Τα περισσότερα “κακά” που βασανίζουν τους ανθρώπους προέρχονται από κακή χρήση των “καλών”. Ανάμεσα στα πολλά “καλά” που έχει επινοήσει ο άνθρωπος για να “ευφραίνει” την ψυχή του και να καλλιεργεί το πνεύμα του είναι και ο αθλητισμός. Ο αθλητισμός που όπως έχουμε μάθει να ακούμε από τους διάφορους “επαΐοντες” προάγει τον πολιτισμό και ενώνει τους ανθρώπους. Όλα αυτά είναι σωστά αλλά υπάρχει μια τρομερή διαφορά. Άλλο πράγμα είναι ο αθλητισμός και άλλο πράγμα το αθλητικό παιχνίδι.  Το σύστημα αυτήν την διαφορά την γνωρίζει αλλά ποτέ δεν την διευκρινίζει γιατί δεν το συμφέρει. Είναι σίγουρο ότι την γνωρίζει γιατί επί αιώνες “παίζει” και αυτό τα παιχνίδια του με τα αθλητικά παιχνίδια. Από την αρχαία Βαβυλώνα και την Ρώμη μέχρι και τους Μάγιας ή του Ίνκας γνώριζαν οι πάντες στην εξουσία την χρηστικότητα για την εξουσία της έννοιας του αθλητικού παιχνιδιού. Από τους νομάδες Αφγανούς που παίζουν ένα περίεργο “χόκευ” με “μπάλα” ένα πρόβατο μέχρι το σημερινό πολυδιαφημισμένο “μουντιάλ” του ποδοσφαίρου τα δεδομένα είναι ίδια. Με μέσον τα αθλητικά παιχνίδια εξυπηρετεί η εξουσία τις ανάγκες της.

Η διαφορά μεταξύ του αθλητισμού και του αθλητικού
παιχνιδιού είναι τεράστια. Ο αθλητισμός απευθύνεται στην ευφυία του ανθρώπου
ενώ το αθλητικό παιχνίδι απευθύνεται στο ένστικτο του ανθρώπου. Ως εκ τούτου ο
αθλητισμός είναι ελάχιστα εκμεταλλεύσιμος για την εξουσία ενώ με τα αθλητικά
παιχνίδια συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Το αθλητικό παιχνίδι δεν έχει καμιά
σχέση με τον πολιτισμό και την ειρήνη. Το αθλητικό παιχνίδι είναι μια σύγκρουση
αντιπάλων και έχει “συγγένεια” με την έννοια του πολέμου. Δεν ενώνει
τους ανθρώπους. Τους διχάζει και μπορεί να τους φέρει στα πρόθυρα της
σύγκρουσης. Τους “φορτίζει” μέχρι του σημείου να τους οχλοποιεί και
να τους παραδίδει στην εξουσία προς εκμετάλλευση.
Είναι σε θέση και έχει αποδειχθεί στο παρελθόν ότι
εξαιτίας ενός αθλητικού παιχνιδιού μπορεί να προκληθεί πόλεμος. Μπορεί να
μαλώσουν αδέρφια μεταξύ τους ή να μαλώσουν ερωτευμένοι μεταξύ τους. Από ένα
ασήμαντο αθλητικό γεγονός που γίνεται για την ειρήνη και την ομόνοια μπορεί να
γεννηθούν άσβεστα μίση. Όταν θέλεις να μονιάσεις δύο ανθρώπους ή δύο λαούς το
τελευταίο που κάνεις αν θέλεις πραγματικά να πετύχεις τον στόχο σου είναι να διοργανώσεις
ένα αθλητικό παιχνίδι προς τιμήν τους. Ακόμα και το πιο ακίνδυνο και βαρετό
παιχνίδι μπορεί να έχει τραγικά αποτέλεσματα.
Όλα αυτά το σύστημα τα γνωρίζει. Γνωρίζει πως να
εκμεταλλεύεται την έννοια του “παιχνιδιού” για να παθιάζει και να
“χειραγωγεί” τις μάζες. Από τον αυτοκράτορα της Ρώμης που έλεγχε τους
πληβείους της Ρώμης με τα πάθη του Κολοσαίου ώς τους σημερινούς
“σπόρτσμεν” πολιτικούς τα πάντα είναι ίδια. Οι ίδιες επιδιώξεις, οι
ίδιες υστεροβουλίες και τα ίδια ψέματα. Με “όχημα” τον αθλητισμό του
πολιτισμού το σύστημα περνά μέσα στην κοινωνία και τα αθλητικά παιχνίδια της
βαρβαρότητας.
Θα πάρουμε τα πράγματα με την σειρά για να καταλάβει ο
αναγνώστης σε τι ακριβώς αναφερόμαστε. Ο αθλητισμός ως έννοια είναι εφεύρημα
των αρχαίων Ελλήνων. Ως έννοια συνδέεται με την έννοια του άθλου. Του άθλου που
πραγματοποιεί ο άνθρωπος και τον θαυμάζουν για αυτό οι συνάνθρωποί του. Για να
καταλάβει όμως κάποιος τι είναι άθλος θα πρέπει να γνωρίζει την ίδια την έννοια
του ανθρώπου.
Τι είναι ο άνθρωπος; Ένα ζώο στο βιολογικό επίπεδο που
έχει θεϊκά χαρακτηριστικά σε ότι αφορά το αντίστοιχο πνευματικό επίπεδο. Είναι
ένα όν δηλαδή με διπλή φύση. Οι δύο αυτές διαφορετικές φύσεις έχουν
διαφεροτερικά χαρακτηριστικά και τα οποία έχουν διαφορετικά όρια. Όταν αυτά τα
όρια ξεπερνιούνται έχουμε το φαινόμενο του άθλου για τον άνθρωπο που τα
ξεπερνά. Αθλητής δηλαδή είναι αυτός που ανάμεσα στους υπόλοιπους ανθρώπους
βρίσκεται πλησίον στα ανθρώπινα όρια και δοκιμάζει να τα περάσει.
