοι… άλλα 50, άλλα 100 ή άλλα 500;
 
 
 
Εθνική ανάγκη είναι η επιβίωση του αγροτικού κόσμου.
(Οι αγρότες φυλάνε Θερμοπύλες,
γιατί αυτές οι Θερμοπύλες βρίσκονται πάνω στα χωράφια τους.)
 
‘Ομως, όλα αυτά εκτός από άδικα είναι κι επικίνδυνα. Είναι επικίνδυνα για την εθνική μας ασφάλεια. Αποτελεί εθνική ανάγκη ν’ αλλάξει η κατάσταση. Γιατί; Διότι σήμερα το σύνολο της γεωργικής παραγωγής το παράγει μια ηλικιωμένη γενιά, η οποία σύντομα θα “φύγει” από την παραγωγή. Δεν την ακολουθούν νέοι. Δεν την ακολουθούν ούτε καν τα δικά της παιδιά. Αυτά τα παιδιά πήραν κάποια πτυχία και περιμένουν άνεργοι να διοριστούν. Δεν εργάζονται στα χωράφια κι ούτε τους ενδιαφέρουν τα χωράφια. Έχουν πειστεί από το σκουπιδαριό των ΜΜΕ ότι δεν πρέπει να “καταντήσουν” αγρότες. Έχουν πειστεί ότι πρέπει να γίνουν “μάνατζερ” επιχειρήσεων. Κοιμούνται κι ονειρεύονται να γίνουν “δημοσιογράφοι” στην αποδοτικότατη πλέον θέση του “δημοσιογράφου”. Έχουν πειστεί για τη μεγάλη “επιτυχία” της πόλης, άσχετα αν δουλεύουν ως σερβιτόροι και κατοικούν στις τρώγλες των μεγαλουπόλεων.
Αυτήν τη στιγμή “αιμορραγεί” πληθυσμιακά η επαρχία. Τα παιδιά της πετάνε σαν τα τρομαγμένα πουλιά και δεν ξαναγυρνάνε πίσω. Εκεί φτάσαμε. Κάποτε γίνονταν επαναστάσεις και χυνόταν αίμα για λίγα μέτρα γης και σήμερα φτάσαμε στο σημείο να υπάρχουν ακαλλιέργητα ολόκληρα φέουδα και να μην τα θέλουν οι κληρονόμοι τους. Τα χωράφια αυτοί οι “πλανεμένοι” κληρονόμοι θέλουν να τα πουλήσουν, για να πάρουν καινούργια αυτοκίνητα ή διαμερίσματα στην πόλη. Ολόκληρες περιουσίες ξεπου­λιούνται για να χρημα­το­δοτήσουν καφετέριες, κομμωτήρια και άλλες υποδεέστερες της αγροτικής κεφαλαιοκρατίας επιχειρήσεις. Αυτό όμως είναι τραγικό. Αυτό απειλεί την ίδια την εθνική μας επιβίωση. Σταδιακά τα χωράφια θα περάσουν στα χέρια αυτών που μπορούν να τα δουλέψουν και είναι αλλοδαποί. Πακιστανοί, Ινδοί και άλλοι αλλοδαποί θα είναι στο άμεσο μέλλον οι αγρότες της Ελλάδας.
Λαός όμως, που δεν έχει αγροτικό κόσμο, δεν επιβιώνει επί μακρόν. “Εξατμίζεται”, όπως το νερό πάνω στο πυρακτωμένο τηγάνι. Ο αγροτικός κόσμος είναι οι “ρίζες” ενός λαού στην πατρίδα του. Όταν ένας λαός περιορί­ζεται στην αστική δραστηριότητα, είναι θέμα χρόνου να εξαφανιστεί. Αν δεν εξαφανιστεί μόνος του, είναι βέβαιο ότι θα τον εξαφανίσουν οι εχθροί του, γιατί δεν έχει δυνατότητες αντίδρασης. Τον βάζεις στα καράβια και τον διώχνεις από την πατρίδα του. Λίγο “συνωστισμός”, όπως αυτός της Σμύρνης και τελείωσε. Πού είναι οι πλούσιοι Έλληνες αστοί της Πόλης; Μέσα σε μια νύχτα τους έβαλαν σε ένα τραίνο και τους σκόρπισαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Αυτό θα γίνει με τον ελληνικό λαό, αν δεν αλλάξουν τα πρότυπά του. Σήμερα μάλιστα είναι πιο ευάλωτος από ποτέ, γιατί δεν χρειάζεται ούτε καν βία για να διαλύσει. Λίγο να ακριβαίνουν τα τιμολόγια των ιδιωτικοποιημένων και ξενόκτητων ΔΕΗ ή ΟΤΕ και όλοι μας θα αρχίσουμε να ετοιμάζουμε τις βαλίτσες μας για τις φάμπρικες της Γερμανίας. Για να επιβιώσουμε σήμερα θα πρέπει ν’ αλλάξουν άμεσα τα πρότυπα των Ελλήνων. Μέσα σ’ αυτά τα πρότυπα είναι και οι αγρότες.
Οι αγρότες φυλάνε Θερμοπύλες, γιατί αυτές οι Θερμοπύλες βρίσκονται πάνω στα χωράφια τους. Όταν πέφτουν τα σύνορα, πέφτουν και οι φράχτες των αγροτών και αυτοί έχουν μάθει να θυσιάζονται για την περιουσία τους. Όταν θα απειληθεί η πατρίδα μας, πρώτοι οι αγρότες θα τρέξουν να πολεμήσουν —ακόμα και με τις τσάπες— και μετά όλοι οι υπόλοιποι.
 
 
Ο αγρότης του μέλλοντος
(ως κοινωνικό πρότυπο) του ΕΑΜ.Β’
 
Στην Ευρώπη βλέπεις κτηματίες και δεν τολμάς να τους κοιτάξεις στα μάτια και στην Ελλάδα φτάσαμε στο σημείο να παίρνουμε ένα πτυχίο κομμωτικής και να μην καταδεχόμαστε να τους μιλήσουμε. Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα μιας εμετικής προπαγάνδας, η οποία είχε ως στόχο την υποβάθμιση της αγροτικής κοινωνίας, για να πλουτίζουν οι έμποροι, οι πολιτικοί και οι διαπλεκόμενοι. Μιας προπαγάνδας, που είχε συγκεκριμένο στόχο. Μιας προπαγάνδας, που είχε ως στόχο την ανάπτυξη του αθηνοκεντρισμού εις βάρος της επαρχίας. Που ήθελε τους πλούσιους βιομηχάνους της μεταποίησης να προέρχονται από τα μεγαλοαστικά “τζάκια” της κάθε Εκάλης και όχι από τους αγροτικής καταγωγής μορφωμένους επαρχιώτες. Που ήθελε τον έλεγχο και άρα τον πλούτο της αγοράς να τον παραδίδει σε κολλητούς και φίλους από τα Κολέγια των Αθηνών.
Ο ρόλος του αγρότη θα πρέπει ν’ αναβαθμιστεί. Πρέπει ο αγρότης να προβληθεί ως ένα θετικό κοινωνικό πρότυπο, ώστε να “έλκει” ανθρώπους στη γεωργική παραγωγή. Να προβληθεί ως πετυχημένο οικονομικό πρότυπο. Να έλκει προς τη δραστηριότητά του όχι μόνον τα δικά του παιδιά, αλλά και τα παιδιά και των υπολοίπων κοινωνικών τάξεων. Ο αγρότης είναι κεφαλαιο­κράτης. Έχει περιουσία και είναι επιχειρηματίας. Έχει εξοπλισμό αξίας εκατομμυρίων, για να παράγει. Δεν είναι ο κακομοίρης, όπως τον προβάλει το σύστημα, για να μπορεί να τον “παραδίδει” στους εμπόρους. Δεν είναι η μετάλλαξη του κολίγα, που πεινάει και στηρίζεται στην κρατική “ελεημοσύνη” για να επιβιώσει. Δεν είναι ο κακομοίρης, που, παρ’ όλο που έχει τεράστια περιουσία, θα στείλει το παιδί του να σπουδάσει οτιδήποτε, για να “σωθεί”.
Η ανάδειξη του αγρότη ως κοινωνικού και οικονομικού προτύπου δεν απαιτεί κάποιου είδους εύνοια. Προστασία απαιτεί. Προστασία του αγρότη από τα “κοράκια”. Ο αγροτικός κόσμος πρέπει να ζει πλούσια, γιατί είναι κεφαλαιο­κράτης και οι κεφαλαιοκράτες είναι από τη φύση τους πλούσιοι. Πρέπει απλά να αφεθεί να εισπράττει ο ίδιος τον πλούτο που παράγει. Να μην αφήνεται στη λεηλασία των εμπόρων και των λαμογιών. Ο αγροτικός κόσμος είναι επιχειρηματικός κόσμος και θα πρέπει να αναβαθμιστεί η αγροτική μας κουλτούρα. Γνώση, που αφορά την αγροτική παραγωγή, θα πρέπει να ενταχθεί στη βασική εκπαίδευση των συστημάτων παιδείας.
 
Αποτελεί υψίστης εθνικής σημασίας στόχο να προστατευτεί ο αγροτικός κόσμος. Να μπορεί να ζει πλούσια και άρα να “δένεται” όσο πιο πολύ γίνεται με την πατρίδα του. Να συγκαταλέγεται στις τάξεις της κεφαλαιοκρατίας και να συνδιαμορφώνει την εθνική μας πολιτική. Ελλάδα μπορεί να υπάρξει στο μέλλον μόνον αν υπάρχουν Έλληνες αγρότες. Πλούσια Ελλάδα μπορεί να υπάρξει μόνον αν είναι πλούσιοι οι Έλληνες αγρότες. Ισχυρή Ελλάδα μπορεί να υπάρξει μόνον αν η γη της συνδεθεί με ισχυρά συμφέροντα ενός ισχυρού αγροτικού κόσμου.
 
 
ΠΩΣ ΘΑ ΚΙΝΗΘΕΙ ΤΟ ΕΑΜ Β’
Ο κυρίαρχος προσανατολισμός της αγροτικής πολιτικής του ΕΑΜ Β’ είναι ένας και μοναδικός. Η απόλυτη επικράτηση του παραγωγού έναντι του εμπόρου. Η απόλυτη επικράτηση αυτού που έχει περιουσία, που εργάζεται και που έχει έξοδα παραγωγής, έναντι του “αεριτζή” εμπόρου. Η αλλαγή των ποσοστών στη μοιρασιά των κερδών.
Το ΕΑΜ Β’ είναι υπέρ της ελεύθερης αγοράς, αλλά όχι υπέρ της ανεξέλεγκτης “ζούγκλας”. Αυτή η “ζούγκλα” είναι εχθρός του και σ’ αυτήν θα προσπαθήσει να βάλει τάξη. Για όσο διάστημα κάποιους θα τους συμφέρει αυτή η “ζούγκλα”, τίποτε δεν θα αλλάζει. Για όσο διάστημα αυτοί οι κερδοσκόποι θα είναι οι “χορηγοί” των μεγάλων κομμάτων, οι πολιτικοί θα “δουλεύουν” τους αγρότες. Αυτούς τους πολιτικούς και τα ξένα αφεντικά τους έχει εχθρούς το ΕΑΜ Β’ και αυτοί πρέπει να είναι οι εχθροί και του αγροτικού κόσμου.
Ελεύθερη αγορά δεν είναι να βρεις τον φτωχό παραγωγό και να του πιεις το αίμα.
Ελεύθερη αγορά δεν είναι να πας στην αγορά και ελέγχοντας την παραγω­γή, να εκβιάζεις τον καταναλωτή.
Ελεύθερη αγορά δεν είναι να πάει κάποιος με ακάλυπτες επιταγές και να εμφανιστεί με παραγωγή στα χέρια του μεγαλύτερη από την παραγωγή ολόκληρης της Θεσσαλίας.
Ελεύθερη αγορά είναι να υπάρχουν νόμοι και κανόνες, που συμφέρουν το κοινωνικό σύνολο. Ελεύθερη αγορά είναι να μην αδικούνται οι εργαζόμενοι και να μην λεηλατούνται οι καταναλωτές.
 
 Η ΤΥΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ
ΣΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥΣ ΧΕΡΙΑ.
 
Οι αγρότες πρέπει να καταλάβουν ότι, αν δεν ξεσηκωθούν για τα δίκια τους, δεν έχουν ελπίδες επιβίωσης. Αν δεν το κάνουν, Πακιστανοί, Ινδοί και άλλοι αλλοδαποί θα τους αντι­κατα­στήσουν στην ελληνική ύπαιθρο και τα παιδιά τους θα καταλήξουν σερβιτόροι, νοικιάζοντας τρώγλες στις μεγαλουπόλεις. Πρέπει να πάψουν να ελπίζουν στα υπάρχοντα αστικά κόμματα. Στα κόμματα των κολλητών και των συμφοιτητών των κομματαρχών. Μόνοι τους οι αγρότες πρέπει ν’ αγωνιστούν για τα συμφέροντά τους.
Κεφάλαιο διαθέτουν και πρέπει να φερθούν όπως απαιτεί η σύγχρονη οικονομία. Πρέπει να ανακαλύψουν τη δύναμη τοπικών αγροτικών εταιρειών, οι οποίες θα λειτουργούν κάτω από τη σύνθεση, την προστασία και τον απόλυτο έλεγχο των αγροτών και θα προστατεύονται από το κοινωνικό, δίκαιο και πραγματικά δημοκρατικό κράτος. Όχι τα συνεταιριστικά μορφώματα των παλαιών διαλυμένων και αισχρά κομματικοποιημένων αγροτικών συνεταιρισμών.  Μια σχεδόν υποχρεωτική συμμετοχή των αγροτών στις εταιρείες αυτές δεν μειώνει την ελευθερία στην επιχειρηματικότητά τους. Δεν “νοθεύει” την ελεύθερη αγορά και δεν αποτελεί κάποιο “σοσιαλιστικού” τύπου μόρφωμα.
Η εταιρειοποίηση αποτελεί συλλογική άμυνα των ιδιοκτητών και αυτό ανήκει στην “παράδοση” του καπιταλισμού. Οι πόλεμοι κερδίζονται ευκολότερα με συμμαχίες και οι αγρότες πρέπει να συμμαχήσουν μεταξύ τους, για να κερδίσουν τη δύσκολη μάχη της αγοράς. Πολλοί μικροί αγρότες μαζί είναι ένας μεγάλος φεουδάρχης και τους φεουδάρχες δεν τολμά να τους αδικήσει κανένας. Για τους αγρότες-καπιταλιστές αυτή η εταιρειοποίηση είναι ακόμα πιο χρήσιμη, γιατί είναι πιο “ευάλωτοι” από άλλους κεφαλαιοκράτες συναδέρφους τους.
Η εταιρειοποίηση αποτελεί μονόδρομο γι’ αυτούς, λόγω των ιδιομορφιών του κεφαλαίου τους. Δεν έχουν εργοστάσια, ώστε να μην επηρεάζεται η παραγωγή τους από ανεξέλεγκτους παράγοντες, όπως για παράδειγμα είναι ο καιρός. Δεν παράγουν με ιδιόκτητη τεχνογνωσία ειδικά προϊόντα, τα οποία δεν μπορεί να τα παράγει ο ανταγωνισμός τους. Δεν παράγουν προϊόντα, τα οποία μπορούν να αποθηκευτούν έπ’ άπειρον σε αποθήκες, προκειμένου να προστατευτούν από τα “κοράκια” της αγοράς. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να τους διασφαλίσουν ένα εξασφαλισμένο και αξιοπρεπές εισόδημα ακόμα και σε δύσκολες χρονιές. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να τους εξασφαλίσουν καλές τιμές στα προϊόντα τους. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να διώξουν τα “κοράκια” της Αθήνας από τα χωράφια τους.
Αυτό είναι το ζητούμενο. Ο έλεγχος της αγοράς. Ο έλεγχος του “ταμείου”. Αυτό πρέπει να γίνει ο στόχος των αγροτών. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να τους δώσουν τον έλεγχο της αγοράς. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να τους δώσουν απευθείας πρόσβαση τόσο στην ευρύτερη αγορά όσο και στην αγορά των πρώτων υλών της βιομηχανίας. Οι εταιρειοποιήσεις μόνον μπορούν να αποβάλλουν από την αγορά τα παράσιτά της. Να τα αποβάλουν ακόμα και από τις λαϊκές αγορές, οι οποίες αυτήν τη στιγμή μαστίζονται από τους εμπόρους. Κανένας έμπορος δεν θα πρέπει να έχει άδεια για πώληση αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές. Μόνον παραγωγοί υπό τον έλεγχο  της τοπικής αγροτικής εταιρείας.
Μιας εταιρείας ανεπτυγμένης ως ανώνυμη εταιρεία και ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μιας εταιρείας, η οποία θα αντλεί διοικητικά στελέχη από την αγορά εργασίας και μακριά από τα “κομματοστάσια” των δημοσίων υπαλλήλων. Μιας εταιρείας, της οποίας η διοίκηση θα έχει αστικές και ποινικές ευθύνες απέναντι στους μετόχους της. Μιας εταιρείας, που θα στήνει εργοστάσια δίπλα στα χωράφια των ιδιοκτητών της και όχι στα βόρεια αθηναϊκά προάστια.
Αυτές οι εταιρείες θα ζητούν οργανωμένα από την πολιτεία ό,τι δικαιούται ο αγροτικός κόσμος. Ό,τι δικαιούται ο παραγωγικός κόσμος. Όταν η παραγωγή αποτελεί το βασικό θεμέλιο για την ύπαρξη και την επιβίωση του ίδιου του κράτους, ευνόητα είναι μερικά πράγματα. Ό,τι ευνοεί την παραγωγή, πρέπει να το απολαμβάνουν οι αγρότες, όπως συμβαίνει και με τους συνάδερφούς τους βιομηχάνους. Αν γι’ αυτούς ή τους εφοπλιστές προβλέπεται “ειδικό” πετρέλαιο, το ίδιο να προβλέπεται και για τους αγρότες. Αν σήμερα υπάρχει “ναυτιλιακό” πετρέλαιο, για τους ίδιους λόγους πρέπει να υπάρχει και το “αγροτικό” πετρέλαιο.
Απλά είναι τα πράγματα. Δεν θα “χρεωθούν” οι αγρότες τη μάστιγα της λαθρεμπορίας, χρηματοδοτώντας από το υστέρημά τους την αδυναμία των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους να κάνουν τη δουλειά τους. Δεν θα πληρώνουν οι αγρότες ακριβό πετρέλαιο, επειδή το κράτος θέλει εκβιαστικά να εισπράξει φόρους από τους πολλούς, οι οποίοι το έχουν ανάγκη για να εργαστούν και όχι από τους λίγους πλούσιους, οι οποίοι απλά φοροδιαφεύγουν. Καθήκον του κράτους είναι να εμποδίζει τη λαθρεμπορία. Καθήκον του κράτους είναι να έχει ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα. Ένα καθήκον, το οποίο δεν το εκτελεί, γιατί οι περισσότεροι λαθρέμποροι και φοροφυγάδες είναι δικοί του άνθρωποι. Δικοί του υπάλληλοι και διάσημοι “χορηγοί” των κομμάτων.   
Όταν για την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής απαιτείται φτηνό πετρέλαιο, ευνόητο είναι ότι οι αγρότες θα πρέπει να το έχουν. Απαλλαγμένο από κάθε μορφής φόρων. Όχι όπως τώρα, που πληρώνουν πετρέλαιο “κίνησης” πριν καν ξεκινήσουν να εργάζονται στα χωράφια τους. Όταν για την ποιότητα της παραγωγής απαιτείται φυτοφάρμακο, ευνόητο είναι ότι θα πρέπει να το έχουν. Απαλλαγμένο από κάθε μορφής φόρων και κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του επιστημονικού δυναμικού του κράτους. Όχι όπως τώρα, που πέφτουν θύματα εμπόρων γεωπόνων, οι οποίοι ανεξέλεγκτα όχι μόνον τους “φορτώνουν” με περιττά έξοδα, αλλά ταυτόχρονα δηλητηριάζουν τις παραγωγές τους. Όταν για την “ευελιξία” της παραγωγής απαιτείται φτηνό και επιδοτούμενο αναπτυξιακό δάνειο, ευνόητο είναι ότι θα πρέπει να το έχουν. Όχι όπως τώρα, που η Αγροτική Τράπεζα από “σπίτι του αγρότη” κατάντησε το “σφαγείο του αγρότη”.
Δεν πρέπει ποτέ ο αγρότης να πληρώνει φόρους “προκαταβολικά” και πριν από τη συγκομιδή της παραγωγής του. Να πληρώνει φόρους σε καύσιμα, φυτοφάρμακα κλπ., για μια παραγωγή, η οποία για τον οποιονδήποτε λόγο μπορεί και να μην υπάρξει. Να κινδυνεύει να καταστραφεί από κόστη τα οποία δεν μπορούν να μπουν στην αγορά. Δεν αντέχει να πληρώνει φόρους, όπως συμβαίνει με άλλους επιχειρηματίες, οι οποίοι μπορούν —λόγω της φύσης της δουλειάς τους— να έχουν ένα καθημερινό “ταμείο”. Δεν μπορούν όλοι ν’ αντέξουν μια τέτοια κατανομή φορολογικών βαρών, γιατί δεν είναι όλοι ίδιοι. Ο αγρότης είναι ένας ιδιόμορφος παραγωγός, εφόσον είναι ιδιόμορφη η παραγωγή του. Στη δραστηριότητά του δεν υπάρχει αναλογικότητα μεταξύ του κόστους παραγωγής και του τελικού όγκου παραγωγής. Πληρώνει το ίδιο, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα. Το ίδιο τού κοστίζει το “όλον” και το “τίποτε”, εφόσον δεν γνωρίζει ποτέ αν στο τέλος της χρονιάς θα έχει “μήλα” ή “φύλλα”. Μια μέρα πριν τη συγκομιδή μπορεί να καταστραφεί.
Ο αγρότης δεν είναι όμοιος με άλλους επαγγελματίες, οι οποίοι όταν δεν έχουν παραγωγή δεν έχουν έξοδα. Δεν είναι όμοιος με τον βιομήχανο, ο οποίος μπορεί τα καθημερινά φορολογικά βάρη να τα μετατρέπει σε κόστη και να τα μετακυλάει σε μια απόλυτα προβλεπόμενη παραγωγή, η οποία θα οδηγηθεί στην αγορά. Δεν είναι όμοιος με τον ταξιτζή ή τον φορτηγατζή, ώστε η καθημερινή φορολογική επιβάρυνση να ισορροπείται από μια επίσης καθημερινή είσπραξη. Τους όποιους φόρους πρέπει υποχρεωτικά να πληρώνει ο αγρότης —όπως συμβαίνει και με τους υπόλοιπους πολίτες— πρέπει να τους πληρώνει από τα κέρδη της πώλησης της σοδειάς του. Να φορολογείται εκ των υστέρων και εφάπαξ. Ας μεριμνά το κράτος να έχει κέρδη ο αγρότης και ας τον φορολογεί.  
Αντιλαμβανόμαστε ότι εδώ δεν μιλάμε για ευνοϊκή μεταχείριση των αγροτών. Μιλάμε για απλή λογική. Μια λογική, που σήμερα απουσιάζει, γιατί απλά κάποιοι θέλουν τους αγρότες φτωχούς και σε μόνιμη ομηρία. Όταν κάποιος, για να φτάσει στην φορολογητέα παραγωγή, πρέπει να περάσει μέσα από μια τεράστια “έρημο” αγωνίας και εξόδων, ευνόητο είναι ότι δεν τον επιβαρύνεις στην “πορεία” του, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια του την ύπαρξη. Δεν του αφαιρείς πολύτιμο για την επιβίωσή του φορτίο. Τον περιμένεις να ολοκληρώσει την πορεία του και αν αυτήν στεφτεί με επιτυχία, τον μεταχειρίζεσαι ως πολίτη που πρέπει να φορολογηθεί.
Τότε μπορείς να του πάρεις κι αυτά που υποτίθεται του “χάρισες”, γιατί δεν ήθελες να τον θέσεις σε κίνδυνο. Τον αφήνεις να επιβιώνει εύκολα και όταν θα είναι εύρωστος τον φορολογείς Αυτό είναι το ζητούμενο, για ν’ αποκτήσουν οι αγρότες τον πλούτο που σήμερα στερούνται. Τον πλούτο που τους ανήκει και τους τον κλέβουν. Τους απελευθερώνεις από την ομηρία και στη συνέχεια τους μεταχειρίζεσαι ως παραγωγούς, οι οποίοι πρέπει να συνεισφέρουν στην κοινωνική λειτουργία. Πρέπει οι αγρότες να ζουν πλούσια, για να παραμείνουν στην επαρχία. Πρέπει οι αγρότες να έχουν ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο, για να επιβιώσει η Ελλάδα.
Το ΕΑΜ Β’ θα στηρίξει τους αγρότες στον αγώνα τους. Θα στηρίξει τη βάση της κεφαλαιοκρατίας στην Ελλάδα. Θα στηρίξει τον παραγωγικό κόσμο της γης, ο οποίος σήμερα εργάζεται σκληρά και λεηλατείται ασυστόλως. Στήριξη δίνει και στήριξη ζητάει και το ίδιο. Στα χέρια των αγροτών είναι η λύση των προβλημάτων τους. Τα γνωστά μεγάλα κόμματα πρόδωσαν του αγρότες και πρέπει να τιμωρηθούν. Μόνον με αυτόν τον τρόπο μπορεί η επαρχία να πάψει να αιμορραγεί πληθυσμιακά. Μόνον με αυτόν τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί η εθνοσωτήρια αποκέντρωση.
Μόνον όταν “στηθούν” τα εργοστάσια της μεταποίησης δίπλα στα χωράφια, μπορεί να ελπίζει η Ελλάδα σε επιβίωση. Μπορεί να ελπίζει στη μέγιστη ανταγωνιστικότητα. Μπορεί να ελπίζει ο ελληνικός λαός ότι θα διατηρήσει την κυριότητα της πατρίδας του. Τα εργοστάσια “έλκουν” εργατικό δυναμικό και όταν αυτά βρίσκονται στην επαρχία, ο κόσμος επιστρέφει στους τόπους καταγωγής του. Μόνον έτσι θα απαλείψουμε τη γάγγραινα της αστυφιλίας. Μόνον έτσι θα γεμίσει με κόσμο και ζωή η ερημωμένη σήμερα ελληνική επαρχία.
Τώρα μάλιστα έχουμε τη μεγαλύτερη ευκαιρία. Με την ολοκλήρωση των μεγάλων έργων υποδομής έχουν εκμηδενιστεί οι αποστάσεις.  Με δρόμους σαν την Εγνατία, η Ελλάδα έχει γίνει μια “γειτονιά”. Οι Έλληνες μπορούν να επιστρέψουν στην επαρχία, εφόσον δεν θα στερούνται “επαφής” με τις υπηρεσίες των μεγάλων αστικών κέντρων. 
Πρέπει οι αγρότες να στηρίξουν το ΕΑΜ Β’, αν θέλουν να επιστρέψουν τα χαμόγελα στα πρόσωπά τους. Η παντοκρατορία των λαμογιών και των τραπεζών πρέπει να τελειώσει.
 
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ
Share: