Όλα ξεκίνησαν μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Μέχρι τότε η Γαλλία λειτουργούσε όπως όλα τα υπόλοιπα αποικιοκρατικά κράτη. Την εξουσία την ασκούσαν κατά τρόπο απόλυτο οι ευγενείς —που ήταν οι κεφαλαιοκράτες— και το ιερατείο. Χρησιμοποιούσαν κι αυτοί “νέγρους” για να επιβληθούν στους λαούς. Μετά την Επανάσταση το κεφάλαιο παρέμεινε στα χέρια των κεφαλαιοκρατών, αλλά η εξουσία μοιράστηκε ανάμεσα σ’ αυτούς και στους αστούς. Αρχικός πυρήνας της αστικής τάξης ήταν όλοι εκείνοι οι μορφωμένοι αλλά ξεπεσμένοι οικονομικά κεφαλαιοκράτες και κάποιοι γραφικοί ημιμαθείς δουλοπάροικοι, που αγωνίζονταν, όχι για τον λαό, αλλά για να βολευτούν οι ίδιοι και να εξουσιάσουν. Το ιερατείο γρήγορα αντιλήφθηκε πόσο “λιγούρια” ήταν όλοι εκείνοι και τους διέφθειρε. Νομιμοποίησε έναν τεράστιο γραφειοκρατικό μηχανισμό και βόλεψε όσους ήταν δυνατόν ν’ απειλήσουν το σύστημα. Μέσα σε μια επαναστατημένη Γαλλία δυστυχών δουλοπάροικων, οι ημιμαθείς επαναστάτες έγιναν μισθωτοί του κράτους που οι ίδιοι πλέον έλεγχαν. Επειδή όμως αυτή η κατάσταση ήταν προκλητική για τους υπόλοιπους δουλοπάροικους, άρχισαν όλοι αυτοί οι βολεμένοι να “περιπλέκουν” την κατάσταση. Άρχισαν να χτίζουν έναν δαιδαλώδη κρατικό μηχανισμό, που απαιτούσε γνώσεις για να έρθει κάποιος σε επαφή μαζί του. Με τις γνώσεις τους τον έκαναν περίπλοκο και στη συνέχεια πουλούσαν επ’ αμοιβή αυτές τις γνώσεις στους φτωχούς για να διευθετήσουν τις όποιες διαφορές είχαν με το κράτος.

Το καθοριστικό σ’ αυτό το σημείο είναι ότι εκείνη την εποχή το κεφάλαιο-γη ήταν η μοναδική μορφή κεφαλαίου και ότι ο λαός ήταν αγράμματος. Εξαιτίας του πρώτου οι κεφαλαιοκράτες δεν μπορούσαν να ξεφορτωθούν τους αστούς και να τους στείλουν στο διάολο. Από την άλλη πλευρά οι αστοί είχαν ανάγκη τους κεφαλαιοκράτες, εφόσον αυτοί τους συντηρούσαν. Κανένας δηλαδή δεν μπορούσε να ξεφορτωθεί κανέναν. Η διαφθορά των αστών και η προκλητικότητά τους είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση αυτού που ονομάζουμε κοινωνικό κράτος πρόνοιας και είναι το μεγαλύτερο καρκίνωμα της οικονομίας. Το κοινωνικό κράτος δημιουργήθηκε για να συνδέει τον λαό με τους αστούς. Δημιουργούνται τεχνητά συνθήκες σύμπλευσης συμφερόντων μεταξύ του λαού και του κράτους πρόνοιας που ελέγχουν οι αστοί. Οι παροχές του κοινωνικού κράτους ήταν αυτές που έκαναν στον λαό την παρουσία των αστών ανεκτή. Οι λαοί έγιναν η “ασπίδα” των αστών, νομίζοντας ότι κερδίζουν από τη διαχείριση της εξουσίας απ’ αυτούς. Η πολιτική των παροχών εδραίωνε τη θέση των αστών.
Αυτό το κέρδος για τον λαό υπήρχε μόνον θεωρητικά, γιατί κοινωνικό κράτος πάντα σήμαινε λεηλασία μέσω φόρων των κεφαλαιοκρατών και μοίρασμα της λείας μεταξύ των αστών. Τα λίγα που περίσσευαν τα έδιναν στον λαό υπό μορφή διάφορων παροχών, που κι αυτές γίνονταν με “σκοτεινά” κριτήρια. Για να συνδεθούν οι αστοί απόλυτα με τον λαό και να δώσουν διάρκεια σ’ αυτήν τη σχέση, δημιούργησαν ταυτόχρονα και ένα υποχρεωτικό σύστημα παιδείας, που υπηρετούσε απόλυτα τους στόχους τους. Μέσα εκεί μάθαιναν οι απλοί Γάλλοι πόσο ξεχωριστοί ήταν οι επαναστάτες πρόγονοί τους και άρα και οι διάδοχοι εκείνων που ήταν οι μεγαλοαστοί. Μέσα εκεί έμπαιναν σ’ έναν μηχανισμό, που όχι μόνον παρείχε γνώση, αλλά που ταυτόχρονα την κεφαλαιοποιούσε. Με τους ρυθμούς που ήθελαν οι αστοί μοιραζόταν η γνώση και σε κάθε φάση κοστολογούνταν η αξία της αλλά και εμμέσως η αξία του κατόχου της. Αυτό το έκαναν για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν για να διαβαθμίσουν τους μορφωμένους, ώστε να “μοιραστούν” ανάλογα οι θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και ο δεύτερος για ν’ αποκλείσουν τους φτωχούς από την ανώτερη γνώση. Ενώ δηλαδή έδιναν σ’ όλους τη θεωρητική δυνατότητα να μορφωθούν και άρα να έχουν φιλοδοξίες, πρακτικά οι φτωχοί δεν μπορούσαν λόγω οικονομικής δυνατότητας να παρακολουθήσουν τα μακροχρόνια εκπαιδευτικά προγράμματα. Η θεωρητική όμως δυνατό­τητα των φτωχών να πραγματοποιήσουν τις φιλοδοξίες, απέτρεπε την αντίδρασή τους. Αυτό ισχυροποίησε τους αστούς και μονιμοποίησε την παρουσία τους. Από εκεί και πέρα αυτό που έπρεπε να κάνουν ήταν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να προστατεύσουν την κεφαλαιοποίηση της γνώσης. Έπρεπε κατ’ αρχήν να βρεθεί ένας τρόπος για να προστατεύονται οι “εκλεκτοί” λόγω γνώσης από την κρίση του αγράμματου λαού.
Οι Γάλλοι αστοί είχαν ν’ αντιμετωπίσουν ένα πρόβλημα που το σύστημα το είχε ξαναντιμετωπίσει στο παρελθόν και φυσικά το είχε λύσει. Όπως οι ιερείς του χριστιανισμού έπρεπε να πείθουν τις φτωχές μάζες ότι δικαιούνται οι ίδιοι ν’ απολαμβάνουν τη χλιδή, έτσι έπρεπε να κάνουν και οι αστοί. Αυτό δηλαδή που έγινε τότε ήταν μια αντιγραφή του χριστιανικού τρόπου λειτουργίας του συστήματος. Οι αναλογίες είναι απόλυτες κι αυτό σημαίνει ότι και η επιτυχία ήταν εκ των δεδομένων εξασφαλισμένη. Όπως ο χριστιανισμός έχει ως στόχο την τέλεια κοινωνία της βασιλείας των ουρανών, έτσι τέθηκε ο ανάλογος στόχος και από τους αστούς. Από εκεί και πέρα κάποιοι θα αναλάμβαναν επ’ αμοιβή να οδηγήσουν τους φτωχούς στον παράδεισο που υπόσχονταν η “επαναστατημένη” Γαλλία. Αυτοί θα ήταν οι αστοί κι αυτοί θα ήταν το νέο ιδιότυπο ιερατείο μια νέας ιδιότυπης θρησκείας. Η θρησκεία αυτή είναι ο γαλλισμός. Οι Γάλλοι αστοί εφεύραν την “καθαρή”, “άσπιλη” και “αμόλυντη” “Γαλλία” και βέβαια εφεύραν τον “Γάλλο” που ήταν το εξιδανικευμένο πρότυπο του πολίτη της θεϊκής “Γαλλίας”.
Όπως οι χριστιανοί ιερείς αναλαμβάνουν εργολαβικά να “σώσουν” τους χριστιανούς έτσι ανέλαβαν και οι αστοί Γάλλοι να “σώσουν” τους Γάλλους. Γιατί όμως δεν “σώζονται” οι Γάλλοι στους αιώνες που ακολούθησαν; Για τους ίδιους λόγους που δεν σώζονται και οι χριστιανοί. Οι αμαρτωλοί φταίνε που οι χριστιανοί δεν μπορούν να ταυτιστούν με τα πατερικά πρότυπα των καλών “χριστιανών” και οι βάρβαροι φταίνε που οι Γάλλοι δεν ταυτίζονται με τα αστικά πρότυπα των καλών “Γάλλων”. Σ’ αυτό το διάστημα που η “σωτηρία” δεν έρχεται εξαιτίας των εχθρών τα ιερατεία κλέβουν, μοχθώντας δήθεν για τη σωτηρία του ποιμνίου τους είτε αυτό είναι το χριστιανικό είτε το ιδιόμορφο γαλλικό.
Τι είναι όμως ο “Γάλλος”; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτού του ιδιότυπου εφευρήματος των αστών; Ο “Γάλλος” είναι ένα πρότυπο ανθρώπου, που εκμεταλλεύεται δύο διαφορετικές γνώσεις. Είναι ένα “κράμα” ελληνοιουδαϊκής κουλτούρας. Κάποιοι πάντρεψαν στοιχεία του καθολικισμού και του ελληνισμού, για να φτιάξουν το νέο πρότυπο κράτος και βέβαια το νέο πρότυπο πολίτη αυτού του κράτους. Επειδή όμως αυτό το αυθαίρετο “πάντρεμα” δύο διαφορετικών και μάλιστα εχθρικών μεταξύ τους γνώσεων ήταν αδύναμο, έπρεπε να ισχυροποιηθεί. Έπρεπε να δημιουργηθεί η υπεραπαραίτητη παράδοση, που θα έδινε ζωή σ’ αυτήν την αυθαιρεσία. Έπρεπε οι αστοί να σκεφτούν τρόπους, που θα επέτρεπαν την ανάπτυξη αυτής της παράδοσης. Αυτό που έγινε τότε ήταν αυτό που κάποιοι ονομάζουν “γαλλική κουλτούρα”. Καλλιεργήθηκαν τα πάντα με τέτοιο τρόπο, ώστε να διατηρούνται οι αποστάσεις μεταξύ “μορφωμένων” κι “αμόρφωτων” φτωχών. Δεν ήταν περίπτωση ίδια με τη διαφορά που χώριζε τους κεφαλαιοκράτες από τους δουλοπάροικους και καλλιεργούνταν με τρόπο φυσικό μέσα στην οικογένεια, όπως είδαμε σε άλλο σημείο. Έπρεπε οι φτωχοί να μάθουν να επενδύουν τη σωτηρία τους σε φτωχούς και βέβαια να τους πληρώνουν τα ανάλογα. Έπρεπε ο μη-κεφαλαιοκράτης αλλά μορφωμένος “Γάλλος” να γίνει ο Θεός, που θα οδηγούσε με τη βοήθεια των αστών τους υπόλοιπους Γάλλους στη σωτηρία.
Ο “ιδιόρρυθμος” κι απρόσιτος “Γάλλος” έγινε ό,τι ο Χριστός για τους χριστιανούς και από εκεί και πέρα έπρεπε απλά οι αστοί να καλλιεργήσουν τη διαφορετικότητά τους από τους απλούς Γάλλους. Όπως οι ιερείς του χριστιανισμού διαφοροποιούνται από τους απλούς χριστιανούς έτσι έκαναν και οι Γάλλοι αστοί. Δημιούργησαν τον “Γάλλο” Θεό κι από εκεί και πέρα απλά έπρεπε να καλλιεργούν τη διαφορετικότητά τους σε σχέση με τον απλό λαό. Από τον τρόπο που μιλούσαν μέχρι τον τρόπο που ντύνονταν, έπρεπε να είναι διαφορετικοί. Όλη η προσπάθεια είχε στόχο δηλαδή τη δημιουργία της εντύπωσης της διαφορετικότητας μεταξύ των Γάλλων αστών και του γαλλικού λαού. Αυτόν τον στόχο είχε η δημιουργία και η ανάπτυξη της γαλλικής κουλτούρας. Η γαλλική γλώσσα, για παράδειγμα, είναι καλλιεργημένη με τέτοιον τρόπο που δεν υπηρετεί τον Λόγο αλλά επισημαίνει τη διαφορετικότητα του χρήστη της από κάποιον άλλο χρήστη. Όσο κι αν αυτή η διαπίστωση στενοχωρεί τους Γάλλους, η γαλλική γλώσσα είναι μια κοινή βαρβαρική γλώσσα που περιορίζεται στο επίπεδο της φωνής. Στο επίπεδο του Λόγου που δίνει αξία σε μια γλώσσα, δανείζεται τα πάντα από τη λατινική και την ελληνική γλώσσα.
Η ιδιόμορφη αυτή καλλιέργεια της τοπικής γλώσσας έγινε, γιατί απλά, λόγω του εθνικισμού που καλλιεργούσαν οι Γάλλοι αστοί-“ιερείς” του γαλλισμού, δεν μπορούσαν ν’ αντιγράψουν αυτοκρατορικές πρακτικές. Στις αυτοκρατορίες οι “εκλεκτοί” συνήθως χρησιμο­ποιούσαν διαφορετική γλώσσα από τον λαό για να τον απομονώνουν από τη γνώση. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορούσαν οι “εκλεκτοί” Γάλλοι αστοί να μιλούν ελληνικά ή λατινικά, όπως έκαναν οι Ρωμαίοι. Οι Γάλλοι έπρεπε να μιλούν στο σύνολό τους γαλλικά κι έπρεπε απλά οι μορφωμένοι Γάλλοι να μιλούν “διαφορετικά” γαλλικά από τους αμόρφωτους Γάλλους. Αυτή η άνευ ουσίας καλλιέργεια της γλώσσας έγινε, γιατί οι αστοί Γάλλοι έπρεπε να μιλούν με διαφορετικό τρόπο από τους απλούς Γάλλους, ώστε να διαφοροποιούνται με εμφανή τρόπο μεταξύ τους. Τη γλώσσα δεν έχει νόημα να την καλλιεργείς μ’ αυτόν τον άμεσο τρόπο. Η γλώσσα πάντα καλλιεργείται έμμεσα. Καλλιεργείς τη γνώση κι απλά η γλώσσα ακολουθεί.
Η άνευ ουσίας καλλιέργεια της γλώσσας μπορεί να παρομοιαστεί με μια δραστηριότητα όπου κάποιος δημιουργεί άπειρες νέες χρωματικές αποχρώσεις, αλλά που δεν έχει τη δυνατότητα να ζωγραφίσει έναν πίνακα. Ο πίνακας, ως έργο, ανήκει στο επίπεδο του Λόγου και άρα στο επίπεδο της γνώσης. Αντίθετα τα διάφορα χρώματα ανήκουν στο επίπεδο της φωνής. Τα χρώματα δεν είναι από μόνα τους έργο. Τα χρώματα “βοηθούν” απο τεχνικής απόψεως το έργο να λάβει την ακριβή μορφή του. Όταν αποφασίσει ο ζωγράφος ν’ αποτυπώσει στον καμβά τη φαντασία του, αν δεν υπάρχει έτοιμη η απόχρωση που τον βολεύει, μπορεί εύκολα να την εφεύρει εκείνη την ώρα. Όταν έχεις γνώση, εύκολα βρίσκεις τη φωνή για να την περιγράψεις. Όταν ανακαλύψεις τον ηλεκτρισμό, το όνομα που θα του δώσεις είναι το πιο εύκολο πράγμα. Το δύσκολο είναι ν’ ανακαλύψεις τη νέα γνώση και όχι η τελετουργία της “βάπτισής” της.
Ό,τι έγινε με τη γαλλική γλώσσα, κάτι ανάλογο έγινε στη Γαλλία και με τη φιλοσοφία, αλλά και με την τέχνη. Στον τομέα της φιλοσοφίας ένα είναι δεδομένο. Άσχετα με το πόσο κάποιοι Γάλλοι προσέγγισαν ορθά κάποια θέματα, είναι απόλυτο ότι οι μεγαλύτερες ηλιθιότητες έχουν ειπωθεί, αν όχι από Γάλλους, σίγουρα πάνω στο γαλλικό έδαφος. Κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει ότι στη Γαλλία άνθησε σε μια δύσκολη εποχή η πιο όμορφη χριστιανική οικονομική θεωρία. Η θεωρία των Σενσιμονιστών. Κανένας όμως δεν μπορεί επίσης να αγνοήσει το πλήθος ηλιθιοτήτων που κατά καιρούς έχουν καλλιεργηθεί ως ιδεολογίες από Γάλλους ή από λάτρεις του γαλλισμού διαφόρων εθνικοτήτων και που παγίδευσαν τον κόσμο. Αυτές οι ηλιθιότητες δεν αναπτύχθηκαν επειδή οι Γάλλοι ήταν κουτοί. Απλά οι Γάλλοι ήταν πονηροί. Άφηναν τον καθένα να αμπελοφιλοσοφεί και να εστιάζει το ενδιαφέρον του όπου ήθελε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι αμπελο­φιλοσοφίες επηρέαζαν τον τρόπο λειτουργίας του γαλλικού συστήματος. Η γαλλική πολιτεία, δηλαδή, δεν υιοθετούσε αυτές τις ηλιθιότητες, ώστε μ’ αυτόν τον τρόπο να εκπαιδεύσει “ηλίθια” στελέχη για τον κρατικό μηχανισμό της. Τα στελέχη του κράτους της Γαλλίας πάντα εκπαιδεύονταν με καθαρή και διαυγή ελληνική γνώση. Θουκυδίδη και Αριστοτέλη διδάσκονταν όλοι αυτοί, άσχετα αν στα γαλλικά σαλόνια οι μισότρελοι “οδηγούσαν” τη φιλοσοφία σε “νέα” μονοπάτια. Απλά αυτή η δραστηριότητα ήταν μια πάγια τακτική του “ιερατείου” της αστικής τάξης.
Αυτό το “ιερατείο” επεδίωκε συστηματικά να φαίνεται ότι τίποτε απ’ αυτά που πίστευε υποτίθεται αυτή η τάξη των μορφωμένων δεν είναι συμβατό μ’ αυτά που πίστευε ο απλός κι αμόρφωτος άνθρωπος. Ο απλός άνθρωπος ήταν βάρβαρος από τη φύση του κι έπρεπε να “κοπιάσει” για να σκέπτεται όπως οι “διαφορετικοί” αστοί. Έπρεπε να κοπιάσει ο απλός Γάλλος για να μοιάσει με τον θεό “Γάλλο”, που όμοιοί του ήταν μόνον οι μορφωμένοι αστοί. Χωρίς την καλλιέργεια αυτής της διαφοροποίησης κινδύνευαν πάνω απ’ όλα οι μισθοί των αστών κι αυτό ήταν κάτι που δεν το διακινδύνευαν. Είτε συνειδητά είτε όχι, έπρεπε τα πάντα να κινούνται στο μη κατανοητό και άρα στο μη φυσιολογικό. Τέχνη έπαψε να είναι το όμορφο άγαλμα, που όλοι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως τέχνη και το θαυμάζουν. Ανώτερη τέχνη για τους αστούς Γάλλους ήταν ο ακρωτηριασμός του αγάλματος. Τέχνη έπαψε να είναι ένας όμορφος πίνακας, αλλά η μουντζούρα πάνω σ’ έναν πίνακα. Με αυτόν τον τρόπο χάθηκε η ουσία της τέχνης και ο ρόλος για τον οποίον στην πραγματικότητα  είχε καλλιεργηθεί.
 Οι Γάλλοι κατάφεραν και περιόρισαν την τέχνη στο επίπεδο της τεχνικής. Την απογύμνωσαν εντελώς απο τα στοιχεία που την συνέδεαν με το πνεύμα. Απευθύνονταν περισσότερο στην αισθητική του κοινού και απειροελάχιστα στο πνεύμα του. Απευθυνόταν στις αισθήσεις και όχι στο μυαλό. Τέχνη έγινε το οτιδήποτε φαινόταν ή ακουγόταν απλά ωραίο. Τέχνη ήταν μια τραγωδία του Σοφοκλή και τέχνη ήταν ένας απλά όμορφα βαμμένος καμβάς. Η διαφορά είναι ότι ο Σοφοκλής απευθυνόταν στο μυαλό του κοινού του ενώ ο δυτικός απευθυνόταν στην ψυχική διάθεση του κοινού που το αντιμετώπιζε ως πελάτη. Ο πρώτος κρινόταν με αντικειμενικά κριτίρια για την δημιουργία του ενω ο δεύτερος όχι. Το μύνημα συνδέεται με τον λόγο και κρίνεται. Κρίνεσαι όταν με ένα έργο τέχνης όσο τέλειο τεχνικά και άν είναι προσπαθείς να περάσεις ένα άσχημο μύνημα. Κρίθηκαν τα σπουδαία απο πλευράς τεχνικής, έργα τέχνης που υμνούσαν τον ναζισμό. Αντίθετα με τον λόγο δεν μπορείς να κρίνεις την αισθητική η οποία είναι κάτι το εντελώς υποκειμενικό. Αν ένα έργο αυτού του επιπέδου τέχνης ικανοποιεί την αισθητική σου απλά το αγοράζεις.
 Σε αυτό το σημείο χάθηκε η πεμπτουσία της τέχνης. Η τέχνη έπαψε να απαιτεί γνώση απο πλευράς δημιουργού. Απαιτούσε απλά καλό γούστο χωρίς ακόμα και αυτό να είναι εντελώς απαραίτητο. Κανένας δεν αμφισβητεί ότι η δημιουργία κάποιου αντικειμένου απλά ωραίου είναι κάποιο είδος τέχνης. Το θέμα είναι ότι η τέχνη δεν «εφευρέθηκε» απο τον άνθρωπο γι’ αυτόν τον λόγο. Η τέχνη «εφευρέθηκε» για να κάνει ελκυστική την οποιαδήποτε άποψη του δημιουργού. Η τέχνη προσέλκυε τους ανθρώπους προς την «αλήθεια» που υπηρετούσε ο δημιουργός. Η τέχνη «εφευρέθηκε» απο ευαίσθητους ανθρώπους που είτε ήθελαν να υμνήσουν και να ευχαριστήσουν τον Θεό, είτε ήθελαν μέσω της εικόνας να παρακάμψουν τις αδυναμίες του λόγου. Υπήρχαν εποχές που η αμορφωσιά του κόσμου έδινε την δυνατότητα στην τέχνη να μορφώνει τους ανθρώπους. Οι αρχαίοι Αθηναίοι μέσω της τέχνης του λόγου μορφώνονταν στα θέατρα τους. Μέσω της ζωγραφικής ή της γλυπτικής τέχνης μάθαιναν την ελληνική μυθολογία μέσα στους ναούς τους. Η δημόσια ανάγνωση των ποιημάτων του Ομήρου μόρφωνε τους αγράμματους που δεν είχαν άλλο τρόπο πρόσβασης στην γνώση. Οι αγράμματοι φτωχοί μέσω της τέχνης εξασφαλιζαν ένα «ανοικτό» παράθυρο στον χώρο του πνεύματος. Μέσω της τέχνης αντιλαμβάνονταν οι αμόρφωτοι την πνευματική τους φτώχεια και επεδίωκαν να μορφωθούν. Απο την άλλη πλευρά οι δημιουργοί γνώριζαν ότι ένα έργο τέχνης ήταν πολύ αποτελεσματικότερο απο το  οποιοδήποτε «κατηχητικό». Γι αυτό το λόγο το έργο τέχνης  πάντα συνδεόταν με κάποιο μήνυμα.
 Ο Φειδίας με την τέχνη του έλκυε τους βαρβάρους προς το Θείο όπως το αντιλαμβανόταν ο ίδιος. Ο Ευρυπίδης με την τέχνη του έλκυε το κοινό προς τους προβληματισμούς που τον απασχολούσαν. Ο Μιχαήλ Άγγελος έκανε επίσης τέχνη όταν αναπαρίστανε με μεγαλειώση τρόπο αυτά που η χριστιανική ψυχή του φιλοξενούσε μέσα της ως προσωπικές εικόνες. Η τέχνη των αστών δεν έχει σχεση με την τέχνη όπως την αντιλαμβάνονταν οι αρχαίοι ΕΛΛΗΝΕΣ. Η τέχνη τους είναι «βουβή». Το απόλυτο κενό. Αυτό βολεύει αυτούς που αναλαμβάνουν επ’ αμοιβή να εξηγήσουν στο «βάρβαρο» κοινό το τι ακριβώς θέλει να πει ο «δημιουργός». Αυτό βολεύει το σύστημα εξουσίας γιατί οι ταλαντούχοι δημιουργοί δεν είναι πάντα ελεγχόμενοι. Αντίθετα οι φλυαρούντες κάφροι που περιγράφουν τον λόγο του βουβού δημιουργού είναι στην πλειοψηφία τους άνθρωποι του συστήματος. Η βουβαμάρα της σύγχρονης τέχνης ευνοεί την εξουσία που θέλει να κάνει επίδειξη γνώσης χωρίς να «λέει» τίποτε. Δεν θέλει η εξουσία των αστών μέσω της τέχνης να «σπρώχνει» τον άνθρωπο προς την μόρφωση. Αυτήν η εξουσία θέλει μέσω της τέχνης να μπερδεύει τον άνθρωπο και να τον κάνει να αισθάνεται αδύναμος. Αυτήν η τέχνη «αποθεώνει» τον αστό που καταλαβαίνει δήθεν αυτά  που ο απλός άνθρωπος ούτε καν διανοήται ότι υπάρχουν. 
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι αστοί Γάλλοι κατάφερναν δύο πράγματα ταυτόχρονα. Το πρώτο ήταν ότι έπειθαν τον κόσμο ότι δεν μπορεί να εκτιμήσει την τέχνη, αν δεν ήταν μορφωμένος. Το δεύτερο ήταν ότι μπορούσαν ν’ απομονώσουν από τον χώρο της τέχνης τον οποιονδήποτε επικίνδυνο ταλαντούχο που δεν ανήκε στην τάξη τους. Αυτοί αποφάσιζαν ποιος ατάλαντος αστός θα “οδηγούσε” την τέχνη στους νέους δρόμους. Αυτό όμως σημαίνει εξουσία και άρα νέες θέσεις εργασίας για τους αστούς. Οι αστοί θα γίνονταν οι επαγγελματίες κριτικοί της τέχνης, που θ’ “ανακάλυπταν” τα κρυμμένα μηνύματα των «δημιουργών». Από ένα “έργο” τέχνης θα έβγαζε το “ψωμάκι” του καί ο ατάλαντος “γλείφτης” που παρίστανε τον δημιουργό και ο κομπλεξικός κριτικός που θα έβγαζε τα κόμπλεξ του, καταστρέφοντας πραγματικούς δημιουργούς και αναδεικνύοντας ατάλαντα “ψώνια”. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν το σχεδόν ακατόρθωτο. Όχι μόνο προστάτευσαν την εξουσία απο τους πιο επικίνδυνους εχθρούς της αλλά έβαλαν την εξουσία μέσα στην ίδια την τέχνη.
 Εδώ μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης γιατί οι Γάλλοι αστοί ευνόησαν την τέχνη που κινήται στο επίπεδο που δεν κρίνεται. Οι αρχαίοι ΕΛΛΗΝΕΣ τραγωδοί, για παράδειγμα, παρουσίαζαν τα έργα τους στις μεγάλες γιορτές και μπροστά στο κοινό που τους έκρινε. Ο λαός αποφάσιζε ποιος από αυτούς ήταν ο θεός της τέχνης του και ποιος όχι. Ο λαός θα αποφάσιζε ποιός θα αναγνωριζόταν ώς ευεργέτης του. Οι Αθηναίοι λάτρευαν τον Φειδία που τα έργα του αναδύκνειαν με απαράμμιλο τρόπο την πίστη τους. Αισθάνονταν τιμή να φιλοξενούν έργα του στην πόλη τους. Αντίθετα μ’ αυτήν την πρακτική οι αστοί δημιουργοί παρουσιάζουν τα έργα τους στους κριτικούς και κάνουν “παζάρια” μ’ αυτούς. Αν αυτά τα “παζάρια” είναι επιτυχή, οι κριτικοί θα παρουσιάσουν τον νέο θεό της τέχνης στον λαό. Τον παρουσιάζουν στον λαό, όχι για να τον κρίνει, αλλά για να τον αποθεώσει. Ο λαός είναι εκ γεννετής βάρβαρος και άρα δεν μπορεί να κρίνει. Ο λαός μόνο υιοθετεί αυτά που οι επίσης “θεοί”-κριτικοί του προτείνουν. Υπήρξαν “θεοί” της τέχνης, που δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος που να μπορεί να πεί έναν καλό λόγο γι’ αυτούς. Υπήρξαν “δημιουργοί” που έγιναν “θεοί” με μέσον έναν πλούσιο “μπουφέ”, ένα πάρτι με πόρνες και με ένα γερό χαρτζιλίκι στους κριτικούς.
 Φτάσαμε στο σημείο να θεωρείται τέχνη το οτιδήποτε. Δεν μπορείς να ξεχωρήσεις ένα πίνακα που ζωγράφισε άνθρωπος απο έναν πίνακα που αποτελεί άσκηση για ένα εκπαιδευμένο ζώο. Αν τολμήσεις να κρίνεις την κενολογία του δημιουργού θα σε αποκαλέσουν βάρβαρο. Την τέχνη δεν την κρίνεις. Τον δημιουργό που μπορεί να είναι τρελός για τις αλυσίδες δεν τον κρίνεις επίσης. Οι μόνοι που μπορούν να κρίνουν είναι οι κριτικοί της τέχνης. Αυτοί που έχουν πτυχία επίσημα αναγνωρισμένα από το κράτος. Πηγαίνει κανείς σήμερα σε γκαλερί σύγχρονης τέχνης και πρέπει να έχει κάποιον δίπλα του για να τον τσιμπά για να μην τον πιάσουν τα γέλια και προσβάλει τον τρελό. Τόνους χρυσάφι έχουν πληρώσει οι λαοί για να πληρωθούν αυτοί οι «δημιουργοί». Αιώνες τώρα όμως δεν έχει εμφανιστεί ένας νέος Ευρυπίδης ή ένας νέος Αριστοφάνης. Πως θα εμφανιστούν όμως αυτοί που προβληματίζουν το κοινό όταν το σύστημα θέλει τον κόσμο «κοιμισμένο»; Οι σύγχρονοι δημιουργοί δεν ασχολούνται με το δράμα της Ηλέκτρας. Αυτοί κάνουν τέχνη προσεγγίζοντας το αρχαίο δράμα μέσα απο άλλα πρίσματα. Κάποιοι παριστάνουν τους δημιουργούς ανεβάζοντας τα αρχαία έργα με ιδιόμορφες ενδυματολογικές επιλογές. Κάποιος αστός «δημιουργός» θα αποθεωθεί άν παρουσιάσει την Ηλέκτρα με δερμάτινα εσώρουχα και μαστίγιο. Όλα αυτά, όπως αντιλαμβανόμαστε, για να συμβούν απαιτείται να μην υπάρχουν οι φυσιολογικές συνθήκες τόσο στον τομέα της παιδείας του ανθρώπου όσο στον τομέα της ίδιας της τέχνης. Οτιδήποτε φυσιολογικό οι Γάλλοι αστοί το “έκαιγαν” στην πυρά.
Στην πυρά οι Γάλλοι έριξαν ακόμα και τον έρωτα. Ο φυσιολογικός έρωτας ήταν μια μικροαστική σχεδόν βάρβαρη συνήθεια για τους αστούς. Αυτό βέβαια το εκμεταλλεύονταν ποικιλοτρόπως. Πολλοί κωλόγεροι αστοί “μόρφωναν” τις νεαρές κοπέλες που ήθελαν να μυηθούν στα μυστήρια της τέχνης, ρίχνοντάς τες στο άρρωστο κρεβάτι τους. Το ταμπού στο σεξ ήταν κάτι που έπρεπε να ξεπεραστεί. Ακόμα και σήμερα όλοι οι κωλόγεροι αστοί της τέχνης εκπορνεύουν τα νεαρά κορίτσια με βάση τη γαλλική επιχειρηματολογία. Αυτοί δεν είναι οι αχρείοι κεφαλαιοκράτες που εκπορνεύουν με τα χρήματά τους τις κοπέλες, μετατρέποντάς τες σε πόρνες. Αυτοί είναι οι “διαφωτιστές”, που “βοηθούν” τις κοπέλες να δουν τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Βολεύονταν κι εξακολουθούν να βολεύονται όλοι με τις ηλιθιότητες.
Για όλους αυτούς τους λόγους η Γαλλία μετά την Γαλλική Επανάσταση έγινε ο “φάρος” για τους απανταχού ιδιόρρυθμους. Συνέρεαν στη Γαλλία ατάλαντοι, διεστραμμένοι, αργόσχολοι, σεξουαλικά πεινασμένοι, κοινοί βλάκες. Όλοι αυτοί ήλπιζαν να διακριθούν στη Γαλλία που αναδείκνυε οτιδήποτε το ιδιόμορφο. Μόνο στη Γαλλία ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορούσε να διακριθεί. Ο πνευματικός κόσμος της Γαλλίας ήταν έτοιμος να δεχθεί το οποιοδήποτε “βλίτο” και να το αναδείξει. Γιατί; Μήπως επειδή οι Γάλλοι ήταν ανοιχτοί και δημοκρατικοί; Όχι βέβαια. Οι Γάλλοι εκμεταλλεύονταν αυτά τα διεστραμμένα “ψώνια”. Εκμεταλλεύονταν την πνευματική τους αρρώστια, γιατί καλλιεργούσαν τη διαφορετικότητα και ήθελαν να συγκεντρώσουν το ανάλογο υλικό. Αυτό το υλικό πολλαπλασίαζε τις πτυχές της προσωπικότητας του θεού “Γάλλου”. Ο Πλάτωνας ή ο Σωκράτης δεν θα μπορούσαν να διακριθούν στη Γαλλία εκείνης της εποχής, γιατί ήταν φυσιολογικοί κι επιπλέον ασχολούνταν με τον άνθρωπο και το πρόβλημα της εξουσίας.
Η Γαλλία βέβαια μπορεί να “γυάλιζε” τα σκουπίδια του πνεύματος, αλλά πάντα προστάτευε τον κρατικό μηχανισμό της με πραγματικά ισχυρή γνώση. Επέτρεπε στον καθένα να λέει τη βλακεία του, αλλά δεν επέτρεπε ούτε στα ίδια της τα “παιδιά” να κρίνουν το σύστημά της. Άλλο τέχνη και άλλο εξουσία. Άλλο “ψώνιο” και άλλο “κονόμα”. Για αυτόν τον λόγο η Γαλλία λειτουργούσε συνολικά σαν ένα σκληρό εθνικό κράτος. Ποτέ η Γαλλία δεν απέφυγε μια ωμότητα, εξαιτίας της κουλτούρας της, όταν έπρεπε να προστατεύσει τα εθνικά συμφέροντά της. Την ελευθερία έκφρασης την επέτρεπε μόνο στο επίπεδο της αμπελοφιλοσοφίας. Την ουσιαστική κριτική τη μισούσε και την επέτρεπε μόνον όταν στρεφόταν εναντίον των εθνικών της αντιπάλων. Ακόμα και σήμερα το ίδιο ακριβώς πράγμα κάνει η Γαλλία. Έχει στείλει αεροπλάνα στο Κοσσυφοπέδιο για να βομβαρδίζουν τον σερβικό λαό και η προπαγάνδα τού συστήματός της “λειτουργεί” με τον απόλυτα σκοταδιστικό τρόπο. Αν αυτό το έκανε κάποιος άλλος, οι Γάλλοι αστοί θα ήταν οι πρώτοι που θα τον κατήγγειλαν. Η Γαλλία πάντα καταγγέλλει τους άλλους, όταν “φιμώνουν” τους λαούς τους. Η Γαλλία έχει “μυστηριωδώς” εξασφαλίσει το ηθικό δικαίωμα να “φιμώνει” μόνον αυτούς που κρίνουν την ίδια. Εξαιτίας αυτής της πολιτικής απέκρυψε την επιστολή των διανοούμενων προς τον Γάλλο πρόεδρο και η οποία είχε ως αντικείμενό της την κρίση στο Κοσσυφοπέδιο.
Για να καταλάβει ο αναγνώστης πώς λειτουργούσε συνολικά η Γαλλία, ας φανταστεί έναν πλούσιο εκμεταλλευτή κι αδίστακτο στη δουλειά του, που στην ιδιωτική του ζωή παριστάνει τον εκκεντρικό. Αυτός ο άνθρωπος που την ημέρα βασανίζει τους εργαζόμενους, τα βράδια ανοίγει τα σαλόνια του σ’ όλα τα underground στοιχεία. Μέσα στα σαλόνια του συρρέουν οι μεθύστακες, οι διεστραμμένοι, οι ανώμαλοι, οι τρελοί και οι πόρνες, για να “δημιουργήσουν” τέχνη. Αυτός ο πλούσιος “πληρώνει” όλη αυτή τη δραστηριότητα για δύο λόγους. Πρώτον για να διασκεδάζει ο ίδιος με τις ηλιθιότητες που ακούει και δεύτερον για να διατηρεί τον τίτλο του εκκεντρικού που εκμεταλλεύεται στη δουλειά του. Πώς είναι εκμεταλλεύσιμη η εκκεντρι­κότητα; Ένας σχεδιαστής ρούχων μπορεί να παραμείνει για πάντα άγνωστος για όσο διάστημα “αγωνίζεται” αποκλειστικά στο σχεδιαστήριό του. Αν όμως συνάψει γάμο με ένα γαϊδούρι, γίνεται αμέσως επώνυμος, εκκεντρικός και προπάντων ακριβός. Το σενάριο της επιτυχίας είναι πάντα ίδιο. Τοποθετούμε στο κεφάλι του μοντέλου  μια κατσαρόλα και σκεπάζουμε τα γεννητικά του όργανα με μερικά πιάτα. Αυτά αρκούν για να παριστάνουμε τους εκκεντρικούς «δημιουργούς». Μετά πουλάμε πανάκριβα τα ίδια ταγεράκια με αυτά που ράβει η μοδίστρα της γειτονιάς. Όλοι αυτοί που παντρεύτηκαν με τον άλφα ή βήτα τρόπο το “γαϊδούρι” που λέγεται ανωμαλία, στη Γαλλία είχαν πιθανότητες να διακριθούν. Η Γαλλία όμως, πίσω από αυτό το καλλιτεχνικό της πρόσωπο, έκρυβε επιμελώς έναν σκληρό μηχανισμό που πραγματοποιούσε σφαγές στις αποικίες και κυνηγούσε τους πολίτες που τον αμφισβητούσαν.
Αυτό που πρέπει να μείνει στον αναγνώστη είναι ότι η κουλτούρα ποτέ δεν εμπόδισε τους Γάλλους να χύσουν ανθρώπινο αίμα, για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Η κουλτούρα δεν τους εμπόδισε ούτε σήμερα να εκτελέσουν βομβαρδισμούς στο Κοσσυφοπέδιο. Η κουλτούρα ήταν πάντα η λαμπερή “βιτρίνα” της Γαλλίας, όπως ήταν πάντα η βιτρίνα και των μεγαλοαστών. Ο Γάλλος μεγαλοαστός διευθυντής βιομηχανίας, πάντα πήγαινε και θα πηγαίνει στις εκδηλώσεις των τρελών, αλλά δεν ήταν ούτε και είναι ο ίδιος τρελός. Αναρωτιόταν και ο ίδιος στο σαλόνι του με τους τρελούς αν πετάει ο γάιδαρος, αλλά, όταν του ζητούσε αύξηση ο εργάτης του, γινόταν έξαλλος. Ο μόνος που “πετούσε” στη Γαλλία εκείνη την εποχή ήταν ο Γάλλος εργαζόμενος που, όταν ζητούσε αύξηση από το διευθυντή του, τον “πετούσε” με τις κλοτσιές από το γραφείο του.
Ας προσπαθήσει κάποιος να ξεγελάσει σε οικονομικά θέματα όλες αυτές τις “τρελές” δημιουργούς, που, όταν ανοίγουν το στόμα τους ν’ απευθυνθούν στο “βάρβαρο” κοινό, νομίζει κανείς ότι χρήζουν ανάγκη θεραπείας. Θα εκπλαγεί με τον ορθολογισμό τους και με τα άγρια ένστικτά τους, όταν προστατεύουν τα συμφέροντά τους. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργούσε και η “τρελή” για μερικούς ή “εκκεντρική” για άλλους Γαλλία. Εκμεταλλευόταν τους τρελούς για να στηρίζει το σύστημά της κι επιπλέον για να “πουλάει”. Οι τρελοί ήταν χρήσιμοι μόνο για τη διαφοροποίηση των μεγαλοαστών από τον απλό λαό. Ο λαός έπρεπε να πεισθεί ότι αυτοί που τον κυβερνούν και εισπράττουν κολοσσιαίους μισθούς ήταν “εκλεκτοί”. Αυτή η διαφοροποίηση μεταφέρθηκε σε όλα τα επίπεδα της γαλλικής κοινωνίας και στο σύνολο των δραστηριοτήτων της. Όπως στη γαλλική τέχνη …πολλοί βλέπουν, λίγοι υποτίθεται καταλαβαίνουν…, έτσι συνέβη και στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Γαλλίας. Τι μπορούσε να πει κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα ένας αγράμματος χριστιανός στον μορφωμένο και σχεδόν θεϊκό επίσκοπο; Η ίδια ακριβώς κατάσταση δημιουργήθηκε μέσα στα έθνη μετά την γαλλική επανάσταση. Τι μπορούσε να πει ο αγράμματος Γάλλος στον μορφωμένο αστό “ιερέα” του γαλλισμού; Μπορούσε να καταλάβει καλύτερα από τον μορφωμένο τα πολύπλοκα προβλήματα της Γαλλίας; Δεν ήταν ίδιοι. Ο αναγνώστης βλέπει καθαρά που το “πήγαιναν” οι αστοί με τις ηλιθιότητες στην κουλτούρα. Ανέπτυξαν την τέχνη με τέτοιον τρόπο, ώστε να τη χρησιμοποιήσουν σαν εκπαιδευτικό παράδειγμα, που θα οδηγούσε τον λαό στη διαπίστωση ότι ήταν ανίκανος να κρίνει και όλα τα υπόλοιπα θέματα που βέβαια τον αφορούσαν άμεσα. Τέτοια θέματα ήταν τα πολιτικά, τα οικονομικά, τα θρησκευτικά κλπ..
Μέσα απ’ αυτήν την εξελικτική πορεία φτάσαμε στο σημείο οι αστοί ν’ ασκούν το σύνολο της εξουσίας και να ελέγχουν το σύνολο των κοινωνικών αντιδράσεων. Αυτό είναι το οριακό σημείο που μπορεί να φτάσει η παγίδευση του λαού μέσα σ’ ένα σύστημα που δεν ασκεί την εξουσία του “βούρδουλα”. Ο λαός εγκλωβίζεται στο κατώτατο σημείο, εφόσον οι ελπίδες του για οτιδήποτε θετικό βρίσκονται στα χέρια των αστών. Ακόμα και οι ίδιοι οι κεφαλαιοκράτες είναι όμηροι της εξουσίας αυτών που κεφαλαιοποίησαν τη γνώση τους. Σ’ ό,τι αφορά τον απλό λαό, αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: Οι αστοί με τις γνώσεις τους τον εκμεταλλεύονται οριακά. Αστοί είναι οι τύραννοι που μισεί ο λαός και αστοί είναι αυτοί που υπόσχονται λύτρωση. Αστοί είναι οι φασίστες και αστοί είναι οι δημοκράτες. Αστός είναι ο σκληρός καπιταλιστής πολιτικός και αστός είναι ο κομμουνιστής. Αστός είναι ο υπουργός που υπογράφει έναν καταστροφικό για το περιβάλλον νόμο και αστός είναι ο αγωνιστής οικολόγος. Αστός είναι ο διεφθαρμένος υπουργός και αστός είναι ο ευαίσθητος δημοσιογράφος που τον αποκαλύπτει. Ό,τι και να κάνει ο λαός, στα χέρια των αστών πέφτει. Εναποθέτει μόνος του τις ελπίδες του στα χέρια των εχθρών του.
Οι αστοί είναι εχθροί του λαού, γιατί ο πλούτος τους δεν παράγεται από το κεφάλαιο που κατέχουν. Ο πλούτος τους οφείλεται στους μισθούς τους τούς παίρνουν από το κοινό ταμείο. Η διαφορετικότητα που καλλιεργούν έχει ως στόχο να τους προστατεύει από τους λαούς που είναι θύματά τους. Όλοι οι αστοί έχουν κοινά συμφέροντα μεταξύ τους κι αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει ανάλογα με τον τομέα που δραστηριοποιούνται.Τα συμφέροντα είναι κοινά ανάμεσα σε ανθρώπους που θεωρητικά μπορεί και να μισούνται μεταξύ τους. Το τραγικό είναι ότι μέσω της μαζικής εκπαίδευσης άρχισαν και οι λαοί να φέρονται όμοια με τους αστούς. Οι απλοί Γάλλοι άρχισαν να τρέφουν τις ψευδαισθήσεις ότι είναι διαφορετικοί από τους άλλους λαούς. Άρχισαν να λατρεύουν τον Θεό “Γάλλο” και να αισθάνονται διαφορετικοί από τους υπόλοιπους λαούς. Αυτό ήταν εύκολο, γιατί υπήρχε ήδη η υποδομή του χριστιανισμού των δογμάτων.
Η βάση της παιδείας των Γάλλων ήταν η χριστιανική και άρα υπήρχε ήδη η νοοτροπία της μισαλλοδοξίας και της απόρριψης οποιουδήποτε στοιχείου που για τον οποιονδήποτε λόγο χαρακτηριζόταν “αιρετικό” ή «ξένο». Απλά ανάμεσα στα “αιρετικά” της καθολικής Γαλλίας προστέθηκαν και τα “αιρετικά” της αστικής Γαλλίας. Από εκεί και πέρα τα πάντα ακολουθούσαν τη χριστιανική πεπατημένη. Όπως ο κάθε χριστιανικός λαός έχει τον ειδικό “σπόνσορα” άγιό του έτσι έγινε και με τον γαλλικό λαό πού εκτός από το «φώς» του Ιησού γνώρισε και το «φώς» των επαναστατών.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μετά την επανάσταση για τον γαλλικό λαό προστέθηκε ακόμα ένας νέος ειδικός «άγιος» που ήταν ο “Γάλλος” αστός. Από την στιγμή που έγινε αυτήν η πρόσθεση όλα τα άλλα παρέμειναν ίδια και απλά οι αναλογίες άλλαζαν. Όπως διαφοροποιούνταν λόγω των αγίων οι ιερείς του χριστιανισμού από τον μέσο χριστιανό έτσι διαφοροποιούνταν οι Γάλλοι αστοί εξαιτίας του «Γάλλου» από τον μέσο Γάλλο. Κατ’αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε κατ’εικόνα και κατ’ ομοίωσιν του θρησκευτικού δόγματος το εθνικό αστικό δόγμα.  Οι αστοί διαφοροποιούνταν μαζικά από τον απλό λαό, και ο απλός λαός ακολουθώντας τις πρακτικές των αστών άρχισε να διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους λαούς. Μπορεί ο γαλλικός λαός να μη καταλάβαινε την τέχνη ή τον πολιτισμό όπως ο Γάλλος αστός, αλλά σίγουρα την καταλάβαινε περισσότερο από τον “κατώτερο” Γερμανό ή Ιταλό. Για τους φτωχούς λαούς δεν το συζητάμε. Αυτοί έπρεπε να κάνουν τη “Γαλλία” θρησκεία και να βλέπουν τους “Γάλλους” σαν θεούς που καταδέχονται να κατοικούν μαζί τους στον ίδιο πλανήτη.
Αυτή είναι και η βάση του κακώς εννοούμενου εθνικισμού. Στη Γαλλία θεμελιώθηκε το κακό εθνικό κράτος. Οι αστοί το θεμελίωσαν για να μπορούν να κλέβουν με ασφάλεια τους λαούς που θεωρούσαν ιδιοκτησία τους. Δεν χρειαζόταν πλέον το μαστίγιο για να υποταχθεί ο Γάλλος στη Γαλλία. Ο Γάλλος έτρεχε μόνος του στους πολέμους για να προστατεύσει τη θεϊκή Γαλλία. Αυτές τις πρακτικές αντέγραψαν όλοι οι υπόλοιποι και δημιουργήθηκε το πανίσχυρο πλέγμα της κοινωνίας των εθνών. Ο γαλλισμός ερέθισε τον εγωισμό των υπόλοιπων λαών και των υπόλοιπων δογμάτων και έτσι άρχισε ν’ αναπτύσσεται ο “βρετανισμός” του τέλειου “Βρετανού”, ο “γερμανισμός” του τέλειου “Γερμανού” κλπ..
 
 
Απόσπασμα από το βιβλίο:
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΥ
Share: