“Μου πήραν οι άδικοι κυβερνήτες το σπίτι μου”… θα μπορούσε να είναι ο τίτλος κάποιας δακρύβρεχτης ελληνικής ταινίας του ’60. Εδώ όμως δεν πρόκειται για ταινία, αλλά για μια πραγματικότητα. Έτσι φωνάζει ο “τέως” κι εμείς υποτίθεται πρέπει να συγκινηθούμε. Επιθυμεί σαν Έλληνας να επιστρέψει στην πατρίδα του, όχι μόνον επειδή το δικαιούται, αλλά κι εξαιτίας της θέλησής του να τη “βοηθήσει”. Να επιστρέψει ως ταπεινός πολίτης, έστω και χωρίς ονοματεπώνυμο, όπως έχουν όλοι οι υπόλοιποι πολίτες. Το θέμα εδώ είναι το εξής: Μπορεί να επιστρέψει ένας “τέως” βασιλιάς μέσα σε μια πολιτεία, η οποία μετά τη φυγή του μετατράπηκε σε δημοκρατική; Είναι μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος η παλιννόστησή του;
Όσο και να ψάξει κάποιος, δεν θα βρει μέσα στο Σύνταγμα διάταξη που να το απαγορεύει. Άρα; Άρα μπορεί —με βάση τη λογική— να επιστρέψει, εφόσον δεν απαγορεύεται. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι κι αυτό θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε. Απαγορεύεται ρητά η επιστροφή του με βάση το Σύνταγμα και τη λογική αυτού του νόμου. Γιατί; Γιατί απλούστατα για το Σύνταγμα δεν υπάρχει τέτοιο όν και ένα τέτοιο ανύπαρκτο όν δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα. Για το σύνταγμα δεν υπάρχει όν με τις ιδιότητες ενός πρώην βασιλέα.
Ποια είναι η λογική του Συντάγματος; Η λογική μοιάζει με την κοινή λογική που έχουν τα ζευγάρια τα οποία έχουν “παρελθόν”. Τα ζευγάρια, που τα μέλη τους έχουν χωρίσει τους πρώην συντρόφους τους, προκειμένου να ξαναπαντρευτούν. Τα ζευγάρια των δευτεροπαντρεμένων γυναικών, που έχουν παιδιά και από τον πρώτο γάμο. Παιδιά, μερικά εκ των οποίων έχουν αδυναμία στον φυσικό πατέρα τους. Είναι δυνατόν κάποιος άνδρας να παντρευτεί μια τέτοια γυναίκα και να δεχθεί να συγκατοικεί μέσα στο ίδιο σπίτι με τον πρώην σύζυγο της γυναίκας του; Αυτό είναι αδύνατον, γιατί είναι θέμα χρόνου να δημιουργηθούν προβλήματα.
Ό,τι και να έχει μεσολαβήσει στη ζωή μεταξύ των πρώην συντρόφων, είναι αδύνατον να μην υπάρξει πρόβλημα. Δεν έχει σχέση δηλαδή με τον έρωτα και τη διάθεση που υπάρχει μεταξύ των πρώην συντρόφων. Και μόνον η ύπαρξη του τρίτου αποτελεί γεννεσιουργό αιτία προβλημάτων. Τίποτε και ποτέ να μην κάνει αυτός ο τρίτος και μόνον που υπάρχει, δημιουργεί νευρικότητα κι αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Απειλεί την οικογενειακή γαλήνη, εφόσον προκαλεί νευρικότητα, ανασφάλεια και γκρίνια. Απειλεί την οικογενειακή γαλήνη, εφόσον δημιουργεί μέσα στο σπίτι μέτρα σύγκρισης, τα οποία όχι μόνον δεν επιτρέπεται να υπάρχουν, αλλά και πλεονεκτούν εξαιτίας των ειδικών συνθηκών που υπάρχουν. Απειλεί την οικογενειακή γαλήνη, εφόσον και μόνον η ύπαρξή του διχάζει τα παιδιά. Είναι αίτιο διχασμού, όταν κάποια από αυτά τα παιδιά διαρκώς υπονομεύουν τον νέο σύζυγο υπέρ του πρώην.
Όταν μάλιστα αυτός ο τρίτος αποδεδειγμένα επιθυμεί τη γυναίκα κι επιμένει να παριστάνει τον “τυχαίο”, που απλά επιζητεί την συγκατοίκηση, είναι υπέρ του δέοντος ύποπτος. Είναι ύποπτος, γιατί απλούστατα αναζητά μια δεύτερη “ευκαιρία” εκεί όπου απαγορεύονται αυτού του είδους οι ευκαιρίες. Αν από αφέλεια ο νόμιμος σύζυγος τον δεχθεί, είναι θέμα χρόνου να την “πατήσει” και να χαλάσει το σπίτι του. Γιατί; Γιατί η δεύτερη “ευκαιρία” δίνει το πλεονέκτημα σ’ αυτόν τον οποίο μπορεί να παραμείνει “άφθαρτος” μέσα στο σπίτι. Αυτό είναι λογικό. Όταν ένα ζευγάρι ζει την καθημερινότητά του, δεν ζει στον “παράδεισο”. Άνθρωποι είναι και φυσικό είναι να έχουν “τριβές” μεταξύ τους. Η σχέση τους δηλαδή είναι φυσικό να παρουσιάζει κάποιες “καμπές”. Η συμβίωσή τους είναι φυσικό να έχει τα “πάνω” της και τα “κάτω” της.
Όμως, όταν υπάρχει κάποιος μέσα στο σπίτι, που επιθυμεί τη γυναίκα και ταυτόχρονα δεν “φθείρεται” από την καθημερινότητα, ευνόητο είναι ότι θα γίνει επικίνδυνος, όταν θα εκδηλωθούν αυτά τα “κάτω”. Θα γίνει επικίνδυνος, γιατί μπορεί να “εισπράξει” από αυτά τα “κάτω”. Θα γίνει επικίνδυνος, όταν θα προσπαθήσει να “παρηγορήσει” τη γυναίκα και άρα να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Θα γίνει επικίνδυνος, όταν θα “δασκαλεύει” τα παιδιά να επηρεάσουν τη μητέρα τους. Αυτός δηλαδή ο οποίος έχασε την απευθείας μάχη για τον “έρωτα” της γυναίκας, έχει τη δυνατότητα —λόγω συμβίωσης— να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες της και να ξαναεπανέλθει. Έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την καθημερινότητα και να κερδίσει μια μάχη που αφορά τα “ανώτερα” και δεν πρέπει να επηρεάζεται από αυτήν την καθημερινότητα.
Αν καταλάβει ο αναγνώστης αυτό το παράδειγμα, θα καταλάβει τη λογική του Συντάγματος. Το Σύνταγμα περιγράφει το λειτουργικό ενός κράτους. Μέσα στο κάθε κράτος υπάρχει ένα νόμιμο ζεύγος “συζύγων”. Από τη μια υπάρχει ένας μηχανισμός εξουσίας σταθερός με θηλυκά χαρακτηριστικά και από την άλλη υπάρχει ένα ανθρώπινο δυναμικό, που με δημοκρατικές διαδικασίες επιλέγεται να το χειρίζεται. Υπάρχει δηλαδή μια “γυναίκα” και ένας “άντρας” νόμιμα “παντρεμένοι”. Ο απλός λαός στο επίπεδο αυτό παίζει άλλο ρόλο και δεν μπαίνει ανάμεσα σ’ αυτό το ζεύγος. Ο λαός περιορίζεται στον ρόλο του “παιδιού”, που τους επιτρέπει να παίρνουν αποφάσεις στο όνομά του. Περιορίζεται στον ρόλο του “παιδιού”, που οι δικές του ανάγκες καθορίζουν τις επιλογές της “μητέρας”. Η ιδιομορφία δηλαδή είναι ότι η “μητέρα” μέσα στον “γάμο” αυτόν δεν είναι ανεξέλεγκτη. Δεν αναζητά τον “έρωτα”, αλλά αναζητά το μέγιστο κέρδος για το παιδί της. Το “παιδί” απλά διαλέγει —όταν το Σύνταγμα το επιτρέπει— το πρόσωπο το οποίο θα ενσαρκώνει τον “άνδρα” της “μητέρας” του. Ο λαός είναι κυρίαρχος τόσο ο ίδιος όσο και τα συμφέροντά του, αλλά αυτά αναλαμβάνουν να τα εξυπηρετήσουν οι νόμιμοι “γονείς”, που ασκούν την εξουσία.
Ο λαός δηλαδή συνδέεται άμεσα και στο σύνολο του μόνον με τη “γυναίκα”, εφόσον του ανήκει καθαρά ο κρατικός μηχανισμός. Όλα τα “παιδιά” δηλαδή είναι της “γυναίκας”, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και από την άλλη πλευρά. Στο θέμα του “άνδρα” τα πράγματα είναι διαφορετικά. Στο θέμα του “άνδρα” αποφασίζει η πλειοψηφία. Αποφασίζει, είτε δια της ψήφου είτε δια της βίας. Είτε μέσω δημοψηφίσματος είτε μέσω εμφύλιας σύγκρουσης. Εκ των δεδομένων μέρος του λαού —και άρα κάποια από τα “παιδιά”— επιθυμεί διαφορετικό “άνδρα” από αυτόν τον οποίο επιθυμεί η πλειοψηφία και άρα από αυτόν που αναγκάζεται η “γυναίκα” να δεχθεί ως νόμιμο “σύζυγο”. Αυτός ο “σύζυγος” προκύπτει μέσα από τις διαδικασίες που προβλέπει το δημοκρατικό Σύνταγμα και αυτός είναι νόμος απαράβατος. Το Σύνταγμα δηλαδή είναι ο νόμος που προβλέπει τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα προκύψει ο “άνδρας” και το Σύνταγμα είναι αυτό το οποίο νομιμοποιεί τον “γάμο”.
Στο σημείο αυτό γίνεται εμφανές το πρόβλημα. Το σύνολο των σύγχρονων δημοκρατικών συστημάτων δεν προέκυψαν από “παρθενογενέσεις”. Το σύνολο των συστημάτων προέρχονται από τον Μεσαίωνα της βασιλείας. Το σύνολο δηλαδή των δημοκρατικών συστημάτων είναι “δευτεροπαντρεμένα”. Δημοκρατία δεν είχαμε πάντα, ενώ το σύστημα εξουσίας προϋπήρχε. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αυτή η “γυναίκα” πριν “παντρευτεί” τον τελευταίο άνδρα της ήταν επίσης “παντρεμένη” με έναν άλλον “άντρα”. Παντρεμένη με έναν “άνδρα”, ο οποίος διατηρεί στο κοινό σπίτι έστω και λίγα από τα δικά του “παιδιά”. “Παιδιά”, που μόνιμα θα υπονομεύουν τον νέο “άνδρα” υπέρ αυτού του οποίου αντιλαμβάνονται ως δικό τους “πατέρα”.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πριν προκύψει η Δημοκρατία υπήρχε ένας άλλος αρχηγός του κράτους, που προέκυπτε μέσα από άλλες διαδικασίες, οι οποίες ήταν νόμιμες σε άλλες εποχές. Για όσο διάστημα το Σύνταγμα ήταν μοναρχικό, ο “άντρας” ήταν ο βασιλιάς. Ήταν ο νόμιμος σύζυγος κι αυτό σημαίνει ότι προστατευόταν από τους νόμους του Συντάγματος εκείνου. Όμως, για λόγους που άπτονται της θέλησης του λαού, εκείνο το Σύνταγμα άλλαξε. Ο λαός δεν ήθελε βασιλιά και τον έδιωξε. Χάλασε τον παλιό “γάμο” και προκάλεσε νέο “γάμο”. Ο νέος “γάμος” όμως προϋποθέτει νέο “σύζυγο” κι αυτό σημαίνει νέα νομιμότητα. Αυτή η νομιμότητα περιγράφεται από το σημερινό Σύνταγμα. Μέσα σ’ αυτήν τη νομιμότητα δεν έχει θέση ο “τέως” κι απλά είναι τόσο προφανές, που το Σύνταγμα ούτε καν μπαίνει στον κόπο να το περιγράψει.
Όπως δεν μπαίνει καν στον κόπο κάποιος νεόνυμφος να θέσει στη γυναίκα του τον όρο της μη συγκατοίκησης με τον πρώην σύζυγό της, έτσι συμβαίνει και με το Σύνταγμα. Είναι εκ των ουκ άνευ και δεν υπήρχε λόγος καν να συζητηθεί. Το γεγονός δηλαδή ότι δεν συζητιέται ή ότι δεν τίθεται ως απαγορευτικός όρος, δεν σημαίνει ότι ως ενδεχόμενο επιτρέπεται. Για το Σύνταγμα είναι δεδομένο ότι αυτός ο τρίτος δεν υπάρχει πλέον στη ζωή της “γυναίκας”. Για το Σύνταγμα αυτός πέθανε, εξαφανίστηκε, χάθηκε. Δεν υπάρχει. Άρα είναι δεδομένο ότι σε περίπτωση που θα ξαναεμφανιστεί και θα θελήσει να εισβάλει στο σπίτι, απειλεί την οικογενειακή ειρήνη και άρα είναι θανάσιμος εχθρός.
Όλοι οι άνθρωποι του πλανήτη μπορούν να μπουν μέσα σ’ αυτό το σύστημα εκτός από τον “πρώην”. Όλοι οι Γιουγκοσλάβοι μπασκετμπολίστες —σύμφωνα με το παράδειγμα του “τέως”— μπορούν να ελληνοποιηθούν και να εγκατασταθούν στην Ελλάδα εκτός από τον “τέως”. Γιατί; Γιατί αυτοί στην καλύτερη περίπτωση αναγκαστικά θα περιοριστούν στο επίπεδο του υιοθετημένου “παιδιού” και δεν θα διεκδικήσουν θέση στην “κρεβατοκάμαρα”. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνουν απλοί πολίτες και όχι εν αναμονή μονάρχες.
Θα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, για να καταλάβουμε τι ακριβώς μας είπε ο “τέως”. Μας διαβεβαίωσε ότι για το “καλό” μας δεν θ’ ασχοληθεί με την πολιτική και άρα ότι δεν κινδυνεύουμε από αυτόν. Αυτό είναι λάθος και συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Για το “καλό” του δεν θα ασχοληθεί με την πολιτική και γι’ αυτό θα γίνει στο μέλλον επικίνδυνος. Ασχολούμαι με την πολιτική σημαίνει ότι διεκδικώ με τις διαδικασίες που προβλέπει το Σύνταγμα τον “έρωτα” της “γυναίκας”. Αυτός είναι χαμένος στο επίπεδο αυτό, γιατί η “γυναίκα” είναι αυτή η οποία τον έδιωξε και δεν συνέβη το αντίθετο. Δεν τον συμφέρει η πολιτική, για τον ίδιο λόγο που δεν συμφέρει τον “τρίτο” του παραδείγματός μας να μπει στο σπίτι ως “μνηστήρας”. Αν μπει μ’ αυτήν την ιδιότητα μέσα στο σπίτι, θα χάσει τη μάχη από τον σύζυγο, γιατί πάντα θα τον προσέχει και δεν θα του επιτρέπει ούτε να κρίνει ούτε να “παρηγορεί” εκ του ασφαλούς.
Άρα η μη ενασχόληση του “τέως” με την πολιτική είναι υπέρ των συμφερόντων του και όχι των συμφερόντων του λαού. Η τακτική αυτή τον ευνοεί, εφόσον θα μπορεί χωρίς “φθορά” να κρίνει. Θα κρύβεται πίσω από την ιδιότητα του πολίτη και θα σχολιάζει. Ενώ όμως τα σχόλια του απλού πολίτη δεν απειλούν τη δημοκρατία, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τον “τέως”. Γιατί; Γιατί ο “τέως” μπορεί να εκμεταλλεύεται την προβληματικότητα της καθημερινότητας εις βάρος της δημοκρατίας. Επιπλέον ο “τέως” έχει δικά του “παιδιά”, που τα “δασκαλεύει” για να επιβαρύνουν την προβληματικότητα αυτήν. Δεν είναι κοινός πολίτης, γιατί οι κοινοί πολίτες δεν έχουν “παιδιά”.
Όμως, αυτά τα “παιδιά” είναι επικίνδυνα. Ό,τι δεν θα λέει ο ίδιος, θα το λένε αυτά με το δικαίωμα του πολίτη. Ήδη μετά τη συνέντευξή του κάποια από αυτά τα “παιδιά” άρχισαν τις θριαμβολογίες και τα “λιβανίσματα” υπέρ του “πατέρα” τους. Φιλοβασιλικές εφημερίδες ισχυρίζονται μετά τη συνέντευξη ότι έκανε εμφάνιση “μεγαλειότατου”. Αυτά ακόμα και ο πιο αφελής μπορεί να καταλάβει ότι δεν είναι απλά πολιτική, αλλά ύπουλη πολιτική. Για ποιον απλό πολίτη θα μπορούσαν να γραφούν αυτά και πού στοχεύουν όταν αναγράφονται; Προφανώς στοχεύουν στον εκ του ασφαλούς επηρεασμό της “γυναίκας” μέσω της δημιουργίας οπαδών.
Ενώ όμως το Σύνταγμα προβλέπει οι πλειοψηφίες να αποκτούνται μέσω των λύσεων στα κοινωνικά προβλήματα, αυτός προσπαθεί να κερδίσει μέσω της “εικόνας” του. Δεν προσπαθεί δηλαδή να κερδίσει τη “γυναίκα” άμεσα, μέσω των νόμιμων διαδικασιών. Προσπαθεί να κερδίσει τη συμπάθειά της ή ακόμα και τον οίκτο της ως “πρώην”, πράγμα το οποίο δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα. Επιχειρεί να κερδίσει την “κλίνη” της εις βάρος των υπολοίπων πολιτών-ανταγωνιστών με μέσον προσόντα τα οποία δεν διαθέτουν οι πολίτες.
Αυτό και μόνον απειλεί το Σύνταγμα με κατάλυση. Γιατί; Γιατί δεν υπάρχει ισονομία και ισοπολιτεία. Κανένας πολίτης δεν “εισπράττει” κέρδος απλά και μόνον με την “εικόνα” του και κρίνοντας απλά τα κακώς κείμενα του συστήματος. Το γεγονός ότι το σύστημα είναι διεφθαρμένο και ότι εμείς απλά το αντιλαμβανόμαστε, δεν σημαίνει ότι θα εισπράξουμε κέρδος από αυτήν τη διαπίστωσή μας. Είμαστε ανάμεσα στα εκατομμύρια των πολιτών που αντιλαμβάνονται το πρόβλημα και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προκύψει για κανέναν από εμάς προσωπικό κέρδος. Το γεγονός δηλαδή ότι το σύστημα είναι διεφθαρμένο δεν προσθέτει “πόντους” σε κάποιον “Μπάμπη” από τα Μέγαρα. Αυτό το κέρδος μπορεί να το εισπράξει μόνον κάποιος που φέρει μια ιδιότητα, η οποία τον ξεχωρίζει από τους απλούς πολίτες και τον διατηρεί δυνάμει και εσαεί “μνηστήρα”. Πώς είναι δυνατόν να επιτρέπεται σε απλό πολίτη να φέρει αυτήν τη δυνατότητα, που δεν είναι κοινή ιδιότητα για όλους τους πολίτες;
Αυτή η παθητική “είσπραξη” κέρδους από τα προβλήματα της καθημερινότητας μετατρέπει τον “τέως” σε αρνητικό παράγοντα της δημοκρατίας. Αυτό το γνωρίζει και ο ίδιος και γι’ αυτό ενισχύει τα πράγματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Αυτό το νόημα έχει η πρόθεση από μέρους του να ιδρύσει φιλανθρωπικό ίδρυμα με το όνομα της γυναίκας του. Με “ψίχουλα” θα παριστάνει τον “μέγα ευεργέτη” και θα κερδίζει συμπάθειες. Θα “κρύβεται” πίσω από γριές κι αρρώστους, για να κάνει με παράνομο τρόπο πολιτική. Με τις επιλογές αυτού του ιδρύματος θα “κρίνει” την πολιτική κατάσταση και θα εισπράττει πολιτικό κέρδος. Με “δίφραγκα” θα παρακάμπτει τις δημοκρατικές διαδικασίες και θα κερδίζει πολιτικά οφέλη. Με πράξεις θα κάνει αυτό το οποίο αν το τολμήσει να κάνει με λόγια, είτε θα πρέπει να πάει φυλακή είτε να εκδιωχθεί από τη χώρα. Την ίδια ώρα τα “παιδιά”, κάνοντας χρήση της ιδιότητας του πολίτη, θα λένε αυτά που τον συμφέρουν. Θα επαινούν τον ευαίσθητο “τέως”, που αδίκως κηρύχθηκε “έκπτωτος” και θα κατηγορούν τους “νυν” κυβερνήτες, που αποτελούν επιλογές του λαού.
Υπάρχει ισότητα μεταξύ των πολιτών, όταν υπάρχει η παθητική είσπραξη κέρδους; Υπάρχει σήμερα συμπολίτης μας, που να μπορεί να εισπράττει κέρδος από τη δυσφορία των πολιτών εις βάρος των δημοκρατικών κυβερνήσεων; Όχι βέβαια. Θα υπάρξει όμως τέτοιος, αν επιστέψει ο “τέως”. Αυτό είναι το επικίνδυνο για τη δημοκρατία. Αυτό σημαίνει παθητική “είσπραξη” κέρδους. Σήμερα αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι υπάρχουν στην Ελλάδα φαινόμενα εκτεταμένης διαφθοράς. Υπάρχουν φαινόμενα νεποτισμού, που εκνευρίζουν τους πολίτες. Όλα αυτά όμως δεν αποτελούν λόγο να επιστρέψει ο “τέως”, όπως αφελώς νομίζουν κάποιοι φίλοι του. Είναι φαινόμενα τα οποία μπορεί να τα αντιμετωπίσει η δημοκρατία με τα μέσα που διαθέτει. Υπάρχουν νόμοι, που μπορούν να περιορίσουν τη διαφθορά. Το ότι δεν εφαρμόζονται είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να το αντιμετωπίσουν οι πολίτες και δεν αφορά την ίδια τη δημοκρατία ως σύστημα.
Όταν όμως υπάρχει μέσα στην κοινωνία ένας “μνηστήρας”, που έχει ειδικά χαρακτηριστικά, αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Γιατί; Γιατί τη διαφθορά την εκλαμβάνει ως προβληματικότητα της δημοκρατίας και την “εισπράττει” ο “τέως” σαν επιβεβαίωση της δικής του άποψης. Πολλοί πολίτες ήδη άρχισαν ν’ αποπροσανατολίζονται και να σκέφτονται με τον λάθος τρόπο. Αναλογιζόμενοι την τεράστια διαφθορά, δεν την αντιμετωπίζουν όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα, αλλά τη βάζουν στη “ζυγαριά” με τη διαφθορά ενός άλλου συστήματος, που έχει νικηθεί κι αποτελεί παρελθόν. Πολλοί πολίτες σκέφτονται από αφέλεια ότι θα μας συνέφερε οικονομικά πιο πολύ να συντηρούμε ένα βασιλιά από το να πληρώνουμε τους πολλούς προέδρους της δημοκρατίας, που διαδέχονται ο ένας τον άλλο και εισπράττουν χορηγίες εφ’ όρου ζωής.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι και μόνον η επιστροφή του απειλεί τη δημοκρατία με κατάλυση. Όταν όμως υπάρχει τέτοια απειλή, υπάρχει και το αντίμετρο της δημοκρατίας. Το “αντίμετρο”, που περιγράφεται με σαφήνεια μέσα στο ίδιο το Σύνταγμα. Ποιο είναι αυτό; Το τελευταίο άρθρο του Συντάγματος. Το άρθρο, που θεωρεί δικαίωμα και υποχρέωση του κάθε πολίτη να προστατεύει με ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ το Σύνταγμα. Στην περίπτωση αυτήν δηλαδή τα πράγματα είναι απλά. Αν κάποιος πολίτης τον θεωρήσει εχθρό της δημοκρατίας, μπορεί να πάει και να τον εκτελέσει με συνοπτικές διαδικασίες. Να τον εκτελέσει και να έχει την απαίτηση όχι μόνον να μην τιμωρηθεί ως εγκληματίας, αλλά να θεωρηθεί και ήρωας της δημοκρατίας.
Στην πραγματικότητα δηλαδή είναι τόσο “θωρακισμένη” η δημοκρατία, που σε κανονικές συνθήκες θα έπρεπε ο ίδιος ο “τέως” να μην επεδίωκε την επιστροφή του, ακόμα κι αν δεν τον εμπόδιζε κανείς. Θα έπρεπε ν’ αντιλαμβάνεται ότι ακόμα κι αν “εισέπραττε” κέρδος εν αγνοία του ή άθελά του, θα κινδύνευε από αυτούς που δεν θα το ανέχονταν. Ένας “πρώην”, δηλαδή, δεν έχει μόνον συμπάθειες μέσα στο σπίτι. Ένας “πρώην”, που εκδιώχθηκε, μισείται από πολύ περισσότερους απ’ όσους τον συμπαθούν. Αυτό είναι φυσικό, εφόσον, αν συνέβαινε το αντίθετο, δεν θα ήταν “πρώην”. Ακόμα δηλαδή και αν ο “νυν” ήταν βλάκας και του επέτρεπε τη συγκατοίκηση, θα υπήρχε πρόβλημα επιστροφής του. Γιατί; Γιατί κάποια από τα “παιδιά”, που θα είχε κακοποιήσει την εποχή κατά την οποία ήταν ο “άνδρας” του σπιτιού, θ’ αναζητούσαν την ευκαιρία να τον εξοντώσουν. Το φυσιολογικό δηλαδή θα ήταν σήμερα ο ίδιος ο “τέως” να μην ήθελε να επιστρέψει και όχι το αντίθετο. Αυτός θα έπρεπε να φοβόταν και να μην πλησιάζει. Γιατί; Γιατί αυτός χρησιμοποίησε πρώτος τη βία εναντίον αυτών που απειλούσαν το σύστημά του και άρα τον δικό του “γάμο”.
Όταν εμείς λέμε ότι αποτελεί δικαίωμα το κάθε πολίτη να τον εξοντώσει σε περίπτωση επιστροφής του, δεν είμαστε ούτε βάρβαροι ούτε θεωρούμε βάρβαρη τη δημοκρατία. Αυτή είναι η λογική των συστημάτων. Τα συστήματα λειτουργούν ως ζώντες οργανισμοί. Έχουν ένστικτα επιβίωσης. Όταν αντιλαμβάνονται κίνδυνο, γίνονται επικίνδυνα γι’ αυτούς που τα απειλούν. Πάντα στα συστήματα υπάρχει η απειλή του θανάτου, όταν υπάρχει εκτός του προβλεπόμενου νόμου διεκδίκηση της “γυναίκας”. Ο πολιτισμένος “τέως” δεν έκανε χρήση της εξουσίας του προς αυτήν την κατεύθυνση; Το δικό του Σύνταγμα και άρα η δική του νομιμότητα στον δικό του “γάμο” δεν τον έκανε για κάποιους συμπολίτες μας θανατηφόρο;
Τι έκανε λοιπόν ο ίδιος, όταν αντιλαμβανόταν ότι οι κομμουνιστές διεκδικούσαν την “κλίνη” της ελληνικής εξουσίας; Ο ίδιος, ως “άνδρας” του συστήματος, και οι οπαδοί του, ως μερικά από τα “παιδιά” της Ελλάδας, δεν σκότωσαν κομμουνιστές, που ήταν επίσης “παιδιά” της Ελλάδας; Τα “παιδιά” του νόμιμου συζύγου εκείνης της εποχής δεν σκότωσαν “παιδιά” ενός “μνηστήρα”; Εκείνος, γιατί στην εποχή της παντοδυναμίας του δεν ήθελε να “συγκατοικεί” για παράδειγμα με τον Ζαχαριάδη; Αν τον διαβεβαίωνε ο Ζαχαριάδης ότι απλά ήθελε ένα μικρό σπιτάκι, για να ζήσει με τη γυναίκα του, θα τον άφηνε να επιστρέψει; Αν του υπενθύμιζε ότι ήταν κι εκείνος Έλληνας, θα τον λυπόταν; Από τη στιγμή που έκανε και ο ίδιος χρήση εκείνης της εξουσίας, πώς είναι δυνατόν να έχει την απαίτηση να φερθεί πολιτισμένα η δημοκρατία;
Τα “παιδιά” του δικού του συστήματος είναι πονηρά και τα “παιδιά” της δημοκρατίας βλάκες; Τα “παιδιά” του, μέσα στα πλαίσια εκείνου του Συντάγματος, το προστάτευσαν με “ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ”. Εκείνοι λοιπόν, που σκότωσαν “παιδιά” μνηστήρων, πώς είναι δυνατόν να απαιτήσουν την ασφάλεια του “πατέρα” τους, σήμερα που είναι και ο ίδιος “μνηστήρας”; Ποιος δηλαδή από τους φιλοβασιλικούς θα κατηγορήσει έναν Έλληνα, ο οποίος θ’ απειλήσει με φυσική εξόντωση τον τέως βασιλιά στην περίπτωση επιστροφής του; Έναν Έλληνα, που ορφάνεψε, επειδή ο βασιλιάς την εποχή της παντοδυναμίας του αντιλαμβανόταν σαν “μνηστήρα” τον κομμουνιστή πατέρα του; Ειδικά για τους κομμουνιστές πρέπει να θεωρείται εκ των ουκ άνευ η απειλή κατά της ζωής τού πρώην βασιλιά. Γιατί; Γιατί ήταν κι εξακολουθούν να είναι “μνηστήρες” του συστήματος. Όταν όμως ως “μνηστήρες” πλήρωσαν με αίμα τις επιλογές του “τέως”, ευνόητο είναι ότι δεν θα τον ανεχθούν ως “συνμνηστήρα” με ελπίδες επανόδου.
Αποτελεί πράξη μεγαλοψυχίας της δημοκρατίας και κάποιων συμπολιτών μας, που δεν τον καταδίωξαν και εκτός Ελλάδας. Ποιος θα κατηγορούσε για παράδειγμα ένα κακοποιημένο παιδί, αν καταδίωκε τον πατριό του, για να τον εξοντώσει; Έναν πατριό, που την εποχή της παντοδυναμίας του τον κακοποιούσε φυσικά και σεξουαλικά; Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον “τέως”. Για τους περισσότερους από εμάς ο “τέως” δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένα τεμπελόσκυλο, που ζούσε την dolce vita εις υγείαν του κοροΐδου. Όμως, για κάποιους συμπολίτες μας δεν έπαψε ποτέ να είναι ένα κτήνος, το οποίο και μόνον που εξακολουθεί να υπάρχει είναι πάρα πολύ. Υπάρχουν συμπολίτες μας, που εξαιτίας του “τέως” διέλυσαν οι οικογένειές τους. Κάποιοι “σκόρπισαν” τις ζωές τους στα ξερονήσια και κάποιοι άλλοι ορφάνεψαν. Κάποιων άλλων τους άρπαξαν τα παιδιά, για να τα πουλήσουν. Ποιος θα κατηγορούσε αυτούς τους συμπολίτες μας, αν πήγαιναν στο Λονδίνο και μετέτρεπαν το σπίτι τού “τέως” σε υπαίθριο “κρεοπωλείο”; Το έκανε κανένας; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί είναι μεγαλόψυχοι οι απλοί άνθρωποι. Είναι μεγαλόψυχοι οι δημοκράτες.
Όταν κάποιος όμως αυτήν τη μεγαλοψυχία την αντιλαμβάνεται σαν αφέλεια και δεν την εκτιμά, είναι δεδομένο ότι θα κινδυνεύσει. Όταν από τη μεγαλοψυχία κάποιων συμπολιτών μας μπορεί ο “τέως” και ζει σαν “κηφήνας” ανά την Ευρώπη, πρέπει να το εκτιμά. Πρέπει να εκτιμά και τη δημοκρατία. Η δημοκρατία όμως δεν είναι ξέφραγο “αμπέλι”. Η δημοκρατία συγχωρεί και ξεχνά, αλλά δεν απαλλάσσει τους εγκληματίες από τα εγκλήματά τους. Η δημοκρατία δεν μοιράζει “συγχωροχάρτια” στα κτήνη. Συγχωρεί μόνον τα “παιδιά”, που ενεπλάκησαν σε εγκλήματα, για να μπορέσουν να συνυπάρξουν με τ’ αδέρφια τους μέσα στο ίδιο σπίτι. Η δημοκρατία δεν απαλλάσσει τα κτήνη, που ως “πατέρες” παρέσυραν αυτά τα “παιδιά” σε αθλιότητες. Η δημοκρατία απλά, μέσα στα πλαίσια της μεγαλοψυχίας της, επιτρέπει στα κτήνη την ασφαλή έξοδο από τον χώρο του “εγκλήματος”. Δεν προτείνει την καταδίωξή τους, έστω κι αν δεν μπορεί να την απαγορεύσει.
Όλα αυτά ο “τέως” όφειλε να τα γνωρίζει και να μην προκαλεί την τύχη του. Τον ρώτησαν πώς τα “βγάζει πέρα” στην ξενιτιά —όντας ανεπάγγελτος— και θεώρησε δικαίωμά του να μην απαντήσει. “Δύσκολα” μας απάντησε, χωρίς να μας δώσει παραπάνω διευκρινήσεις. Μας “συγκίνησε” μάλιστα όταν μας είπε ότι ο συνοδός του, όταν έφτασαν στη Ρώμη, είχε μόνον 25 λίρες πάνω του. Μας “συγκίνησε” ο αλτρουισμός του Ισπανού γαμπρού του, που έτρεξε ως συγγενής να τον βοηθήσει. Τίποτε όμως από αυτά δεν ισχύει. Αυτά όλα είναι ηλιθιότητες του χειρίστου είδους. Το κακό είναι ότι όλα αυτά τα οποία κρύβει ο “τέως” για κάποιους είναι γνωστά. Δυστυχώς γι’ αυτόν πολλοί γνωρίζουν από πού προέρχεται το “παντεσπάνι” που τρώει τόσα χρόνια εκεί στην ξενιτιά.
Οι πρόγονοί του επί χρόνια έσκαβαν την αττική γη, φτιάχνοντας τούνελ και στοές, προκειμένου να μπορούν να διαφύγουν από τη χώρα, όταν τα πράγματα δεν θα ήταν καλά γι’ αυτούς. Έχοντας αυτογνωσία και μεριμνώντας για την ασφάλειά τους, είχαν μετατρέψει την αττική γη σε “κεφαλογραβιέρα”. Κανένας από αυτούς δεν θεώρησε αφελώς ότι σε περίπτωση πτώσης του καθεστώτος θα μπορούσε να βγει από τα παλάτια και να ζήσει στην Ελλάδα ως απλός πολίτης. Θεωρούσαν δεδομένο ότι σε περίπτωση ανατροπής τους θα έπρεπε να διαφύγουν, γιατί στην αντίθετη περίπτωση θα τους κρεμούσαν. Όλοι οι βασιλείς αυτού του κόσμου σκέφτονται με τον τρόπο αυτόν και γι’ αυτό λειτουργούν με έναν πάγιο τρόπο. Γνωρίζουν την αλητεία τους και λαμβάνουν προληπτικά μέτρα.
Είναι απαραίτητα αυτά τα μέτρα, γιατί, σαν “ελέω θεού” εξουσιαστές, δεν μπορούν να φερθούν όμοια με τους πολιτικούς της δημοκρατίας. Οι πολιτικοί λαμβάνουν κι εγκαταλείπουν την εξουσία με τον ίδιο πάντα αναίμακτο τρόπο. Εύκολα μπαίνουν στα παλάτια και εύκολα τα εγκαταλείπουν. Αυτό είναι κάτι που δεν συμβαίνει με τους βασιλείς. Οι βασιλείς, άσχετα με το πώς μπαίνουν μέσα σ’ αυτά, ποτέ δεν εννοούν να βγουν, σεβόμενοι μια ανάλογη επιθυμία του λαού. Για όσο διάστημα αρνούνται να βγουν κάνουν χρήση της εξουσίας τους και “ματώνουν” τους αντιδραστικούς. Όταν όμως χύνεις αίμα, για να προστατεύσεις τον θρόνο σου, ευνόητο είναι ότι, όταν θα πάψεις να έχεις αυτήν τη δυνατότητα, κάποιος θα σου ζητήσει να καταβάλεις το ίδιο τίμημα. Με αίμα πιστώνεις τον θρόνο σου και αίμα σου ζητείται να καταβάλεις όταν τον χάσεις.
Όλα αυτά τα γνωρίζουν οι φονιάδες των λαών, που παριστάνουν τους βασιλείς. Επειδή ακριβώς τα γνωρίζουν, παίρνουν τα απαραίτητα μέτρα, για ν’ αντιμετωπίσουν την κατάσταση, όταν πλέον δεν θα ελέγχουν την εξουσία. Τέτοιου είδους μέτρα είναι τα τούνελ διαφυγής. Όταν όμως κάνεις τούνελ, ευνόητο είναι ότι δεν σταματάς εκεί. Το να σώσεις τη ζωή σου μετά από μια επανάσταση είναι μια καλή αρχή, αλλά δεν αρκεί για τους κηφήνες. Το να σωθείς από μια επανάσταση δεν σημαίνει ότι θα πας στη συνέχεια να δουλέψεις στα εργοστάσια της Γερμανίας. Άρα εκ των δεδομένων εκτός από τη διαφυγή προετοιμάζεις στο εξωτερικό και μια κατάσταση, που θα σου επιτρέψει να ζήσεις βασιλικά και μετά την πτώση σου.
Ευνόητο είναι ότι θ’ αρχίσεις να κλέβεις, για να εξασφαλίσεις ένα πλούσιο μέλλον, όταν δεν θα μπορείς πλέον να κλέβεις τους “ημιάγριους” ιθαγενείς. Ο βασιλιάς της Αλβανίας, για παράδειγμα, έφυγε από τη χώρα του με όλον τον χρυσό της Αλβανίας. Οι βασιλείς της Ελλάδας ήταν βλάκες; Δεν σκέφτηκαν να πάρουν ούτε ένα “τάπερ” με σάντουιτς; Να είναι εξαρτώμενο το “παιδί” και η οικογένειά του από τα “μπατζανάκια” και τις “συννυφάδες” του ανά την Ευρώπη; Επειδή δεν ήταν τέτοιοι, επί δεκαετίες έκαναν παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος. Έκλεβαν τον ελληνικό λαό και τα κλοπιμαία τα κατέθεταν σε τράπεζες του εξωτερικού. Αυτά είναι τα χρήματα που χρησιμοποιεί σήμερα ο “τέως”, ο οποίος τα βγάζει πέρα “δύσκολα”. Χωρίς να του επιστέψουμε ούτε πόντο από την “περιουσία” του, μας έχει ήδη κοστίσει πάρα πολλά.
Ειδικά ο πρώην ελληνικός βασιλικός οίκος κατηγορείται για πολύ χειρότερα πράγματα. Πράγματα, που είναι ακόμα χειρότερα και από την απλή κλοπή. Βάσιμες φήμες καταλογίζουν στους “τέως” —εκτός του ότι εξήγαγαν συνάλλαγμα σε εποχές που απαγορεύονταν για τους Έλληνες πολίτες— και άλλα πράγματα πολύ χειρότερα. Τα χρήματα τα οποία τρώει ο “τέως” μάλλον δεν είναι ούτε λίρες Αγγλίας ούτε πεσέτες Ισπανίας. Κατά πάσα πιθανότητα είναι δολάρια. Πού τα βρήκε; Ας ψάξουν όποιοι ενδιαφέρονται σε ιδρύματα του τύπου “Άγιος Στυλιανός”. Είναι γνωστό σε πολλούς ότι η μητέρα του υπήρξε μεγαλέμπορος βρεφών. Εύποροι Ελληνοαμερικανοί ήταν οι πελάτες της και από εκεί προέρχονται τα δολάρια.
Αυτά όλα δεν τα σέβεται και δεν τα εκτιμά ο “τέως”. Το γεγονός ότι στο όνομα της δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης το κράτος δεν ψάχνει να βρει τι έκαναν οι γονείς του, δεν σημαίνει ότι δεν τα γνωρίζει. Τα γνωρίζει, αλλά υπάρχει μια άτυπη συμφωνία μεταξύ κράτους και “τέως” για το καλό του ελληνικού λαού. Οι Έλληνες και ο “τέως” ήταν τυχεροί και αυτήν την τύχη διαφυλάσσει η άτυπη αυτή συμφωνία. Ήταν τυχεροί, που το “διαζύγιο” βγήκε κοινή συναινέσει. Γιατί ήταν τυχεροί; Γιατί τα Συντάγματα συνήθως αλλάζουν με αίμα και όχι με δημοψηφίσματα. Ήταν τυχεροί οι Έλληνες, που δεν πλήρωσαν με αίμα την ανατροπή του βασιλιά. Ήταν τυχερός όμως και ο βασιλιάς, που, παρ’ όλο που ανατράπηκε, δεν οδηγήθηκε στην καρμανιόλα ως είθισται σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Οι Έλληνες απόλαυσαν τη δημοκρατία και ο ίδιος απόλαυσε την ασφάλεια όπου κι αν ζούσε. Δεν πλήρωσε ο ελληνικός λαός έναν εμφύλιο, αλλά δεν κοιμάται και ο “τέως” με σωματοφύλακες.
Αυτά όλα ήταν η κοινή μας τύχη. Γι’ αυτόν τον λόγο και για κανέναν άλλο δεν ψάχνει το ελληνικό κράτος το παρελθόν του “τέως”. Δεν ψάχνει τους μυστικούς λογαριασμούς της πρώην βασιλικής οικογένειας και δεν ανοίγει αρχεία επικίνδυνα. Αν αρχίσει το κράτος να ψάχνει τα πού και τα πώς, ο “τέως” όχι απλά δεν θα φιλοδοξεί να έρθει στην Ελλάδα, αλλά θα κρυφτεί στη γη του πυρός, για να σώσει το τομάρι του. Σκέφτεται κάποιος τι θα γίνει, αν αρχίσουν ν’ ανοίγουν κάποια αρχεία, που σήμερα —και για ευνόητους λόγους— απαγορεύεται η πρόσβαση σ’ αυτά; Ν’ ανακαλύψει για παράδειγμα κάποιος πολίτης ότι είχε παιδί, το οποίο δεν πέθανε στη γέννα, όπως του είπανε οι γιατροί και ότι κάποιοι το πούλησαν στην Αμερική; Να καταλάβει ότι κάποιοι του κατέστρεψαν τη ζωή, για να βγάλουν χρήματα; Σκέφτεται κάποιος τι θα συμβεί, αν κάποιος Έλληνας πολίτης ανακαλύψει ότι οι χειμερινές διακοπές του “τέως” στο Νταβός είναι αποτέλεσμα της αγοροπωλησίας του παιδιού του;
Αυτός ο άνθρωπος θα έρθει να ζήσει στην Ελλάδα; Θα περπατάει δίπλα στα θύματά του; Θα περπατάει δίπλα σ’ αυτούς που ορφάνεψαν, επειδή οι γονείς τους πέθαναν στα “ξερονήσια”; Θα περπατάει δίπλα σ’ αυτούς που τους έκλεψαν τα παιδιά; Εδώ βέβαια αποκαλύπτεται και η παροιμιώδης αφέλεια του “τέως”. Δεν είναι τυχαίο που τον αποκαλούν “Κοκό”. Αυτός είναι ο μόνος τίτλος που ως απλός πολίτης κέρδισε με την αξία του. Αυτός λοιπόν ο οποίος έχασε έναν ολόκληρο θρόνο από βλακεία, δεν γνωρίζει καν τα βασικά περί βασιλείας και τα περί μοναρχικής παράταξης. Τι σημαίνει αυτό; Το εξής απλό. Μια βασιλική οικογένεια και δέκα οπαδοί της συνθέτουν φιλομοναρχική αντιδημοκρατική παράταξη. Μια νεκρή βασιλική οικογένεια με δέκα εκατομμύρια οπαδών δεν συνθέτουν τίποτε απολύτως.
Τι σημαίνει αυτό; Το εξής απλό. Αν για παράδειγμα πάει κάποιος και σκοτώσει το σύνολο της βασιλικής οικογένειας λύνεται άπαξ —έστω κι απάνθρωπα— το πρόβλημα μ’ αυτούς. Όταν με ελάχιστους φόνους μπορείς να προστατεύσεις για πάντα έναν λαό και μια δημοκρατία, είναι βέβαιον ότι θα το σκεφτείς ως ενδεχόμενο. Αυτό για παράδειγμα το γνώριζαν οι Ρώσοι κομμουνιστές και γι’ αυτό εξόντωσαν τον Τσάρο. Σήμερα υπάρχουν εκατομμύρια φιλομοναρχικοί στη Ρωσία, αλλά δυστυχώς γι’ αυτούς δεν υπάρχει Τσάρος. Ο Τσάρος δεν μπορεί να κυβερνήσει από τις φωτογραφίες του κι ούτε μπορεί να προκύψει ανάμεσα στους φιλομοναρχικούς ένας νέος Τσάρος. Τα μοναρχικά συστήματα είναι προσωποπαγή και δεν ανανεώνουν εύκολα τα πρόσωπα, όπως κάνουν τα δημοκρατικά συστήματα. Ανανεώνονται μέσω του αίματος και όχι μέσω διαδικασιών.
Αυτήν την ιδιομορφία του συστήματος, που πρεσβεύει και ο ίδιος ο “τέως”, έπρεπε να τη γνωρίζει. Γιατί είναι σημαντική; Γιατί η πολυτιμότητα της ζωής των προσώπων θα έπρεπε να τους κάνει πιο προσεκτικούς. Γι’ αυτόν τον λόγο λέγαμε ότι είναι αφελής ο “Κοκός”. Ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση να τον καλούσε στην Ελλάδα, ώστε να μείνει ως απλός πολίτης, αυτός θα έπρεπε να φοβάται και να μην την εμπιστεύεται. Θα έπρεπε να φοβάται ότι θα μπορούσε να είναι μια παγίδα θανάτου για τον ίδιο, την οικογένειά του και βέβαια γι’ αυτό που πρεσβεύει. Θα μπορούσε δηλαδή μια δαιμονική δημοκρατική κυβέρνηση να του υποσχεθεί ασυλία, για να τον εξοντώσει. Γι’ αυτόν τον λόγο μιλάμε για αφέλεια. Δεν μπορούν οι οπαδοί να προστατεύσουν προσωποπαγείς σχηματισμούς, όταν αυτοί δεν ελέγχουν την εξουσία. Αν εξοντωθεί ο υποψήφιος βασιλιάς και οι διάδοχοί του, δεν δρομολογούνται εξελίξεις. Όσο και να θυμώσουν οι οπαδοί του, δεν μπορούν να οδηγηθούν στον εμφύλιο, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει αυτός για τον οποίο θα λειτουργήσουν στο όνομά του.
Αυτά σ’ ό,τι αφορά τη λογική και τα άγρια ένστικτα των συστημάτων. Αυτά όλα έπρεπε να τα γνωρίζει κάποιος, που υπήρξε αρχηγός συστήματος. Είναι πράγματα που δεν ελέγχονται και είναι επικίνδυνα. Ακόμα και να θέλεις ως εξουσία να τα ελέγξεις, δεν μπορείς. Όπως δεν μπορούσε ο ίδιος ως βασιλέας να γνωρίζει πότε κάποιος φασίστας οπαδός του θα σκότωνε κάποιον δημοκράτη για το “καλό” της βασιλείας, έτσι δεν μπορεί να γνωρίζει κανένας πότε κάποιος θα επιχειρήσει να σκοτώσει τον “τέως” για το “καλό” της δημοκρατίας. Ποιος θα τον προστατεύσει από μια τέτοια απειλή; Το σύστημα του ελληνικού κράτους; Μπορεί το σύστημα να προσφέρει για τον κάθε απλό πολίτη μια στρατιά σωματοφυλάκων; Ποιος απλός πολίτης, που κατοικεί σε “σπιτάκι”, μπορεί να έχει γύρω του έναν στρατό;
Τα πράγματα δηλαδή δεν είναι απλά σε περίπτωση επιστροφής του “τέως”. Και μόνον οι ειδικές συνθήκες που θα πρέπει να διασφαλίσει το κράτος για την προστασία του, τον μετατρέπουν σε πολίτη πιο “ίσο” απ’ ό,τι προβλέπει και βέβαια ανέχεται το Σύνταγμα. Το χειρότερο βέβαια θ’ ακολουθήσει, αν ου μη γένοιτο συμβεί το μοιραίο. Ποιος δηλαδή θα πάρει την ευθύνη, όταν η ατομική περίπτωση εκδίκησης μπορεί έχει τόσο μεγάλα αποτελέσματα; Ποιος θα κατηγορήσει μια κυβέρνηση ή έναν λαό, όταν ένας απλός άνθρωπος για προσωπικούς λόγους και αδιαφορώντας για τις εις βάρος του συνέπειες της πράξης του θ’ αναλάβει την ευθύνη της εξόντωσής του; Κάποιοι θα θέλουν να τον φάνε “ζωντανό” και κάποιοι άλλοι —πολλοί περισσότεροι— θα τον βλέπουν ως ήρωα της δημοκρατίας. Τι θα γίνει τότε; Θα σκοτωθούμε μεταξύ μας; Πώς λοιπόν έρχονται οι φιλοβασιλικοί και ζητούν την επιστροφή του; Θα του διασφαλίσουν οι ίδιοι την ασφάλειά του; Με βάση ποιον νόμο θα οπλοφορούν και θα ελέγχουν πολίτες γύρω από το “σπιτάκι” ενός πολίτη; Το Σύνταγμα δεν προβλέπει τέτοια πράγματα. Δεν μπορεί κάποιος να γίνει κράτος μέσα στο κράτος. Ούτε καν στο όνομα της ασφάλειας.
Το “από μακριά κι αγαπημένοι” είναι ό,τι καλύτερο σ’ αυτήν την περίπτωση. Δεν τον ενοχλεί κανένας και δεν πρέπει να ενοχλεί και ο ίδιος κανέναν. Απλά είναι τα πράγματα. Αν ο “Κοκός” θέλει να επιστρέψει στην Ελλάδα, μπορεί να το κάνει επίσημα ως “μνηστήρας”, που διεκδικεί τη συζυγική “κλίνη”. Αν έχει τη δύναμη δηλαδή να επιστρέψει ως ανώτατος άρχων, ας έρθει να δοκιμάσει την τύχη του. Αν μπορεί να επιβάλει την παρουσία του, ας το δοκιμάσει, έστω κι αν αυτό σημαίνει αιματοχυσία. Αν νομίζει ότι έχει τη συμπάθεια εκείνου του ποσοστού του λαού, που θα τρομάξει τους υπόλοιπους, ας δοκιμάσει την επάνοδό του. Έτσι επιστρέφουν οι πρώην βασιλείς και όχι ως κακομοίρηδες επαίτες. Αν το καταφέρει αυτό, θα λυθούν όλα τα δευτερεύοντα προβλήματα. Θα μπορεί ν’ απολαμβάνει την ασφάλεια της ζωής του, όπως προβλέπεται από τον νόμο για τους ανώτατους άρχοντες. Μέχρι τότε καλά θα κάνει να κάτσει εκεί όπου κάθεται και ν’ ανησυχεί για τη ζωή του, γιατί, αν “σβήσει” αυτήν, “σβήνουν” και οι φιλοδοξίες των όποιων οπαδών του, που σήμερα αφελώς επιμένουν να τον επαναφέρουν στην Ελλάδα ως απλό πολίτη.
Σ’ ό,τι αφορά αυτήν καθ’ αυτήν την επιχειρηματολογία για το αν έχει ή δεν έχει δικαίωμα να επιστρέψει στην Ελλάδα, αυτό είναι κάτι το οποίο το γνωρίζει καλύτερα από όλους ο ίδιος. Ο ίδιος δηλαδή γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα ότι δεν δικαιούται και άρα ότι δεν πρέπει να επιστρέψει. Γιατί το λέμε αυτό με τόση βεβαιότητα; Γιατί απλούστατα έχει τις γνώσεις περί τέτοιων θεμάτων. Αυτός δεν είναι που μας λέει ότι συχνά-πυκνά επισκέπτεται το Μπάκινχαμ; Τι κάνει εκεί πέρα; Συντρώγει με τους βασιλείς της Αγγλίας; Συνομιλεί μ’ αυτούς στα σαλόνια του παλατιού; Εκτός αν κάθε φορά που τους επισκέπτεται τον στέλνουν στο πλυσταριό να πλένει τις κάλτσες της βασίλισσας. Γιατί τα λέμε αυτά; Για τον εξής απλό λόγο. Για ό,τι επιχειρηματολογεί ο ίδιος —σαν λόγο που πρέπει να επιστρέψει στην Ελλάδα— υπάρχει το αντεπιχείρημα του ίδιου του συστήματος, το οποίο υποτίθεται τον στηρίζει στην προσπάθειά του για επιστροφή στην Ελλάδα. Υπάρχει η εξής όμοια περίπτωση για τον οίκο των Ουίνδσορ.
Ο βασιλιάς Εδουάρδος ο 8ος. Ο βασιλιάς της Αγγλίας, που παραιτήθηκε του θρόνου του για τον έρωτα μιας κοινής θνητής. Ο “ωραίος” Εδουάρδος δεν ήταν ένας κοινός βασιλιάς. Ήταν ένας αγαπητός στους Άγγλους βασιλιάς. Ο άνθρωπος, που, όταν βασίλευε, ήταν ο “Βρετανός των Βρετανών”. Πιο αγαπητός και πιο “Βρετανός” απ’ όλους τους Βρετανούς. Γιατί όμως τον αναφέρουμε και τι σχέση έχει με την περίπτωσή μας; Την εξής απλή. Με το που δήλωσε παραίτηση και άρα έπαψε να είναι ο “άνδρας” της Αγγλίας, το βρετανικό σύστημα του φέρθηκε με τον πάγιο τρόπο που αναφέρουμε. Τον αντιμετώπισε ως “πρώην”, που δεν μπορούσε πλέον να κατοικεί στο ίδιο σπίτι με τον “νυν”. Τον ανάγκασε να πουλήσει στον νέο βασιλιά την περιουσία του και τον ανάγκασε επίσης να εγκαταλείψει τη Βρετανία. Στην πραγματικότητα του δήμευσε την προσωπική του περιουσία και τον εξόρισε. Του έδωσε χρήματα και τον έδιωξε. Δεν του έδωσε το δικαίωμα να κατοικεί σε ένα “σπιτάκι” με τη γυναικούλα του κι ούτε τον λυπήθηκε, επειδή θα τον έστελνε στα ξένα. Γιατί; Γιατί γνώριζε το σύστημα αυτά τα οποία περιγράψαμε εμείς πιο πάνω.
Γνώριζε το σύστημα ότι ο “πρώην” και μόνον με την ύπαρξή του θα δημιουργούσε προβλήματα στο νέο “ζεύγος”. Γνώριζε ότι και μόνον που θα υπήρχε, θα έστρεφε τον λαό προς το πρόσωπό του κάθε φορά που ο “νυν” βασιλιάς θ’ αντιμετώπιζε προβλήματα. Θα δημιουργούνταν δηλαδή ανταγωνισμός “εραστών”, που στο τέλος θα απειλούσε την ίδια τη βασιλεία ως θεσμό. Γιατί; Γιατί ένας βασιλιάς είναι μοναρχία. Δύο βασιλείς είναι είτε προθάλαμος της δημοκρατίας είτε του εμφυλίου. Δυο “άντρες” δεν μπορούν να συνυπάρξουν μέσα στο ίδιο νοικοκυριό με την ίδια γυναίκα. Ο Κωνσταντίνος, που χρόνια τώρα περιφέρεται στο Μπάκινχαμ, δεν άκουσε τίποτε; Δεν άκουσε συζήτηση για τον Εδουάρδο;
Πώς λοιπόν σήμερα εμφανίζεται μ’ αυτήν την ηλίθια και αφελή άποψη; Μπροστά στη βασίλισσα της Αγγλίας θα τολμούσε ποτέ να ισχυριστεί ότι δεν έπρεπε να εκδιωχθεί ο Εδουάρδος και να δημευτεί στην ουσία η προσωπική του περιουσία; Γιατί τα ισχυρίζεται μπροστά τους Έλληνες; Επειδή τους θεωρεί βλάκες ιθαγενείς; Όταν η Βρετανία διώχνει τον αγαπημένο της Εδουάρδο, τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα με τον Κωνσταντίνο, που το δημοψήφισμα έδειξε ότι δεν ήταν αγαπητός; Όταν η Βρετανία διώχνει τον Βρετανό των Βρετανών, τι νόημα έχει το επιχείρημα του Κωνσταντίνου ότι είναι Έλληνας; Όταν η Βρετανία διώχνει αυτόν που δεν αμφισβητεί τον θεσμό του πολιτεύματός της, τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα γι’ αυτόν που αμφισβητεί άμεσα το πολίτευμά της;
Αυτή είναι και η διαφορά γνώσης των συστημάτων, αλλά και της αξιοπρέπειας των προσώπων. Η Βρετανία —ως σύστημα— γνωρίζει τι γίνεται και πότε αυτή κινδυνεύει, ενώ η Ελλάδα είναι ακόμα “Μπανανία” σ’ ό,τι αφορά τις συμπεριφορές της. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στο επίπεδο των προσώπων. Ο Εδουάρδος ήταν σοβαρός άνθρωπος, ενώ ο Κωνσταντίνος όχι. Φαντάζεται κάποιος τον Εδουάρδο να παρακαλούσε για επιστροφή στη Βρετανία, ισχυριζόμενος ότι είναι πιο Βρετανός από τον Πακιστανό που μένει στο Λονδίνο; Φαντάζεται κάποιος τον Εδουάρδο να κλαίει για ένα “σπιτάκι”; Φαντάζεται κάποιος τον Εδουάρδο να θέλει να βάλει “πόδι” στην Αγγλία με ιδρύματα τύπου “το καπέλο της κυρίας Σίμπσον”; Δεν το φαντάζεται, γιατί δεν πρόκειται να το δει ποτέ.
Εκεί τα πράγματα όχι μόνον είναι σοβαρά, αλλά τείνουν να γίνουν κι επικίνδυνα, όταν ξεφεύγουν από τα όρια. Αν ο Εδουάρδος γινόταν γελοίος, πολλοί θα του έκοβαν βίαια τη γελοιότητα. Όταν αυτοί οι οποίοι σ’ αγαπάνε σε διώχνουν για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος, σε σκοτώνουν ακόμα πιο εύκολα όταν το απειλείς με τη βλακεία σου. Τα συστήματα είναι πάντα άγρια, βίαια και φονικά, όταν αντιλαμβάνονται ότι κινδυνεύουν. Αυτό εμείς δεν πρέπει να το ξεχνάμε και πολύ περισσότερο ο “τέως”, που θα κληθεί —αν συνεχίσει έτσι— ν’ αντιμετωπίσει αυτήν τη βιαιότητα.
Πριν συνεχίσει λοιπόν την “πολιτική” του, ας πάει να βρει τον θείο του, να του εξηγήσει την περίπτωση του Εδουάρδου, σε περίπτωση που δεν την γνωρίζει. Ας πάει να βρει τον επαγγελματία τεμπέλη, που παριστάνει τον βασιλικό σύζυγο. Ή μήπως φοβάται μήπως τον διακόψει από τη δουλειά του; Είναι βέβαιον ότι ο θείος του γνωρίζει, γιατί όλοι οι τεμπέληδες γνωρίζουν ποιες συνθήκες απειλούν την “εργασία” τους. Ας μάθει και μετά ας έλθει και πάλι να μας εκθέσει τα επιχειρήματά του. Η Ελλάδα δεν κατοικείται από ημιάγριους, για να τους δουλεύουν οι κηφήνες.
Η Ελλάδα όμως, ως σύστημα, εξακολουθεί να έχει άγρια ένστικτα όταν απειλείται. Όπως ο πατέρας του και η μητέρα του έβρισκαν “Γκοτζαμάνηδες” και “τρίκυκλα”, για να τους λύσουν άπαξ τα “προβλήματά” τους, έτσι μπορούν και άλλοι να λύσουν τα δικά τους προβλήματα. Καί “Γκοτζαμάνηδες” καί “τρίκυκλα” εξακολουθούν να υπάρχουν στην Ελλάδα. Έτσι είναι δυστυχώς η ζωή και ο “τροχός” της που γυρίζει. Όταν είχαν καί το “καρπούζι” καί το “μαχαίρι”, έκοβαν όπως ήθελαν οι “πρώην”. Δυστυχώς σήμερα άλλοι τα έχουν και τα δύο.
Οι Έλληνες πρέπει να προσέξουν πάρα πολύ με τα όσα συμβαίνουν σήμερα. Η δυναμική επανεμφάνιση του “τέως” στο προσκήνιο δεν είναι τυχαία. Δεν είναι τυχαία η απροκάλυπτη επίθεσή του εις βάρος της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησής της. Αποτελεί μέρος μιας πολιτικής, που κάποιοι προσπαθούν να εφαρμόσουν εις βάρος του ελληνικού λαού. Ο “τέως” είναι η κορυφή ενός παγόβουνου, που σήμερα δεν φαίνεται σε όλο του το μέγεθος. Ο “τέως” υπηρετεί τα αγγλοσαξονικά συμφέροντα μέσα στη Νέα Τάξη. Ο δειλός και άσχετος “τέως” απειλεί με επιστροφή στην Ελλάδα, γιατί κάποιοι τον έχουν διαβεβαιώσει ότι θα τον προστατεύσουν. Ο “Κοκός” δεν έγινε ξαφνικά ο γενναίος βασιλιάς, που θα τολμούσε να ξαναδιεκδικήσει τον θρόνο του.
Για λόγους που δεν είναι του παρόντος, θα πούμε ότι η Νέα Τάξη φοβάται την Ελλάδα. Φοβάται την Ελλάδα, γιατί ο ρόλος της είναι πολύ καθοριστικός σε θέματα που αφορούν την ίδια την επιβίωση της Νέας Τάξης. Η Ελλάδα πρέπει να ελεγχθεί από αυτούς, γιατί στην αντίθετη περίπτωση απειλείται με δυσλειτουργία το σύνολο της Νέας Τάξης. Από τη στιγμή που η Ελλάδα επηρεάζει το κυπριακό πρόβλημα, είναι καθοριστικό να ελέγχεται απ’ αυτούς που θέλουν να ελέγχουν τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής. Είναι επίσης καθοριστικό να ελέγχεται, γιατί ως κοινωνία με ιδιομορφίες απειλεί τον κοινωνικό “κιμά” της Νέας Τάξης. Η Ελλάδα εδώ και μερικές δεκαετίες έχει πάψει να είναι η “Γραικία”, που κατοικείται από “Γραικούς” και έχει γίνει πραγματική Ελλάδα, που κατοικείται από πραγματικούς Έλληνες.
Αυτά τα δύο σε συνδυασμό δημιουργούν ένα εκρηκτικό “μείγμα”, που απειλεί την Νέα Τάξη. Αυτά τα δύο εύκολα αποκαλύπτουν τον φόβο εκείνων που ελέγχουν την Νέα Τάξη και αγωνιούν για την επιβίωσή της. Εξαιτίας αυτού του φόβου η Νέα Τάξη προσπαθεί να δημιουργήσει “μοχλούς”, που θα της επιτρέψουν να ελέγχει την Ελλάδα μέσω των απειλών και των εκβιασμών. Ένας τέτοιος “μοχλός” είναι και ο “Κοκός”. Με την ύπαρξή του, κάθε φορά που μια δημοκρατική κυβέρνηση θα έχει αντιρρήσεις στις μεθοδεύσεις της Νέας Τάξης, θα μας απειλούν με “ανωμαλίες”. Θα μας απειλούν με εμφύλιους. Αυτός είναι και ο λόγος που τους είναι χρήσιμος ο “Κοκός”. Αυτοί οι οποίοι μας έβαλαν να κάνουμε εμφύλιο όταν τους συνέφερε, επαναφέρουν το ένα μέλος του διδύμου που τον προκάλεσε.
Τα “σύννεφα” γύρω από τα Βαλκάνια άρχισαν να γίνονται απειλητικά. Τα κολοσσιαία συμφέροντα των Αγγλοσαξόνων άρχισαν ν’ αντιλαμβάνονται απειλή στα Βαλκάνια και είναι βέβαιον ότι δεν θα παραιτηθούν χωρίς μάχη. Γύρω από το θέμα ελέγχου των Βαλκανίων και ειδικότερα της Ελλάδας συμβαίνουν τρομερές εξελίξεις. Κάποιοι φοβούνται την Ελλάδα της νέας χιλιετίας και προσπαθούν ν’ “αναστήσουν” όλους τους εφιάλτες της, προκειμένου να την τρομάξουν και να την καθηλώσουν στην ανυπαρξία. Γι’ αυτόν τον λόγο ανασυστήνονται όλα τα βασιλικά καθεστώτα στην περιοχή της βαλκανικής. Οι Αγγλοσάξονες προσπαθούν να περάσουν σταδιακά τις εξουσίες των κρατών τής περιοχής στα χέρια των δούλων τους. Δεν τους τάιζαν “τζάμπα” επί χρόνια στη Βρετανία. Δεν ήταν τυχαίο που η Βρετανία ήταν μόνιμα το “κηφηνοστάσιο” όλων των “πρώην” των Βαλκανίων. Προφανώς έφτασε η ώρα που όλοι αυτοί οι ευεργετηθέντες από τη Βρετανία θα πρέπει ν’ ανταποδώσουν την εξυπηρέτηση που έλαβαν.
Ο στόχος είναι πλέον προφανής. Σταδιακά θ’ αρχίσουν όλοι αυτοί κάτω από την επίβλεψη των Άγγλων ν’ απειλούν την ακεραιότητα της Ελλάδας. Αυτό θα σπρώξει στην ομηρία την κάθε δημοκρατική κυβέρνηση. Αν στην ομηρία αυτήν προστεθεί και ένας παράγοντας, που μπορεί να προκαλέσει ανωμαλία εκ των έσω —όπως ο “Κοκός”—, αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα εύκολα γίνονται επικίνδυνα. Όταν δηλαδή θα υπάρχουν έντονα εθνικά προβλήματα και ταυτόχρονα θα υπάρχει εσωτερικός διχαστικός παράγοντας, εύκολα θα υποτάσσονται οι κυβερνήσεις σ’ αυτούς που ελέγχουν τα δεδομένα του προβλήματος. Εύκολα θα υποτάσσονται σ’ αυτούς που μπορούν να περιορίσουν τους εξωτερικούς εχθρούς, αλλά και τους εσωτερικούς διχαστικούς παράγοντες. Μ’ αυτούς τους “μοχλούς” πίεσης είναι βέβαιον ότι θα “λυθεί” το κυπριακό με τον τρόπο που συμφέρει τους Αγγλοσάξονες και είναι βέβαιον ότι η τρομερή σήμερα ελληνική κοινωνία θα αυτοπεριοριστεί.
Όλα αυτά όμως τα παιχνίδια, που έχουν ως στόχο να χειραγωγήσουν την ελληνική δημοκρατία, δεν μπορούν να “παιχτούν” μόνον από εξωτερικούς παράγοντες. Η δημοκρατία είναι ισχυρή και για να χάσει το “παιχνίδι” θα πρέπει να προδοθεί εκ των έσω. Δεν μπορεί δηλαδή καμία εξωτερική ιμπεριαλιστική παρέμβαση να την νικήσει χωρίς βοήθεια. Αν η δημοκρατία και οι δημοκράτες Έλληνες είναι συσπειρωμένοι, κανένας δεν μπορεί να τους νικήσει και να τους επιβάλει τίποτε. Άρα αυτό το οποίο αναζητάμε είναι ο προδότης της δημοκρατίας. Αναζητάμε αυτόν ο οποίος θα παριστάνει τον δημοκράτη, αλλά θα λειτουργεί εις βάρος της δημοκρατίας. Αναζητάμε αυτόν που θ’ αφήσει ανοικτή την “κερκόπορτα” του δημοκρατικού μας συστήματος.
Στην περίπτωση αυτήν τα πράγματα είναι εύκολα, γιατί δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι. Ποιος είναι ο τελευταίος γνωστός προδότης, που πρόδωσε την ελληνική δημοκρατία στη μάχη της με το “παλάτι” και κατ’ επέκταση μ’ αυτούς που το προστάτευαν; Ο αρχιερέας της διαπλοκής. Ο “αποστάτης”. Αυτός ο οποίος παρίστανε τον δημοκράτη μέχρι να του ζητηθεί η προδοσία. Ο διαβόητος Μητσοτάκης. Αυτός ο οποίος στην κορύφωση της μάχης της δημοκρατίας εναντίον της μοναρχίας πρόδωσε τη δημοκρατία. Αυτός ο οποίος δημιούργησε την “ανωμαλία” η οποία στη συνέχεια μας οδήγησε στη Χούντα.
Η “πορεία” του είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους. Μας βύθισε στην “ανωμαλία” και, επειδή κινδύνευε από έναν λαό εξοργισμένο, “αυτοεξορίστηκε”, για να σώσει το τομάρι του. Αυτό ήταν εύκολο γι’ αυτόν, γιατί προφανώς είχε ισχυρούς προστάτες στο εξωτερικό. Αυτοί οι οποίοι τον έβαλαν να κάνει ό,τι έκανε στη συνέχεια τον προστάτευσαν. Δεν εξηγείται αλλιώς, ούτε η αρχική επιβίωσή του αλλά ούτε και η “επιτυχία” του στη συνέχεια. Χωρίς εξωτερική βοήθεια δεν θα τα κατάφερνε ούτε στον έναν τομέα ούτε στον άλλο.
Ποιος μπορεί για παράδειγμα να εξηγήσει πώς μπορούσε να επιβιώσει στο εξωτερικό ένας άεργος δικηγοράκος πρώην βουλευτής; Είχε μήπως κι αυτός κάποιον φίλο με κάποιες “μαγικές” 25 λίρες, που κάλυπταν όλα τα έξοδα; Πώς πλήρωνε ο άεργος τα ιδιωτικά σχολεία των πολλών παιδιών του; Πώς επιβίωνε στην πανάκριβη Γαλλία σε μια εποχή που οι Έλληνες δεν είχαν δυνατότητα να διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό; Έχει δώσει ποτέ ο ίδιος απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα; Μάλλον θα τα έβγαζε πέρα “δύσκολα”, όπως κι ο “Κοκός”. Μετά την παλινόρθωση της δημοκρατίας, όπως συμβαίνει πάντα με τα “παράσιτα” που εκμεταλλεύονται τη δημοκρατία και την ανοχή της, επέστρεψε στην πατρίδα του, γιατί κι αυτός ήταν Έλληνας και το “δικαιούνταν”. Από εκεί και πέρα με τη βοήθεια των “προστατών” του, όχι μόνον επιβίωσε, αλλά και “πέτυχε”. Όχι μόνον δεν έπεσε πάνω σε κάποιο “τρίκυκλο” της δημοκρατίας, αλλά τολμά και αυτοπαρουσιάζεται σαν ένα μεγάλο “κεφάλαιο” της ελληνικής δημοκρατίας.
Προφανώς οι Αγγλοσάξονες τον “τάιζαν” στο εξωτερικό και οι ίδιοι τον βοήθησαν στην επιστροφή του. Αυτοί επέβαλαν τον πρώην φανατικό “αντιδεξιό” στη Νέα Δημοκρατία και αυτοί τον βοήθησαν να καταλάβει την εξουσία της. Το πρόβλημα όμως μ’ αυτόν ήταν ότι, κάθε φορά που λάμβανε κάποια αμοιβή, το “χρεωνόταν” ο ελληνικός λαός. Ο Μητσοτάκης ανταμειβόταν από τους προστάτες του, αλλά η ανταμοιβή δεν ήταν “τζάμπα”, εφόσον την πλήρωνε ο ελληνικός λαός. Ο Μητσοτάκης έγινε πρωθυπουργός, αλλά ο ελληνικός λαός θα πλήρωνε το κόστος αυτής της πρωθυπουργοποίησης, που ήταν η επιστροφή της περιουσίας στον “Κοκό”.
Σήμερα γίνεται κάτι ανάλογο. Πολλοί απόρεσαν γιατί πρόσφατα ένα αμερικανικό έντυπο διεθνούς εμβέλειας έκανε διθυραμβική αναφορά στην κόρη του, πράγμα πρωτοφανές για κάποιον που απλά κατάφερε να γίνει δήμαρχος Αθηναίων. Ένα δημοσίευμα, που προφανώς είχε στόχο την “κατανάλωσή” του από τους “ιθαγενείς”, εφόσον κανέναν στο εξωτερικό δεν ενδιαφέρει ένα πρόσωπο, που κινείται σ’ αυτό το χαμηλό επίπεδο. Όλοι απόρεσαν γι’ αυτό το δημοσίευμα, εκτός από αυτούς που γνωρίζουν τον Μητσοτάκη. Απλά αυτοί οι τελευταίοι περίμεναν να μάθουν πόσο θα “κόστιζε” στον ελληνικό λαό αυτή η αναφορά.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και το μάθαμε. Η δήλωση στήριξης του Μητσοτάκη ήταν αυτό το κόστος. Η δήλωση υπέρ του “τέως” ήταν πονηρή και δεν ήταν ασήμαντη. Ήταν τρομερά προδοτική. Γιατί; Γιατί εισάγει έναν εξωδημοκρατικό παράγοντα στα εσωτερικά της δημοκρατίας. Ανοίγει “πόρτα” στους εχθρούς της δημοκρατίας. Ο έμπειρος προδότης ήξερε τι έκανε και γι’ αυτό έπαιξε με τα ένστικτα των πολιτικών παρατάξεων. Για το θέμα του “Κοκού” δεν αμφισβήτησε το Σύνταγμα —πράγμα επικίνδυνο για τον ίδιο—, αλλά κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ. Με τη δήλωσή του παρέσυρε κάποιους στο παιχνίδι του. Παρέσυρε τους αφελείς στο να επενδύσουν στον “Κοκό” προκειμένου, να εισπράξουν πολιτικά κέρδη. Προσέφερε συμπάθειες στον “Κοκό”, που δεν διαθέτει πλέον οπαδούς στη χώρα. Πώς; Με τον πιο απλό τρόπο. Όλοι όσοι για πολιτικούς λόγους αντιπαθούν την κυβέρνηση, είδαν με συμπάθεια έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να της κάνει ζημιά. Το πόσο τελικά θα κοστίσει αυτή η “ζημιά” για τη δημοκρατία κανένας δεν μπορεί να την υπολογίσει. Το πόσο θα κοστίζουν οι δεξιές συμπάθειες δεν γνωρίζουμε. Αυτή είναι η αφέλεια όλων όσων “συμπάθησαν” τον “Κοκό”, εξαιτίας του αντιπασοκικού τους μένους.
Αυτά όλα τα γνωρίζει ο πρώην “κεντρώος” Μητσοτάκης και γι’ αυτό έπαιξε με τα ένστικτα των “δεξιών”, που τους “δουλεύει” συστηματικά εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Τοποθετήθηκε με πολιτικά επιχειρήματα σε ένα θέμα όπου δεν έχουν θέση αυτά τα επιχειρήματα. Σε ένα θέμα, που έχει προαποφασίσει με τον πιο απόλυτο τρόπο το ίδιο το Σύνταγμα, που αντιπροσωπεύει τον ελληνικό λαό. Σε ένα θέμα, που πρέπει να υπάρχει ομοψυχία μεταξύ των Ελλήνων, ανεξάρτητα με το ποιος διαχειρίζεται την εξουσία. Δεν κρίνεται ούτε η ελληνική δημοκρατία ούτε η εκάστοτε κυβέρνησή της για τη συμπεριφορά της απέναντι στον “Κοκό”. Γι’ αυτά έχει αποφασίσει το Σύνταγμα, που επιβάλει στην εκάστοτε κυβέρνηση τη συμπεριφορά που πρέπει ν’ ακολουθήσει. Όποιος θέλει να κρίνει αυτήν τη συμπεριφορά, αμφισβητεί στην ουσία το Σύνταγμα. Όποιος τολμά ν’ αμφισβητήσει το Σύνταγμα, αμφισβητεί τον ίδιο τον ελληνικό λαό. Αυτή είναι η προδοσία της δημοκρατίας.
Πάνω σε ποια βάση υποθέτει ο γράφων ότι έγινε η συμφωνία, που οδήγησε σ’ αυτήν τη νέα προδοσία του αποστάτη; Οι Αγγλοσάξονες θα λέγανε πόσο ικανή και ταλαντούχα είναι η κόρη του και ο ίδιος θα έλεγε πόσο άδικη είναι η ελληνική κυβέρνηση απέναντι στον “Κοκό”. Ο “Κοκός” θα μας έλεγε πόσο περήφανος είναι που είναι Έλληνας και ο Μητσοτάκης θα μας έλεγε πόσο πολύ ντρέπεται που είναι Έλληνας. Μπορεί να μας πει ο Μητσοτάκης πόσα εκατομμύρια εισπράττει μηνιαίως η οικογένειά του από τα δημόσια ταμεία μιας δημοκρατίας για την οποία ντρέπεται; Για τον γράφοντα δεν αποτελεί ντροπή που η Ελλάδα “καταδικάστηκε” στο θέμα του “Κοκού” από ένα δικαστήριο το οποίο αρνείται για παράδειγμα να δικάσει τον “ανθρωπιστή” Σαρόν. Αποτελεί ντροπή όμως, που σε μια Ελλάδα, η οποία μαστίζεται από τη φτώχεια και την ανεργία, ο αποστάτης όχι μόνον δεν τιμωρήθηκε, αλλά έχει βολέψει μέχρι και τα δισέγγονά του.
Οι σχεδιαστές της νέας “ανωμαλίας” μπορούσαν να είναι υπερήφανοι για το έργο τους. Η μοναρχία ήταν υπερήφανη για τον εαυτό της, ενώ η δημοκρατία εμφανιζόταν να ντρέπεται. Απλά πράγματα. Ανταλλαγή “δώρων” από συνεργάτες. Ο Μητσοτάκης θα άνοιγε την “πόρτα” στον “Κοκό” και οι Αγγλοσάξονες θα “έχτιζαν” την καριέρα της κόρης του. Ο Μητσοτάκης στη δύση της ζωής του θ’ αναλάμβανε τη “βρόμικη” δουλειά και η κόρη του θα συνέχιζε “καθαρή” με προίκα την ανταμοιβή. Να μην χάσει η “αποτρόπαια” δημοκρατία αυτό το σόι από πελάτες. “Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού” λέει ο λαός και αυτή η άποψή του επιβεβαιώνεται μέσα στον χρόνο. Αυτήν την άποψη προφανώς δεν τη σέβεται ο Μητσοτάκης, που κάνει το “σφάλμα” να προδώσει τη δημοκρατία για τρίτη φορά. Σύντομα θα τελειώσουν τα ψέματα. Η ελληνική δημοκρατία σύντομα θα λύσει τους λογαριασμούς της καί με τους “Κοκούς” καί με τους αποστάτες. Δεν σεβάστηκαν την “τύχη” τους και θα το πληρώσουν. Δεν δικάστηκαν ποτέ για τα εγκλήματά τους και δεν το εκτίμησαν. Σύντομα όλα αυτά θ’ αλλάξουν. Γιατί; Γιατί αυτοί το ζήτησαν.
Υ.Γ.
Ο “τέως” επανήλθε με νέα ψέματα. Σε νέα συνέντευξή του ισχυρίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματά του και νομοθετεί με τρόπο τέτοιο, ώστε να του προκαλέσει ζημιά. Ισχυρίζεται ότι, ενώ για παράδειγμα η κυβέρνηση του Καραμανλή του έδωσε διαβατήριο, η σημερινή αρνείται να κάνει το ίδιο. Όλα αυτά είναι ψεύδη. Οι κυβερνήσεις δεν αλλάζουν τακτική απέναντί του. Οι κυβερνήσεις δεν είναι ανεξέλεγκτες. Οι κυβερνήσεις κάνουν αυτά που το Σύνταγμα επιβάλει. Στην περίπτωσή του δηλαδή δεν άλλαξαν συμπεριφορά οι κυβερνήσεις, αλλά ο ίδιος.
Η κυβέρνηση του Καραμανλή του έδωσε διαβατήριο σε ειδικές συνθήκες και υπό ειδικούς όρους. Του έδωσε διαβατήριο, για να τον διευκολύνει στη μετέπειτα ζωή του και υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα εξαφανιζόταν για πάντα από τη ζωή της Ελλάδας. Δεν ενδιέφερε κανέναν πού θα πήγαινε μ’ εκείνο το διαβατήριο και με ποιο όνομα. Τους ενδιέφερε όμως όλους να φύγει και να παραμείνει μακριά από την Ελλάδα. Για όσο διάστημα θα συνέβαινε αυτό, όλες οι κυβερνήσεις θα του ανανέωναν το διαβατήριο, πάντα υπό τις αρχικές προϋποθέσεις.
Όλα αυτά όμως άλλαξαν. Ο “τέως” σήμερα θέλει διαβατήριο όμοιο μ’ αυτό των υπολοίπων Ελλήνων πολιτών, για να μπορεί να μπαινοβγαίνει ελεύθερα στην Ελλάδα. Αυτό όμως αλλάζει τα δεδομένα. Η σημερινή κυβέρνηση δεν του δίνει διαβατήριο για τους ίδιους λόγους που δεν θα του έδιναν και οι προηγούμενες. Ο ίδιος άλλαξε συμπεριφορά κι απλά σ’ αυτήν την αλλαγή δεν τον “ακολουθεί” η ελληνική κυβέρνηση, κάνοντας το καθήκον της όπως ο νόμος ορίζει. Η μόνη κυβέρνηση που δεν σεβάστηκε το Σύνταγμα και άλλαξε τη συμπεριφορά της απέναντι στον “τέως” ήταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ήταν έτοιμη ικανοποιήσει τις νέες απαιτήσεις του, αδιαφορώντας για τη δεδηλωμένη βούληση του λαού.