Αυτά τα όρια επειδή είναι διαφορετικά για την κάθε φύση
του ανθρώπου απαιτούν διαφορετικά προσόντα για να ξεπεραστούν. Όπως απαιτούνται
διαφορετικά προσόντα από έναν δρομέα για να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όρια της
ταχύτηας από έναν αρσιβαρίστα για να ξεπεράσει επίσης τα ανθρώπινα όρια της
δύναμης έτσι απαιτούνται και διαφορετικά προσόντα μεταξύ των
“αθλητών” των διαφορετικών ανθρωπίνων φύσεων. Διαφορετικά προσόντα
απαιτούνται για έναν φυσικό άθλο από αυτά που απαιτούνται για έναν πνευματικό.
Αθλητής είναι ένας δρομέας και αθλητής είναι ένας
ερευνητής-επιστήμονας. Το κοινό σε αυτές τις δύο περιπτώσεις είναι ο κόπος που
καταβάλει κάποιος για να καταφέρει τον στόχο του καθώς και η νοοτροπία του. Οι
αθλητές κοπιάζουν τρομερά για να προετοιμαστούν για την πραγματοποίηση του
άθλου τους. Είναι επίμονοι, ανταγωνιστικοί και έτοιμοι να υποστούν την
οποιαδήποτε θυσία προκειμένου να πραγματοποιήσουν τον στόχο τους. Αθλητές και
ερευνητές δηλαδή είναι απόλυτα όμοιοι στην νοοτροπία τους.
Ενώ όμως οι αθλητές των δύο αυτών φύσεων είναι απόλυτα
ίδιοι υπάρχει διαφορά στα ιδιαίτερα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα αθλήματα των
δύο αυτών διαφορετικών φύσεων. Η διαφορά αυτή είναι η εξής. Είναι μια διαφορά
που έχει σχέση με τον “στίβο” που αγωνίζεται ο κάθε αθλητής της κάθε
φύσης. Ο “στίβος” του σώματος είναι εξ αρχής ορισμένος και πεπερασμένος
ενώ ο “στίβος” του πνεύματος είναι “μεταβλητός” και
ακολουθεί τις ανάγκες του ανθρώπου. “Στίβος” για το πνεύμα μπορεί για
παράδειγμα να είναι ένα απόκρυφο κείμενο ή μια αρρώστια που μαστίζει την
ανθρωπότητα.
Αθλητές του πνεύματος είναι οι μελετητές που θα
προσπαθήσουν να αποκωδικοποιήσουν το απόκρυφο κείμενο και αθλητές είναι
επιστήμονες που θα προσπαθήσουν να βρούν την θεραπεία της αρρώστιας. Αθλητές
δηλαδή είναι αυτοί που θα προσπαθήσουν να δοκιμάσουν τις δυνατότητές τους εκεί
που ο μέσος άνθρωπος -ενώ τον αφορά ο “στίβος”- δεν μπορεί να
παρακολουθήσει. Εκεί που ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να διακριθεί γιατί δεν
έχει το απαραίτητο ταλέντο και βέβαια την κατάληλη προετοιμασία. Αθλητές δηλαδή
είναι αυτοί που θα δοκιμάσουν να πετύχουν τον άθλο.
Θα ξεκινήσουμε την ανάλυση μας από τα πιο εύκολα ώστε
να καταλάβει ο αναγνώστης τι ακριβώς συμβαίνει. Στο επίπεδο του σώματος τα
πράγματα είναι περιορισμένα. Ο άνθρωπος όπως όλα τα ζώα έχει συγκεκριμένα
χαρακτηριστικά που δεν αλλάζουν όσο και να προσπαθήσει. Δεν υπάρχει περίπτωση
να ξεφύγει από τα όρια που καθορίζουν το “είδος” του ως
“ζώο”. Δεν θα μπορέσει ποτέ να πετάξει στους ουρανούς ως αετός και
ούτε θα μπορέσει ποτέ να καταδυθεί στους ωκεανούς ως ψάρι. Είναι ένα ζώο
χερσαίο και ως εκ τούτου τα μετρήσιμα σωματικά χαρακτηριστικά του είναι όμοια
με αυτά που αφορούν και τα υπόλοιπα χερσαία ζώα. Μπορεί να μετρηθεί η ταχύτητά
του, η δύναμή του, η αλτικότητά του κτλ.
Ως “είδος” όμως έχει κάποιες απόλυτες τιμές
σε ότι αφορά αυτά τα χαρακτηριστικά. Τιμές που έχουν υπολογιστεί για το
ανθρώπινο είδος όπως έχουν υπολογιστεί και για τα άλλα χερσαία είδη. Αν ανοίξει
κάποιος μια εγκυκλοπαίδεια θα δεί τι ακριβώς είναι αυτές οι τιμές. Θα μάθει για
παράδειγμα ότι το γρηγορότερο χερσαίο είδος είναι το “τσιτάχ” και
μάλιστα θα δεί και μια τιμή αυτής της ταχύτητάς του. Τέτοιου είδους μέγιστες
τιμές έχουν όλα τα είδη για κάποια επιμέρους χαρακτηριστικά τους και αυτές
είναι οι τιμές που διαφοροποιούν τα “είδη” μεταξύ τους.
Ανάμεσα σε αυτά τα “είδη” είναι και το
ανθρώπινο. Ένα “είδος” που είναι πιο αργό από το “τσιτάχ” ή
την γαζέλα αλλά πολύ πιο γρήγορο από την χελώνα ή το πρόβατο. Ένα είδος που
έχει πιο πολύ δύναμη έλξης από την αλεπού αλλά λιγότερη δύναμη από έναν
ελέφαντα. Γιατί τα λέμε όλα αυτά τα προφανή; Για να καταλάβει ο αναγνώστης τι
ακριβώς είναι ο άθλος. Άθλος είναι να τρέξει ένας άνθρωπος πιο γρήγορα από ένα
τσιτάχ. Άθλος είναι να τραβήξει πιο πολλά κιλά από έναν ελέφαντα. Άθλος είναι
δηλαδή να ξεπεράσεις τις δυνατότητες του “είδους” σου.
Είναι αυτό δυνατόν; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί δεν
μπορείς να νικήσεις την φύση σου. Δεν μπορείς να ξεπεράσεις τα όρια που έχει
θέσει η φύση. Άρα τι συμβαίνει σε αυτήν την περίπτωση; Περιορίζομαστε στην βάση
της έννοιας του άθλου που είναι να είσαι ο καλύτερος του είδους σου. Ο ταχύτερος
ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο ισχυρότερος ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο αλτικότερος
ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτός που θα καθορίζει τις απόλυτες τιμές του είδους.
Ο άνθρωπος που για όσο διάστημα είναι ο καλύτερος σε ότι αφορά το επίτευγμά του
θα είναι αθάνατος.
Βασικό επίπεδο δηλαδή του άθλου είναι να είναι κάποιος
ο “καλύτερος” της γενιάς του και το ανώτατο επίπεδο του άθλου είναι
να είναι ο “καλύτερος” όλων των γενιών. Ο βασικός στόχος δηλαδή του
αθλητή είναι να γίνει πρωταθλητής και από εκεί και πέρα το όνειρό του είναι να
κάνει ένα ακατάρριπτο παγκόσμιο ρεκόρ. Με την έννοια του “παγκοσμίου
ρεκόρ” στην πραγματικότητα καθορίζουμε την μέγιστη τιμή σε κάποιο
χαρακτηριστικό του χερσαίου ζώου που λέγεται άνθρωπος.
Εδώ είναι και το λεπτό σημείο του αθλητισμού. Ο άνθρωπος
στον αθλητισμό έρχεται αντιμέτωπος με ένα φυσικό μέγεθος. Αν
“νικήσει” αυτό το μέγεθος “σπρώχνει” τα όρια. Στην συνέχεια
ταυτίζεται με αυτό το μέγεθος -που συνδέεται με τις προσωπικές του δυνατότητες-
και αυτό του δίνει την δόξα και την αθανασία. Για όσο διάστημα το όνομά του
συνδέεται με το καλύτερο μέγεθος θα είναι αθάνατος. Τόσο οι σύγχρονοι του
άθλητες όσο και οι επόμενοι αυτόν θα έχουν μπροστά τους και όχι αυτούς που
έτυχε να είναι αντίπαλοί τους σε έναν αγώνα. Αυτόν θα ανταγωνίζονται και με αυτόν
θα συγκρίνονται. Όχι για να νικήσουν τον ίδιο σε έναν αγώνα αλλά για να
ξεπεράσουν το φυσικό μέγεθος που αυτός αντιπροσωπεύει.
Μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος να έχει νικήσει όλους τους
συγχρόνους του και να μην γίνει ποτέ αθάνατος. Μπορεί να είναι μόνιμος πρωταθλητής
αλλά δεν θα έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει τον ανώτατο στόχο του αθλητή.
Γιατί; Γιατί στον αθλητισμό σημασία δεν έχει η νίκη αλλά ο άθλος. Αυτό για να
το καταλάβει κάποιος ας σκεφτεί το εξής απλό. Μπορεί μια γενιά ανθρώπων να
είναι αδιάφορη για τον αθλητισμό ή να έχει περάσει από μια δύσκολη κατάσταση
επιβίωσης και να μην έχει καλά σωματικά χαρακτηριστικά. Να είναι οι
περισσότεροι από αυτούς καχεκτικοί και αδύναμοι.
Ο αθλητισμός ακόμα και για αυτούς τους ανθρώπους είναι
δυνατός. Μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να συναγωνίζονται μεταξύ τους και να
βγαίνουν νικητές. Πρωταθλητές των 100 μέτρων που θα χρειάζονται 20 δευτερόλεπτα
για να καλύψουν την απόσταση. Αυτοί όπως αντιλαμβανόμαστε δεν είναι αθάνατοι.
Γιατί; Γιατί είναι απλά οι καλύτεροι των καχεκτικών. Η επόμενη γενιά με
καλύτερα χαρακτηριστικά θα τους ξεπεράσει εύκολα και από τα δικά της τα μέλη θα
προκείψουν οι αθάνατοι. Αθάνατοι που θα συνδέσουν το όνομά τους με το φυσικό
μέγεθος που αντιπροσωπεύει ο άθλος. Άθλος είναι να κάνεις τα 100 μέτρα σε 8 δευτερόλεπτα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στον “στίβο” του
πνεύματος. Και σε αυτόν τον στίβο ο άθλος συνδέεται με ένα μέγεθος. Δεν αρκεί
να είσαι ο καλύτερος φιλόσοφος η κοινωνιολόγος του καιρού σου. Αθάνατος θα
γίνει αυτός που θα εφεύρει το καλύτερο κοινωνικό σύστημα. Θα παραμένει αθάνατος
μέχρι να νικηθεί όχι ο ίδιος ως πρόσωπο αλλά το πνευματικό μέγεθος που αυτός
δημιούργησε και άρα αντιπροσωπεύει. Δεν αρκεί να είσαι ο καλύτερος γιατρός
μεταξύ των μετρίων γιατρών του καιρού σου. Αθάνατος θα γίνει αυτός που θα
νικήσει τον καρκίνο.
Η “Αποκάλυψη”, η ελονοσία, ο καρκίνος, το
AIDS κτλ είναι τα “αθλήματα” που προσφέρουν άθλους στον
“στίβο” του πνεύματος. Αυτά είναι τα μεγέθη με τα οποία θέλουν να
συνδεθούν οι “αθλητές” του πνεύματος για να κερδίσουν την αθανασία τους.
Ότι είναι το μέγεθος του χρόνου για έναν σπρίντερ είναι για έναν γιατρό μια
αρρώστια. Ότι είναι το μέγεθος του μήκους για έναν άλτη είναι για έναν ερευνητή
ένα απόκρυφο κείμενο.
Αυτό μάχεται και αυτός είναι ο εχθρός του. Δεν είναι
εχθρός του ο αντίπαλος αθλητής. Ο αντίπαλος είναι απλά “συνοδοιπόρος”
σε μια μια σκληρή πορεία που οδηγεί στην δόξα. Στην άφθαρτη δόξα όμως που έχει
χώρο μόνο για τον πρώτο. Το μέγεθος διαχωρίζει τον πρώτο από όλους τους
υπόλοιπους. Δεν χρειάζεται δηλαδή ο πρώτος να νικήσει τους πάντες σε
συγκεκριμένους αγώνες. Τα μεγέθη του πρώτου αποκλείουν τους υπόλοιπους. Μπορεί
κάποιος να μπαίνει σε ένα στάδιο να αγωνίζεται μόνος του και να είναι αθάνατος.
Να μην γεύεται την νίκη σε αγώνα αλλά να πραγματοποιεί άθλο.
Δεν χρειάζεται δηλαδή κάποιος από εμάς να νικηθεί σε
αγώνα από έναν παγκόσμιο πρωταθλητή. Ο αγώνας αφορά τους ομοίους αθλητές και
όχι εμάς τους καθημερινούς ανθρώπους. Όποιος από εμάς έχει ενστάσεις δεν
χρειάζεται να προβάλει ενστάσεις για αποκλεισμό του από τους αγώνες και να ζητά
να αγωνιστεί εναντίον τους. Ο καθένας από εμάς μπορεί να πάει στο στάδιο της
γειτονιάς του και να “μετρηθεί”. Από αυτό το “μέτρημα” θα
γελάσει ή θα κλάψει για τον εαυτό του. Από αυτό το “μέτρημα” θα
αποφασίσει αν τον συμφέρει να συνεχίσει την προσπάθεια ή αν τον συμφέρει να
αράζει στις καφετέριες.
Αντιλαμβανόμαστε ότι ο ανταγωνισμός των αθλητών μεταξύ
τους δεν είναι το ζητούμενο για τον αθλητισμό. Δεν είναι το ζητούμενο η νίκη
έναντι των συναθλητών. Το ζητούμενο είναι ο άθλος. Ο συναγωνισμός απλά βοηθά
τον καλύτερο να πραγματοποιήσει τον στόχο του που είναι ο άθλος. Ο συναγωνισμός
“σπρώχνει” τον “υπεράνθρωπο” αθλητή προς τον άθλο. Ο
συναγωνισμός ισχυρών αθλητών συμφέρει τους πάντες γιατί θα οδηγήσει αυτόν που
έχει τις δυνατότητες στον άθλο και την αθανασία.
Το πόσο ασήμαντος για την έννοια του άθλου και άρα και
του αθλητισμού είναι ο ρόλος του συναγωνισμού και της νίκης έναντι των
αντιπάλων μπορεί να το καταλάβει ο αναγνώστης κάνοντας την εξής απλή σκέψη.
Έστω ότι ένας αθλητής μιας αθλητικά ασήμαντης γενιάς είναι τόσο ταλαντούχος και
τόσο ξεχωριστός που όλοι θέλουν να τον δούν να πραγματοποιεί τον άθλο. Πως θα
τον “βοηθήσουν”; Ο συναγωνισμός είναι ελάχιστος και δεν τον βοηθά να
ξεπεράσει τον εαυτό του. Τι θα κάνουν; Θα τον βοηθήσουν τεχνητά.
Πως μπορεί να γίνει αυτό; Θα τον βάλουν να συναγωνιστεί
με ένα άλλο είδος. Ένα είδος που τα χαρακτηριστικά του θα είναι σε εκείνο το
επίπεδο που να μην τον θέτουν εκτός του συναγωνισμού και ταυτόχρονα να είναι
για τον άνθρωπο που θα τα πετύχει άθλος. Αυτό είναι ένα είδος τεχνητής
βοήθειας. Αυτό είναι μια “βοήθεια” που συμβαίνει συχνά ακόμα και στις
μέρες μας. Όταν οι διοργανωτές μιας αθλητικής εκδήλωσης θέλουν να προσφέρουν
στους θεατές τους παγκόσμιο ρεκόρ και άρα άθλο χρησιμοποιούν “λαγούς”
στα αθλήματα που αυτό είναι δυνατό. “Λαγοί” είναι αθλητές που τρέχουν
στο μάξιμουμ τον δυνατοτήτων τους για συμπληρωματικά διαστήματα με στόχο να
παρασύρουν σε εξωφρενικούς ρυθμούς τον υπεραθλητή που αναζητά τον άθλο.
Τον αθλητή που δεν διχάζει το στάδιο. Τον αθλητή που
ενώνει το στάδιο υπέρ του. Τον αθλητή που θα κάνει ευτυχείς τους θεατές αν τους
δώσει την ευκαιρία να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες ενός άθλου. Ενός ιστορικού
αθλητικού γεγονότος που μπορεί να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά. Αυτός είναι ο
αθλητισμός που ενώνει τους ανθρώπους. Που τους κάνει να αισθάνονται ευτυχείς
για αυτό που βλέπουν. Που θα φύγουν χαρούμενοι από το στάδιο.
Σε αυτό το σημείο συνδέεται ακόμα και ο
“ταπεινός” αθλητισμός του σώματος με την ευφυία. Γιατί; Γιατί ο
άνθρωπος έχει πνεύμα και ενδιαφέρεται για πράγματα που δεν ενδιαφέρουν τα άλλα
ζώα. Δεν ενδιαφέρει για παράδειγμα ένα ζώο να δεί ποιές είναι οι προσωπικές του
δυνατότητες σε σχέση με αυτές των ομοίων του. Δεν ενδιαφέρει ένα κοπάδι ζώων να
δεί τις δυνατότητες του σε σχέση με αυτές των άλλων ομοίων κοπαδιών.
Αυτό όμως που δεν ενδιαφέρει τα ζώα ενδιαφέρει τους
ανθρώπους. Ενδιαφέρει τον άνθρωπο να δεί τις προσωπικές του δυνατότητες σε
σχέση με αυτές των ομοίων του. Ενδιαφέρει τον άνθρωπο να γευθεί την δόξα αυτού
που θα καθορίζει τα σωματικά “όρια” του ανθρώπινου είδους. Ενδιαφέρει
όμως και την κοινωνία να δεί αυτά τα όρια γιατί βγάζει κάποια συμπεράσματα. Την
ενδιαφέρει να βρίσκονται τα μέλη της ως σύνολο κοντά στα “όρια” γιατί
από αυτό το πράγμα βγάζει κάποια συμπεράσματα.
Τι συμπεράσματα μπορεί να βγάλει; Ο άνθρωπος για να
είναι τέλειος ως ζώο και να πλησιάζει τα όρια του είδους του θα πρέπει να ζεί
καλά και να είναι υγιής. Μια κοινωνία που υπερέχει σε όλους τους τομείς από
άλλες όμοιές της σημαίνει ότι βρίσκεται σε καλό δρόμο” και άρα ότι τα μέλη
τους “ζούν” καλά. Τρέφονται όπως πρέπει να τρέφονται οι άνθρωποι για
να είναι υγιείς και εκπαιδεύονται όπως πρέπει για να είναι φιλόπονοι και να
προσπαθούν για κάποιον υψηλό σκοπό.
Αντιλαμβανόμαστε ότι σύγκριση των αθλητών στον αθλητικό
στίβο επιτρέπει την εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων που αφορούν τα ίδια τα
συστήματα και άρα τα πνευματικά επιτεύγματα των μελών τους. Τα επιτεύγματα που
δίνουν στο ανθρώπινο όν το μάξιμουμ των δυνατοτήτων του. Τα επιτεύγματα που
δίνουν στα κοινωνικά συστήματα το μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους. Συγκρίνουν τα
μέλη των συστημάτων τις επιδόσεις των αθλητών τους και επιβεβαιώνουν την
ορθότητα κάποιων επιλογών τους ή αμφισβητούν την ορθότητα κάποιων άλλων.
Οι αρχαίοι Έλληνες που μελετούσαν συστηματικά τον
άνθρωπο και την κοινωνία του δεν μπορούσαν να αγνοήσουν αυτό το γεγονός. Για
την εξαγωγή αυτών των συμπερασμάτων εφεύραν τον αθλητισμό και τον ολυμπισμό.
Αυτές οι δύο έννοιες προσδιορίζουν συγκεκριμένα πράγματα και υπηρετούν
συγκεκριμένους στόχους που είναι διαφορετικοί μεταξύ τους.
Τι σημαίνει αυτό και ποιά η σημασία του; Οι αρχαίοι
Έλληνες ως αθλητισμό όρισαν ακριβώς τι εννούσαν και το ίδιο έκαναν και στον
ολυμπισμό. Ως αθλητισμό όρισαν με βάση την ζωϊκή φύση του ανθρώπου το τι
ακριβώς θα μετράνε ως μέγεθος. Θα μετρούσαν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του.
Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αφορούσαν καθαρά το σώμα και δεν θα νοθεύονταν
από την “ευφυϊα”.
Διαχώρισαν ή τουλάχιστον ήθελαν να διαχωρίσουν απόλυτα
το φυσικό μέγεθος από το πνευματικό. Δεν ήθελαν δηλαδή να υπάρχουν αθλήματα που
η δεξιοτεχνία, η πονηριά κτλ και άρα η ευφυϊα θα “νόθευαν” το τελικό
αποτέλεσμα. Αρκούσε όμως αυτό; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί έπρεπε να προστατευτεί
ο κύριος λόγος για τον οποίο εφεύραν τον αθλητισμό. Έπρεπε να προστατεύσουν
τους λόγους για τους οποίους εφεύραν τον αθλητισμό και ήταν η εξαγωγή χρήσιμων
συμπερασμάτων για την κοινωνία.
Αυτό ήταν η αποστολή του Ολυμπισμού. Ο Ολυμπισμός θα
καθόριζε ποιοί θα συναγωνιζόντουσαν μεταξύ τους. Γιατί; Γιατί υπάρχει πρόβλημα
όταν συναγωνίζονται ανόμοιοι άνθρωποι μεταξύ τους. Υπάρχει πρόβλημα όταν
συναγωνίζονται ανόμοια “είδη” μεταξύ τους. Δεν μπορείς να βγάλεις
συμπεράσματα για την υγεία μιας χελώνας όταν την βάζεις να συναγωνίζεται με ένα
“τσιτάχ”. Είτε υγιής είτε άρρωστη πάντα θα χάνει από αυτό. Την υγεία
μιας χελώνας την κρίνεις όταν την βάζεις να αγωνίζεται με μια άλλη χελώνα.
Οι Έλληνες γρήγορα αντιλήφθηκαν το πρόβλημα των
βαρβάρων. Απέκλεισαν τους βάρβαρους όχι γιατί ήταν ρατσιστές αλλά γιατί με την
συμμετοχή τους στους αγώνες θα “ακύρωναν” την χρηστικότητα του
αθλητισμού. Τι σημαίνει αυτό; Οι Έλληνες εφεύραν τον αθλητισμό για να
συγκρίνουν μέσω των επιδόσεων των αθλητών τα ίδια τα κοινωνικά μοντέλα των
οποίων εκείνοι οι αθλητές ήταν μέλη. Ο αθλητισμός αφορούσε τους πολίτες εκείνων
των μοντέλων.
Πολίτης όμως σημαίνει συγκεκριμένα πράγματα. Πολίτης
που είναι αθλητής σημαίνει επίσης συγκεκριμένα πράγματα. Οι Έλληνες στις
Ολυμπιάδες τους ήθελαν να συγκρίνουν τα επιτεύγματα των πολιτών των διαφόρων
ελληνικών συστημάτων. Ήθελαν να δούν και να κρίνουν τις δυνατότητες των
σωματικών τους ιδιομορφιών και το σύνολο των επιλογών τους που επιρέαζαν αυτές
τις ιδιομορφίες. Η σωματική ιδιομορφία μπορεί για παράδειγμα να έδινε στους
Σπαρτιάτες υπεροχή στην ταχύτητα και στους Θηβαίους να έδινε υπεροχή στην
αλτικότητα.
Αυτές οι ιδιομορφίες όμως επειδή επιρρεάζονται από
εξωγενείς παράγοντες δημιουργούν “στίβο” και για το πνεύμα.
Δοκιμάζεις αλλαγές στην διατροφή για να εξαλείψεις μια φυσική αδυναμία.
Δοκιμάζεις αλλαγές στην προπόνηση για να εξαλείψεις μια φυσική αδυναμία. Το
ίδιο όμως κάνει και αυτός που έχει φυσική υπεροχή και θέλει να την διατηρήσει.
Όλα αυτά όπως αντιλαμβανόμαστε μετατρέπουν τον αθλητισμό σε ένα τεράστιο
“εργαστήριο” έρευνας.
Από αυτά που δοκίμασαν οι άθλητές για να νικήσουν σε
έναν αγώνα μπορεί να ωφεληθεί και ένας άρρωστος πολίτης που είχε κάποιο
πρόβλημα. Όταν γνωρίζεις πως να γυμνάζεις τα πόδια ενός αθλητή γνωρίζεις και
πως να γυμνάσεις τα πόδια ενός ανθρώπου με κινητικά προβλήματα. Όταν γνωρίζεις
να φτιάχνεις ένα διεγερτικό αφέψιμα που βοηθά τον αθλητή να διατηρεί την φόρμα
του γνωρίζεις να το φτιάχνεις και για τους αρρώστους που απλά προσπαθούν να
σταθούν στα πόδια τους.
Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης γιατί ο αθλητισμός
συνδέεται με την έννοια της ευφυϊας. Μελετώντας κάποιος τις Ολυμπιάδες μπορούσε
να μελετά τον ελληνικό κόσμο. Παρακολουθώντας κάποιος τις Ολυμπιάδες των
Ελλήνων μπορούσε να παρακολουθεί τον ελληνικό κόσμο. Μπορούσε να παρακολουθεί
την πρόοδο ή την καθυστέρηση των ελληνικών συστημάτων. Γιατί; Γιατί η πρόοδος
και η ισχύς ενός συστήματος “προβάλεται” πάνω στους πολίτες του. Ο
κάθε Έλληνας ή Βάρβαρος μπορούσε να κρίνει την κάθε ελληνική πόλη από τις
επιδόσεις της στην Ολυμπιάδα.
Από αυτές τις επιδόσεις μπορούσε να βγάλει συμπεράσματα
για την γενικότερη κατάστασή της. Κρίνονταν και οι παλιές πόλεις και οι
καινούργιες. Όταν μια νέα “παραγκούπολη” άρχιζε να ακμάζει και άρα να
έχουν αποτέλεσμα οι πολιτικές και οι οικονομικές επιλογές της αυτό
“φαινόταν” στους Ολυμπιακούς αγώνες. Όταν μια παλιά κραταιά πόλη
άρχιζε να παρακμάζει ή να “κουράζεται” αυτό φαινόταν στους
Ολυμπιακούς αγώνες. Κάθε νέα ακμή ή παρακμή βοηθούσε τον ελληνικό κόσμο στην
“πορεία” του γιατί του έδινε πληροφορίες. Του “έδειχνε”
ποια επιλογή οικονομική ή πολιτική είχε αποτέλεσμα και ποιά όχι.
“Εδειχνε” στις πόλεις ποιές επιλογές συμφέρουν μια πόλη.
Αυτός ήταν και ο λόγος που οι Ολυμπιακοί αγώνες γινόταν
κάθε τέσσερα χρόνια. Γιατί; Γιατί τους Έλληνες δεν τους ενδιέφερε τόσο το ίδιο
το θέαμα της αθλητικής μάχης όσο το να προετοιμάζονται για αυτήν. Δεν πήγαιναν
στους αγώνες με την λογική που πάει κάποιος στο ιπποδρόμιο. Δεν τους ενδιέφερε
να χειροκροτούν διαρκώς τους ίδιους νικητές. Τους ενδιέφερε αυτό το ενδιάμεσο
διάστημα για να “δουλέψουν” στον πνευματικό τομέα ώστε το αποτέλεσμα
να φανεί στον στίβο.
Αυτό το διάστημα των τεσσάρων χρόνων ήταν ιδανικό για
πολλούς λόγους. Ήταν ιδανικό για τους ίδιους τους αγώνες και τις ανάγκες του
αθλητισμού. Γιατί; Γιατί τεχνολογία δεν υπήρχε και φυσικό μέγεθος γινόταν ο
ίδιος ο Ολυμπιονίκης. Δεν υπήρχαν τα χρονόμετρα ακριβείας ώστε να υπάρχει άμεση
σύνδεση του αθλητή με ένα μέγεθος. Τα τέσσερα χρόνια ήταν καλό διάστημα γιατί
μέσα σε αυτό το διάστημα μπορούσε ο Ολυμπιονίκης να διατηρηθεί σε ένα σταθερό
επίπεδο για να υπερασπιστεί τον τίτλο του και άρα να δημιουργήσει την
“συνέχεια” στην διαδοχή.
“Συνέχεια” σημαίνει ο παλιός καλός να χάσει
από τον νέο που είναι καλύτερος. “Συνέχεια” δεν υπάρχει όταν ο καλός
χάνει από το γήρας του. “Συνέχεια” δεν υπήρχε όταν κάποιος με τα μέσα
εκείνης της εποχής ήταν Ολυμπιονίκης για τρείς ή τέσσερεις Ολυμπιάδες. Αυτό
σήμαινε όχι ότι αυτός ήταν κάτι το τρομερό αλλά ότι οι επόμενοι ήταν εξαιρετικά
αδύναμοι. Αυτό βέβαια ήταν κάτι που δεν συνέβαινε σχεδόν ποτέ και απλά το
αναφέρουμε για να καταλάβει ο αναγνώστης την επιλογή των Ελλήνων στο χρόνο
διεξαγωγής των αγώνων.
Τα τέσσερα χρόνια ήταν ένας χρόνος που βοηθούσε να
υπάρχει η “συνέχεια” ώστε να υπάρχει σύγκριση των επιδόσεων μεταξύ
των γενεών. Αν κάποιος Ολυμπιονίκης νικιόταν μόνο από το γήρας του τότε
“έσπαζε” η συνέχεια και ξανάρχιζε το “μέτρημα” των φυσικών
μεγεθών από την αλληλοδιαδοχή των νέων πρωταθλητών.
Αυτός ήταν και ο λόγος που οι Έλληνες περιέβαλαν με
μεγάλη τιμή τους νικητές των ολυμπιακών αγώνων. Ο Ολυμπιονίκης δηλαδή εκείνη
την εποχή απολάμβανε τιμές όχι γιατί ήταν ο νικητής των συναθλητών του αλλά
γιατί αντιπροσώπευε μέγεθος. Ήταν τίτλος τιμής να είναι κάποιος Ολυμπιονίκης.
Ηταν τίτλος τιμής γιατί εκείνα τα τέσσερα χρόνια ήταν ο γρηγορότερος ή ο
αλτικότερος κτλ. άνθρωπος του ελληνικού κόσμου. Ο Ολυμπιονίκης ήταν το
“ζώντανό” ρεκόρ εφόσον δεν μπορούσε να μετρηθεί αλλιώς. Ήταν σαν να
λέμε το “ζωντανό” 9,10sec για τα σημερινά 100 μέτρα.
Αυτό το διάστημα όμως των τεσσάρων χρόνων μεταξύ των
ολυμπιάδων ήταν ιδανικό και για άλλους λόγους. Ήταν αρκετό για να μπορέσει το
κάθε σύστημα να “περάσει” την γενικότερη πρόοδό στους πολίτες του και
κατ’ επέκταση σου αθλητές του. Ηταν αρκετό για να δώσει απόδοση στον πλούτο του
ή την ισχύ του μετατρέποντας τα σε αθλητική τεχνογνωσία ή ιατρική γνώση.
Αντιλαμβανόμαστε ότι για αυτούς τους λόγους έπρεπε να
υπάρχουν “κανονισμοί” και αυτός ήταν ο ρόλος του Ολυμπισμού. Οι
Έλληνες απέκλειαν τους βάρβαρους γιατί απλούστατα στα βαρβαρικά συστήματα δεν
υπάρχουν πολίτες. Μέσα σε αυτά τα συστήματα υπάρχουν κύριοι που κατέχουν τα
πάντα και δούλοι που ζούν και αντιμετωπίζονται σαν ζώα. Η ακμή και ο πλούτος
αυτών των συστημάτων δεν “προβάλεται” στις κοινωνικές τους βάσεις. Τα
βαρβαρικά συστήματα ακμάζουν και παρακμάζουν ερήμην των λαών τους. Η συμμετοχή
δηλαδή των βαρβάρων στους Ολυμπιακούς θα ακύρωνε όλους τους λόγους για τους
οποίους οι Έλληνες “εφεύραν” τον αθλητισμό.
Επιπλέον η συμμετοχή των βαρβάρων δεν θα πρόσφερε στον
αθλητισμό ούτε την δυνατότητα να επιβιώσει γιατί θα έπαυε να έχει το παραμικρό
ενδιαφέρον. Γιατί; Γιατί οι βάρβαροι θα ήταν ασυναγώνιστοι. Ο συναγωνισμός που
κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον του κόσμου υπάρχει όταν ανταγωνίζονται όμοιοι
μεταξύ τους. Δεν υπάρχει ενδιαφέρον όταν ανταγωνίζουνται μεταξύ τους ανόμοια
όντα είτε αυτά είναι άνθρωποι είτε ζώα.
Όπως δεν υπάρχει ενδιαφέρον να βάλεις ως αντιπάλους σε
έναν στίβο ένα τσιτάχ και μια χελώνα έτσι δεν έχει ενδιαφέρον να βάλεις και
ανόμοιους ανθρώπους μεταξύ τους. Ποίος θα πήγαινε να δεί έναν αγώνα μεταξύ ενός
υγιούς αθλητή και ενός αναπήρου; Γιατί δεν πάει; Γιατί γνωρίζει εκ των προτέρων
το αποτέλεσμα. Γιατί η νίκη σε μια τέτοια περίπτωση όχι απλά δεν είναι άθλος αλλά
υποχρέωση του “ανώτερου” είδους.
Αυτός ήταν και ο λόγος του αποκλεισμού των βαρβάρων από
τους Ολυμπιακούς. Υπάρχει συναγωνισμός και άρα ενδιαφέρον στους αγώνες όταν
πολίτες ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Πολίτες που έχουν μια φυσιολογική ζωή
πολίτη. Που δαπανούν χρόνο για την μόρφωσή τους, για την εργασία τους, για την
διασκέδασή τους, ή για την ενασχόλησή τους με τα “κοινά”. Αυτών των
πολιτών ο ανταγωνισμός έχει ενδιαφέρον και βέβαια προσφέρει τα συμπεράσματα που
ήθελαν οι Έλληνες.
Πως θα ανταγωνίζονταν αυτοί οι πολίτες τα
“θηρία” των βαρβάρων; “Θηρία”, αγράμματα, βίαια και που η
μόνη ενασχόλησή τους θα ήταν η άθλησή τους. “Θηρία” σταυλισμένα στους
“σταύλους” των ισχυρών; “Θηρία” που θα έτρωγαν και θα ζούσαν
παντελώς διαφορετικά από τους συνανθρώπους τους μέσα στις κοινωνίες που ζούσαν;
Πως για παράδειγμα θα επέτρεπαν οι Έλληνες στους Πέρσες να συμμετάσχουν στους
Ολυμπιακούς Αγώνες; Θα πήγαινε ο πλούσιος Πέρσης και θα αγόραζε τα καλύτερα
“ανθρωποζώα” για τους “σταύλους” του. Θα αγοράζε έναν δούλο
από την Σιβηρία που θα ήταν τέρας δύναμης. Θα αγόραζε έναν δούλο από την
Αιθιοπία που θα ήταν τέρας αντοχής στους αγώνες δρόμου.
Ποιός πολίτης των ελληνικών πόλεων θα μπορούσε να
συναγωνιστεί αυτά τα “θηρία”; Σε τι θα διέφερε αυτός ο πλούσιος
Πέρσης χορηγός-φίλαθλος από έναν ιδιώτη ιδιοκτήτη ιπποφορβείου που είχε άλογα
που έτρεχαν σε ιπποδρομίες; Αργά η γρήγορα δηλαδή οι βάρβαροι θα σάρωναν τα
πάντα και θα κατέστρεφαν το πνευματικό μέρος του αθλητισμού. Θα μετέτρεπαν τους
στίβους των ανθρώπων σε “αρένες” ζώων. Αργά ή γρήγορα θα παρέσυραν
και τους Έλληνες σε αυτήν την πρακτική. Τους Έλληνες που είχαν συμφωνήσει
μεταξύ τους να μην χρησιμοποποιούν δούλους στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Για αυτόν τον λόγο οι Έλληνες τους απέκλεισαν από τους
αγώνες. Τους απέκλεισαν για καθαρά πρακτικούς λόγους και όχι εξαιτίας του
ρατσισμού. Εξαιτίας όμως αυτού του αποκλεισμού αναγκαστικά περιορίστηκαν στο να
μετρούν τις επιδόσεις του ελληνικού “υποείδους” και όχι του
ανθρώπινου. Ο Ολυμπιονίκης δεν θα ήταν ο ταχύτερος άνθρωπος του κόσμου αλλά ο
ταχύτερος ελεύθερος πολίτης του κόσμου. Περιόρισαν το μέγεθος του άθλου υπέρ
του αθλητισμού και της κοινωνίας. Μεγάλο το τίμημα αλλά το μόνο που διασφάλιζε
τις προυποθέσεις για υγιή αθλητισμό. Μεγάλο τίμημα που θα εξαλειφόταν μόνο με
την παγκοσμιοποίηση του ελληνικού πνεύματος.
Αυτήν την λογική των Ελλήνων και την τάση τους να
εντάξουν στον ελληνικό κόσμο και όλους τους υπόλοιπους λαούς την αντιλαμβάνεται
κάποιος αν θυμηθεί την περίπτωση του βασιλιά της Μακεδονίας που ήθελε και
τελικά κατάφερε να συμετάσχει στους αγώνες. Ο βασιλιάς εκείνος απέδειξε μεν ότι
η παιδεία του ήταν ελληνική αλλά αυτό δεν ήταν το καθοριστικό που του επέτρεψε
να συμμετάσχει στους αγώνες. Το καθοριστικό ήταν άλλο.
Το καθοριστικό ήταν ότι ο ίδιος ήθελε να συμμετάσχει
στους αγώνες. Οι αγωνοδίκες έκριναν μόνο την περίπτωσή του και όχι την
περίπτωση της Μακεδονίας που ήταν ένα βαρβαρικό βασίλειο. Έκριναν ότι ως
πρόσωπο λόγω των καθηκόντων του είχε τους περιορισμούς του πολίτη και άρα
επιβαρυνόταν και ο ίδιος με τα όσα επιβάρυναν τον πολίτη. Συμμετείχε ο ίδιος
στους αγώνες αλλά αυτό δεν παρέσυρε και τους υπόλοιπους Μακεδόνες. Δεν άφησαν
οι αγωνοδίκες να κατέβουν στους αγώνες οι δούλοι των Μακεδόνων.
Αυτά όλα θα διασφάλιζαν στους Έλληνες την έννοια του
αθλητισμού. Κατά την γνώμη του γράφοντος αυτό το πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό αλλά
όχι απόλυτα. Απέτυχαν σε δύο πράγματα. Πρώτον δεν απέφυγαν πλήρως την βαρβαρική
παθολογία και δεύτερον μόνοι τους δημιούργησαν τον “καρκίνο” του
αθλητισμού που τον οδηγεί στην βαρβαρότητα. Τον “καρκίνο” που βάζει
ανάμεσα στα αθλήματα της ειρήνης τα αθλητικά παιχνίδια του πολέμου.
 
 
Απόσπασμα από το βιβλίο:
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ
Share: